Είναι πιο εύκολο να εξαπατήσεις έναν λαό από να τον πείσεις ότι εξαπατάται!!
Τέτοιες μέρες ήταν (6 Ιουλίου) Που πριν από 225 χρόνια γεννήθηκε στο Κονέκτικατ ο Φινέας Μπάρναμ. Για να περάσει στην ιστορία δια του τσίρκου του. «Barnum’s Grand Scientific and Musical Theatre». Διήλθε ως και βασιλικών Αυλών.
Πέρασε στο κλαμπ των συγγραφέων, εξέδωσε εφημερίδα εκλέχτηκε δήμαρχος του Μπρίτζεπορτ και δύο φορές βουλευτής με τους , ποιους άλλους, τους Ρεπουμπλικάνους.
«Κάθε λεπτό γεννιέται ένα κορόιδο έλεγε» και την πίστη αυτή την μετέτρεψε σε χρήμα.
Χιλιάδες «κορόιδα» έτρεχαν να δουν εμφανώς πλαστά δημιουργήματα/εκθέματα, όπως η υποτιθέμενη γοργόνα των Φίτζι ή να γονατίσουν μπροστά σε μία τυφλή σκλάβα 161 ετών που είχε θηλάσει τον Τζορτζ Ουάσινγκτον και να περιγελάσουν ανθρώπους και ζώα με αναπηρίες ή γενετικές δυσμορφίες.
Ο Γκαλεάνο σημειώνει πως θα τον ζήλευαν πολλοί επαγγελματίες πολιτικοί κάθε εποχής: «Ήταν εκείνος που εφάρμοσε όσο κανείς άλλος τη μεγάλη του ανακάλυψη, ότι ο κόσμος τρελαίνεται να τον εξαπατάς.»
Ο φιλόλογος Βίκτορ Κλέμπερερ, από την άλλη, στο πολύ σημαντικό βιβλίο του Η γλώσσα του Τρίτου Ράιχ (Άγρα 2025) δημιουργεί από το όνομα του συγκεκριμένου ιδιοκτήτη τσίρκου και τις πρακτικές του τη λέξη «Μπαρναμιάδα».
Έτσι χαρακτηρίζει τις τεχνικές προπαγάνδας που εφάρμοσε ο Γκέμπελς για τις πρώτες εκλογές/δημοψήφισμα που οργάνωσαν οι ναζί τον Νοέμβριο του 1933.
Το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο διέψευδε εμφανώς την υπόσχεση του καθεστώτος για «ειρήνη και δουλειά». Τα πολιτικά κόμματα είχαν όλα απαγορευτεί, τα εργατικά συνδικάτα είχαν κηρυχτεί παράνομα, ο πρώτος αντιεβραϊκός νόμος είχε εφαρμοστεί, είχαν επιβληθεί νόμοι που ακύρωναν την ελευθερία του λόγου στα ΜΜΕ, τα πρώτα στρατόπεδα συγκέντρωσης είχαν ανοίξει.
«Όλα πάνε ρολόι», έγραφε ο Γκέμπελς στο ημερολόγιό του.
Και όμως! Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι το μοναδικό ψηφοδέλτιο περιλάμβανε μόνο Ναζί και πρόθυμους φίλους τους και πήρε το 92,11% των ψήφων. Είναι και το ότι η Κεντρική Ένωση Εβραίων πολιτών αποφάσισε να πει «ναι» στο δημοψήφισμα.
Είναι και το ότι ψηφίστηκε από την μεγάλη πλειοψηφία των κρατουμένων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, πιθανόν γιατί πίστευαν ότι θα αμνηστευθούν, όπως σημείωνε η The Guardian. Φόβος και αυταπάτες; «Κανονικά» δεν έπρεπε να συμβεί αυτό, γράφει ο Κλέμπερερ σχολιάζοντας το κλίμα της εποχής και τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος.
Και συνέχιζε: «Κρίνω σαν διανοούμενος, ενώ ο κύριος Γκέμπελς ποντάρει σε μια μάζα που την έχουν μεθύσει. Κι επίσης στον φόβο των μορφωμένων. Δεδομένου μάλιστα πως κανείς δεν πιστεύει πως θα τηρηθεί η μυστικότητα της ψήφου.»
Τι είναι εκείνο που τρέφει τη μέθη, την αυταπάτη, την έλξη για την εξαπάτηση του κόσμου σήμερα; Που κρύβει ακόμα και το προφανές;
Ζούμε μια αντίστοιχη «Μπαρναμιάδα»;
Τι είναι εκείνο που τρέφει τη μέθη, την αυταπάτη, την έλξη για την εξαπάτηση του κόσμου σήμερα; Τι είναι εκείνο που κλείνει τα μάτια της πλειονότητας στο προφανές και τα κάνει να βλέπουν το ψέμα σαν αλήθεια;
Να βλέπουν την ανεργία και την υπερεκμετάλλευση ως εργασία, την πολεμική προετοιμασία ως διασφάλιση της ειρήνης, τη διάλυση της δημόσιας υγείας και παιδείας ως σωτηρία τους, την οικολογική καταστροφή ως ανάπτυξη; Γιατί όλα τα προηγούμενα μοιάζουν με τα εκθέματα του Μπάρναμ.
Είναι αλήθεια πως οι Γκεμπελίσκοι και με τη βοήθεια των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης έχουν πληθύνει. Δεν είναι μόνο το ότι τα ισχυρά ΜΜΕ διαμορφώνουν έναν «κοινό νου» ομόλογο των κάθε συμφερόντων τους. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι οι αλγόριθμοι του φέισμπουκ ρυθμίζουν την κυκλοφορία των πληροφοριών εντός του.
Είναι και μια πολιτιστική «ανθρώπινη κατάσταση» που έχει παγιωθεί και επεκτείνεται συνεχώς. Βάση της έχει την ιστορική άγνοια, τροφή της το μίσος για ό,τι σχετίζεται με τη βαθύτερη ουσία της ανθρωπιάς. Στη φτωχή, προβλέψιμη και απλουστευτική της γλώσσα περισσεύει ο κυνισμός, η σκληρότητα, η προσβολή. Η συκοφαντία και η δολοφονία χαρακτήρων έχουν γίνει δεύτερη φύση της. Αδυνατεί να κατανοήσει έννοιες όπως η αλληλεγγύη και η αξιοπρέπεια. Αντίθετα· τις χλευάζει κιόλας.
Αποενοχοποιεί τη συμπεριφορά της θεωρώντας όσους αποκλίνουν από το ιδεολογικό, θρησκευτικό ή πολιτικό πρότυπό της υπάνθρωπους και γι’ αυτό ανάξιους να ζουν. Καθημερινά δίνει με φανατικό τρόπο πιστοποιητικά νομιμοφροσύνης στους καθοδηγητές της ελπίζοντας σε κάποιο συμπαθητικό βλέμμα τους, προσδοκώντας κάποιο θετικό νεύμα αποδοχής της ή κάποιο προσωπικό ρουσφέτι εις βάρος των άλλων. Ορισμένοι εκπρόσωποί της δεν επιδιώκουν καν κάποια υλική τους ανταμοιβή. Τους αρκεί κάποια θέση στην αυλή.
Οι αυλικοί όμως έχουν και μεταξύ τους ανταγωνισμούς. Έρχονται και παρέρχονται, συχνά με αιματηρό αναμεταξύ τους τρόπο. Ορισμένοι θα θυσιαστούν για διασωθεί το κύρος του κάθε Μπάρναμ, του κάθε Γκέμπελς. Γιατί η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται απλώς σαν φάρσα. Επαναλαμβάνεται για όσους δεν μπορούν να την ακούσουν. Αλλά τότε θα είναι πολύ αργά για όλους μας.
Αιμιλία Καραλή

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου