...ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΙ ΣΗΜΕΡΑ ΑΝ ΚΑΙ ΞΥΛΟΚΟΠΗΘΗΚΑΝ ΑΓΡΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΑΤΑΚΑΘΙΑ
.....
Έχοντας γνωρίσει άγρια καταστολή, ξυλοδαρμούς, στοιβαγμένοι σε ένα κελί για ώρες, χωρίς ούτε καν νερό, οι 25 φοιτητές τότε των Ιωαννίνων, θα βρεθούν την ερχόμενη Τρίτη στο δικαστήριο, ως κατηγορούμενοι. Μιλώντας στο Tvxs.gr, ο Γρηγόρης, φοιτητής τότε στα Γιάννινα και θύμα της βίας των αστυνομικών το 2020, κατά την 46η επέτειο από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, ξεκινά από την μεγάλη εικόνα.
Όπως υποστηρίζει, η κυβέρνηση είχε καταλάβει τότε πως ο κόσμος είχε ήδη αγανακτήσει, έπειτα από περίπου 8 μήνες πανδημίας. Χαρακτηρίζει την διαχείρισή της από την κυβέρνηση «εγκληματική», υπενθυμίζοντας τις ελλείψεις σε κρεβάτια ΜΕΘ και γιατρούς, αλλά και γενικότερα την υποχρηματοδότηση του ΕΣΥ. Ακόμα και τα πρόστιμα που επιβάλλονταν, «όχι φυσικά στον Μητσοτάκη που πήγαινε εκδρομές ή στους αρίστους του επιτελικού κράτους» όπως λέει, είχαν εξοντωτικό χαρακτήρα.
Ο Γρηγόρης μάλιστα αναφέρει πως η κυβέρνηση είχε ουσιαστικά ποινικοποιήσει τις εκδηλώσεις εορτασμού της εξέγερσης, απαγορεύοντας τις συγκεντρώσεις και βγάζοντας στους δρόμους χιλιάδες αστυνομικούς. Ο ίδιος δεν μπορεί να ξεχάσει άλλωστε και το περιστατικό με μια κυρία που πήγε να αφήσει απλά ένα λουλούδι στο μνημείο και έφαγε πρόστιμο.
«Εμείς στα Γιάννινα, ως φοιτητές και συγκεκριμένα στις εστίες, δηλαδή από τα πιο πληττόμενα κομμάτια της κοινωνίας, αντιληφθήκαμε ότι έχουμε χρέος να υπερασπιστούμε αυτή την επέτειο, και σε σχέση με την τότε χρονική στιγμή, αλλά και συνολικά, για αυτά που εκείνη έφερε:
Την περίοδο της μεταπολίτευσης, την κατάκτηση πολλών δικαιωμάτων, την πρόσβαση κατώτερων στρωμάτων σε μια σειρά από τομείς όπως η δημόσια και δωρεάν υγεία, η παιδεία, η ασφάλιση κλπ», λέει ο Γρηγόρης στο Tvxs.gr.
Όπως ενημερώνει, έπειτα από γενική συνέλευση, οι φοιτητές αποφάσισαν να αφήσουν ένα λουλούδι στο μνημείο των ηρώων του Πολυτεχνείου αλλά και όσων αγωνίστηκαν, τηρώντας όλα τα μέτρα. Αφού συγκεντρώθηκαν, η απόσταση που έπρεπε να διανύσουν ήταν περίπου 100 μέτρα. «Ξαφνικά, εμφανίστηκαν πολλοί αστυνομικοί μπροστά μας.
Όταν σταματήσαμε, μας περικύκλωσαν. Τους είπαμε ότι είμαστε φοιτητές, κρατούσαμε τις δέουσες αποστάσεις ασφαλείας, φορούσαμε μάσκες, ήμασταν σε 3άδες, είχαμε 1μιση μέτρο απόσταση. Οι αστυνομικοί έσφιξαν ωστόσο τον κλοιό, χωρίς καμία σύσταση ή προειδοποίηση, για παράδειγμα να διαλυθούμε, και όταν τους δόθηκε η εντολή να μας ρίξουν κάτω, ξεκίνησαν να μας χτυπούν αλύπητα και αναίτια.
Εμείς ήμασταν 30 φοιτητές συνολικά, κι αυτοί ήταν γύρω στους 50. Μας ξυλοκόπησαν πολύ βίαια και με λύσσα, δείχνοντας ουσιαστικά και το έργο που τους είχε ανατεθεί. Αφού έριξαν και δύο χειροβομβίδες κρότου λάμψης, κατάφεραν να μας ρίξουν κάτω», περιγράφει ο ίδιος.
Μεταξύ των φοιτητών, δύο ήταν πολύ βαριά τραυματισμένοι. Ο ένας είχε αίματα στο κεφάλι, «και παρά τις εκκλήσεις από πλευράς μας να σταματήσει αυτό το όργιο καταστολής, εκείνοι συνέχιζαν να τον χτυπάνε στο κεφάλι με τα γκλοπ. Ακόμα και περαστικός κόσμος τους φώναζε να σταματήσουν.
Υπήρχε μάλιστα και μια περαστική γιατρός, η οποία προσφέρθηκε να έρθει να βοηθήσει και δεν την άφησαν, ενώ άργησαν να καλέσουν ασθενοφόρο, την ώρα που ένα άτομο ήταν λιπόθυμο». «Εκείνη τη στιγμή βλέπαμε το πόσο αποφασισμένοι ήταν να κάμψουν οποιοδήποτε ψήγμα αντίστασης από πλευράς μας, όπως έγινε άλλωστε και σε άλλες πόλεις. Φοβήθηκα και για τη ζωή μου, όταν έβλεπα αυτή τη μανία, αλλά και το πόσο στενά ήμασταν.
Αν για παράδειγμα είχαν ρίξει χημικά θα μας είχαν σκοτώσει», προσθέτει. «Αφού μας στοιβάξανε στα μεταγωγικά οχήματα, χωρίς φως και εξαερισμό, μας πήγαν στο τμήμα. Εκεί στη συνέχεια μας στοιβάξανε επίσης μέσα στα κελιά, που προφανώς δεν μπορούσαμε να κρατήσουμε τις απαραίτητες αποστάσεις, ενώ δεν μας έδιναν ούτε νερό. Επίσης, αρχικά δεν μας έδωσαν το δικαίωμα να καλέσουμε δικηγόρο».
Στο αστυνομικό τμήμα έφτασαν στις 6 το απόγευμα. Μέχρι τις 12 το βράδυ, δεν γνώριζαν για ποιο λόγο βρέθηκαν εκεί. Κάποια στιγμή, μια συμφοιτήτριά τους πήγε στο γραφείο, αφού ξεκίνησαν οι προανακριτικές εξετάσεις. Όταν γύρισε, τους είπε πως της απαγγέλθηκαν ορισμένες κατηγορίες.
Η Αστυνομία τους κατηγορεί για αντίσταση κατά της Αρχής, οπλοκατοχή, άσκηση βίας κατά υπαλλήλων, διατάραξη κοινής ειρήνης και παραβίαση της απαγόρευσης συναθροίσεων που είχε επιβάλει η κυβέρνηση εκείνες τις ημέρες.
Επιπρόσθετα, τους επιβλήθηκε πρόστιμο ύψους 900 ευρώ στον καθένα για παραβίαση μέτρων (μη χρήση μάσκας, παραβίαση των μέτρων κατά της πανδημίας και κατά της πρόληψης ασθενειών). Γενικότερα, όπως επισημαίνει κι ο Γρηγόρης, η διαδικασία καθυστερούσε πάρα πολύ, «με προφανή σκοπό να μας δείξουν ότι “μπλέξαμε”». Κάποια στιγμή καταφέραν να επικοινωνήσουν με δικηγόρο, στον οποίο ωστόσο οι αστυνομικοί απαγόρευαν την είσοδο, λέγοντας πως «δεν είναι κανείς εδώ».
Αξίζει να σημειωθεί πως ο τελευταίος φοιτητής έφυγε από το τμήμα στις 9 το πρωί, ενώ σχετικά με τους τραυματίες που βρίσκονταν στο τμήμα, όταν ζήτησαν να πάνε στο νοσοκομείο, οι αστυνομικοί τους απάντησαν «διαλέξτε ποιοι δύο θα πάνε».
Έπειτα από αυτό το τραυματικό γεγονός ωστόσο, οι φοιτητές έμειναν ενωμένοι. Συστάθηκε η Επιτροπή Υπεράσπισης για τη δημοσιοποίηση και την ανάδειξη του γεγονότος, η οποία ήρθε σε επαφή με σωματεία, φοιτητικούς συλλόγους και φορείς, οι οποίοι εξέδωσαν ψηφίσματα συμπαράστασης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου