Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2021

ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑ;

 Με απ ευθείας ανάθεση σε ιδιώτη (Ισραήλ) η εκπαίδευση των πιλότων της πολεμικής αεροπορίας !! Και στη κρίσιμη ώρα τι ; Με ποιες εγγυήσεις αμυντικής υποστήριξης; Θα εγκριθεί από το ελεγκτικό συνέδριο;

 


Άντα Ψαρά ΕΦΣΥΝ

Στις 16 Ιανουαρίου ο υπουργός Αμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος, παρουσίασε στην Ειδική Διαρκή Επιτροπή Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων της Βουλής την απόφαση για την απευθείας σύναψη σύμβασης συνολικού κόστους (σε βάθος εικοσαετίας) 1,374 δισ. ευρώ με την ισραηλινή εταιρεία Elbit Systems για τη δημιουργία Διεθνούς Κέντρου Εκπαιδευτικών Πτήσεων στην Καλαμάτα.

Το συγκεκριμένο «υποπρόγραμμα», που καταρτίστηκε -άγνωστο γιατί- με κατεπείγουσες διαδικασίες στο υπουργείο Αμυνας, παρουσιάστηκε στην επιτροπή της Βουλής πριν από την τελική εισήγηση στο ΚΥΣΕΑ. Οπως συμβαίνει συνήθως στις αγορές εξοπλιστικών, ο διάβολος κρύβεται πάντα στις λεπτομέρειες.


Μόνο που τη φορά αυτή εν μέσω πανδημίας, με το κράτος να αδυνατεί να εξοφλήσει τα αναδρομικά των συνταξιούχων, τα θολά σημεία όπως και τα «ψιλά γράμματα» της απευθείας ανάθεσης δημιουργούν σωρεία ερωτημάτων και μεγάλη ανησυχία για άλλο ένα καταχρεωμένο μέλλον της χώρας.

Η κυβερνητική βιασύνη και η προειλημμένη απόφαση, πριν ακόμα τεθεί στην κρίση της στρατιωτικής ηγεσίας που γνωρίζει ασφαλώς καλύτερα τις ανάγκες και τις παθογένειες (και) των προγραμμάτων εκπαίδευσης των πιλότων της Πολεμικής Αεροπορίας, προδίδει μια ανεξήγητη σκοπιμότητα.

Τον περασμένο Ιούνιο ο Κυριάκος Μητσοτάκης επισκέφτηκε το Ισραήλ με πλήθος υπουργών και υφυπουργών. Εκεί μετά τις συνομιλίες Νετανιάχου - Μητσοτάκη επιβεβαιώθηκε ο στρατηγικός χαρακτήρας των ελληνοϊσραηλινών σχέσεων και η ενίσχυσή τους σε ευρύ φάσμα τομέων (άμυνα, τουρισμός, κυβερνοασφάλεια, γεωργικός τομέας, ενέργεια, start ups).

Τα εκπαιδευτικά αεροσκάφη Τ6 αγοράστηκαν το 2005 χωρίς να συμπεριληφθούν τα απαραίτητα υλικά και τα μέσα συντήρησης, με αποτέλεσμα να αρχίσει η σταδιακή καθήλωση αεροσκαφών

ΑΠΕ ΜΠΕ/Χάρης Ιορδανίδης

Με ενθουσιασμό χαιρέτισαν το ευρύ αυτό φάσμα της συνεργασίας πολλά ΜΜΕ. Σε δημοσίευμά της η «Καθημερινή» προανήγγειλε μάλιστα με λεπτομέρειες τις εξελίξεις. «Κοντά σε συμφωνία δημιουργίας Διεθνούς Εκπαιδευτικού Κέντρου Πτήσεων στην Καλαμάτα βρίσκονται Ελλάδα και Ισραήλ, έπειτα από την επίσκεψη του πρωθυπουργού.

Πιθανή ολοκλήρωση αυτής της συμφωνίας δίνει ανάσα στην Πολεμική Αεροπορία (Π.Α.), η οποία έως σήμερα πραγματοποιεί τις εκπαιδεύσεις των εκπαιδευομένων της Σχολής Ικάρων με εξαιρετική δυσκολία λόγω του πεπαλαιωμένου υλικού και, προφανώς, δεν μπορεί να προσελκύσει πιλότους από την ευρύτερη περιοχή.

Ο κ. Μητσοτάκης συναντήθηκε με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Elbit Systems, της εταιρείας η οποία έχει αναλάβει τη συγκεκριμένη πρόταση για την Καλαμάτα». Το δημοσίευμα αλλά και η πλευρά του Ισραήλ αναφέρθηκαν σε κόστος που έφτανε το 1,4 δισ. σε βάθος εικοσαετίας.

«Για το έργο αυτό στην 120 Πτέρυγα Εκπαίδευσης Αέρος (ΠΕΑ) στην Καλαμάτα υπήρχε εκφρασμένο ενδιαφέρον και από την καναδική πλευρά (CAE). Ωστόσο είναι απολύτως σαφές ότι η Αθήνα συζητεί με την Ιερουσαλήμ με στρατηγικούς όρους, ως εκ τούτου, τουλάχιστον αυτή τη στιγμή, το Ισραήλ φαίνεται να έχει κάποιο προβάδισμα» («Καθημερινή» 22.6.2020).

Η ιστορία και οι ανάδοχοι

Μετά την αγορά το 2005 κατά την περίοδο ευημερίας των 45 αεροσκαφών Τ-6 και την πρώτη ιδέα περί δημιουργίας διεθνούς εκπαιδευτικού κέντρου η οικονομική κρίση ανέδειξε και την ατέλεια εκείνης της αγοράς, καθώς δεν είχαν συμπεριληφθεί τα υλικά και τα μέσα συντήρησης με αποτέλεσμα να αρχίσει η σταδιακή καθήλωση αεροσκαφών και το οριστικό τέλος στην ελπίδα της αυτοεξυπηρέτησης με ίδια μέσα.

Στο κέντρο της Καλαμάτας υπάρχουν από τότε μεγάλες ελλείψεις λόγω των καθηλώσεων πολλών εκπαιδευτικών αεροπλάνων. Από το 2017 το ΓΕΑ προσπάθησε να αυξήσει τη διαθεσιμότητα των Α/Φ Τ-6 (χρησιμοποιούνται για την αρχική και βασική εκπαίδευση) και διερεύνησε τη δυνατότητα αντικατάστασης των υπέργηρων Α/Φ Τ-2 (χρησιμοποιούνται για το προχωρημένο και επιχειρησιακό στάδιο).

Το αδιέξοδο στη δυνατότητα παροχής εκπαίδευσης ήταν δεδομένο (χαμηλή διαθεσιμότητα, καθηλωμένα Α/Φ, έλλειψη υλικών και ανταλλακτικών, ορίζοντας διακοπής της υποστήριξης των συγκεκριμένων ΑΦ το 2023 και συσσώρευση μη εκτελεσθέντος εκπαιδευτικού έργου χιλιάδων ωρών). Η διαχρονική παθογένεια των ανάλογων συμβάσεων σε θέματα πτητικής υποστήριξης οδήγησε στο αποτέλεσμα να αυξάνεται χρονικά η θητεία εκπαίδευσης των Ικάρων. Από το 2014, που ξεκίνησαν να διενεργούνται διαγωνισμοί, καμία συμφωνία δεν τελεσφόρησε.

Το 2016-2017 ξεκίνησε η αναζήτηση της προσφορότερης λύσης για αγορά, μισθώσεις και υποστήριξη, ενώ εκδηλώθηκε ενδιαφέρον από πολλές εταιρείες του εξωτερικού και επανεξετάστηκε η ιδέα του διεθνούς εκπαιδευτικού κέντρου, όπου εκτός από τους Ελληνες χειριστές θα υπήρχε δυνατότητα εκπαίδευσης και αλλοδαπών με οικονομικό αντίτιμο.

Αρχικά εκδήλωσε ενδιαφέρον η Lockheed Martin και στη συνέχεια η καναδική εταιρεία CAE (που ήταν η επικρατέστερη) με προτάσεις (αεροσκάφη και εξοπλισμός) που άγγιζαν τα 82 έως 105 εκατ. ευρώ ετησίως μαζί με τα καύσιμα. Τελικά καμία πρόταση συμφωνίας δεν έφτασε τότε στη Βουλή, έχοντας συναντήσει αντιρρήσεις από τη στρατιωτική ηγεσία. Ηχεί σχεδόν ειρωνικά ότι οι προσφορές αυτές ήταν χαμηλότερες από το τελικό κόστος της αποφασισμένης τωρινής απευθείας συμφωνίας, που σε βάθος εικοσαετίας υπολογίζεται να ξεπεράσει τα 2 δισ.

Στη συνέχεια, το 2018, υπήρξε η σκέψη να αγοραστούν ένας μικρός αριθμός εκπαιδευτικών αεροσκαφών (Μ-346, για αντικατάσταση των Τ-2) που κόστιζαν 20-22 περίπου εκατ. δολάρια το ένα και στο μεταξύ οι πιλότοι να μπορούν να εκπαιδεύονται και σε κέντρα του εξωτερικού. Ανάλογο διεθνές κέντρο εξάλλου δημιουργήθηκε το 2018 στην Ιταλία σε συμφωνία με την κατεξοχήν ειδική για την εκπαίδευση πιλότων μαχητικών εταιρεία Leonardo DRS. Ανάμεσα στις χώρες των οποίων οι πιλότοι θα εκπαιδεύονταν στο νεότερο αεροσκάφος Μ-346 στη συγκεκριμένη σχολή, που διέθετε κατάλληλους προσομοιωτές, αναφερόταν και η Ελλάδα.

Είναι δε περίεργο ότι ενώ η Leonardo αποτελεί ουσιαστικά το «σούπερ μάρκετ» παρόμοιων εκπαιδευτικών πτητικών μέσων και υλικών υποστήριξης, σήμερα δεν κλήθηκε καν να δώσει προσφορά. Επιπλέον, ενώ το ετήσιο εκπαιδευτικό κόστος στην Ελλάδα μετά βίας ξεπερνά τα 30 εκατ. ευρώ, τώρα υπολογίζεται σε 105 εκατ. και έχοντας -άγνωστο πώς- ως δεδομένο ότι θα έρθουν εδώ για εκπαίδευση πιλότοι άλλων χωρών, χωρίς ωστόσο την παραμικρή σκέψη να συμμετέχουν οι ενδιαφερόμενες χώρες και στα κόστη. Αντίθετα οι πιλότοι θα έχουν μετά την υπογραφή της συμφωνίας εκπαιδευτές της ισραηλινής εταιρείας.

Κι αυτό παρά το γεγονός ότι οι Ελληνες πιλότοι κατατάσσονται στις πρώτες θέσεις παγκοσμίως σύμφωνα και με τις ΝΑΤΟϊκές αξιολογήσεις, προφανώς και λόγω της εμπειρίας τους στις αναχαιτίσεις, ενώ είναι υπεραρκετοί για τα διαθέσιμα πτητικά. Αυτονόητο είναι λοιπόν να αναλάμβαναν και τον ρόλο των εκπαιδευτών στο διεθνές εκπαιδευτικό κέντρο, όπως και οι Ελληνες μηχανικοί την υποστήριξη. Το ότι θα πρέπει η Ελλάδα να αναθέσει την εκπαίδευση των πιλότων της σε ιδιώτες δεν αντέχει προφανώς σε καμιά κριτική παρά μόνο στην ιδεοληψία της ιδιωτικοποίησης των πάντων.

Η συμφωνία μίσθωσης-μαμούθ

Τελικά στα μέσα Δεκεμβρίου, μετά από σύντομες διαβουλεύσεις με επίκληση του κατεπείγοντος, θεωρήθηκε μοναδική επιλογή η μίσθωση ολοκληρωμένου εκπαιδευτικού πτητικού προγράμματος με συνοδεία αναγκαίων μέσων υποστήριξης για 20 χρόνια. Η συνολική αυτή «λύση», όπως φέρεται να παρουσιάστηκε στην επιτροπή της Βουλής, προκρίθηκε με επιχείρημα την εμπειρία του Ισραήλ και με αποδοχή ως δεδομένης της εγγύησης πως θα υπάρχει η συνεχής ποιοτική υποστήριξη. Η συμφωνία επικαλείται τη μεγάλη εμπειρία του αναδόχου στην εκπαίδευση και στις διακρατικές συμφωνίες που συνάπτει.

Ο χαρακτηρισμός του κατεπείγοντος παρέχει εξάλλου τη δυνατότητα να διενεργηθούν απευθείας διαπραγματεύσεις και ανάθεση χωρίς διαγωνιστικές διαδικασίες για τους όρους της μίσθωσης. Η συμφωνία φέρεται να έχει την έγκριση του Ανώτατου Αεροπορικού Συμβουλίου και των αρχηγών των επιτελείων, ενώ υπολογίζεται να καταβληθούν 206 εκατ. ευρώ (ή 15% του συνολικού τιμήματος, υπό διαπραγμάτευση) κατά το πρώτο έτος της ισχύος της. Λίγο πριν ζητηθεί λοιπόν η έγκριση του ΚΥΣΕΑ, ανακοινώθηκε από τον υπουργό στην επιτροπή της Βουλής η σύναψη συμφωνίας με την ισραηλινή εταιρεία Elbit Systems για στρατηγικούς λόγους.

Σημειώνεται ότι ανάλογο ενδιαφέρον με συγκεκριμένες προσφορές έχει εκφράσει ήδη από το 2017 και η καναδική εταιρεία, ενώ, όπως σημειώνουν πηγές της αντιπολίτευσης, οι Καναδοί φέρονται να είναι πολύ δυσαρεστημένοι υπενθυμίζοντας ότι είναι οι πρώτοι που επέβαλαν ουσιαστικές αμυντικές κυρώσεις στην Τουρκία για τις παρανομίες της στη ΝΑ Μεσόγειο. Αν απορριφθεί από την άλλη μεριά η προσφορά των Ισραηλινών, θα δυσαρεστηθούν και αυτοί, ενώ το άριστο επιτελικό κράτος θα διεκδικεί την παγκόσμια πρωτοτυπία πως, ενώ είναι αγοραστής με ζεστό χρήμα, κατορθώνει να δυσαρεστήσει ταυτόχρονα δύο πολύ σημαντικές συμμαχικές χώρες από τα αποδυτήρια.

Ολες οι φιλοκυβερνητικές εφημερίδες φυσικά χαιρέτισαν την απευθείας ανάθεση. Ωστόσο δημοσίευμα του «Documento» στις 21.12.2020 επισήμαινε την εισβολή από το παράθυρο της νέας αυτής πρότασης «που είχε έντονη οσμή σκανδάλου, μια και εκτός των άλλων επιβαρύνει πολύ περισσότερο τον κρατικό προϋπολογισμό».

Το περίεργο είναι ότι, ενώ η νέα αυτή πρόταση φέρεται να κρίθηκε αρχικά ως μη επαρκής και χωρίς τις απαραίτητες εγγυήσεις σύμφωνα με το δημοσίευμα, από το Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας εντούτοις τα πολιτικά στελέχη τη στήριξαν πολύ θερμά και μοιάζει να κάμφθηκαν οι αρχικές αντιδράσεις. Η αντιπολίτευση ζήτησε πλήρη ενημέρωση δεδομένου ότι την προηγούμενη χρονική περίοδο, όταν ήταν κυβέρνηση, οι συνομιλίες με τους Καναδούς είχαν σχεδόν ολοκληρωθεί ενώ είχε προκριθεί προσφορότερη και με όλα τα απαραίτητα εχέγγυα λύση. Παράλληλα, δε, εξεταζόταν και η επιλογή να αναπτύξει μόνη της η χώρα το πρόγραμμα σταδιακά.

Η ουσία είναι -όπως βεβαιώνουν στρατιωτικές πηγές- ότι το πραγματικά «επείγον» ήταν και είναι η εκπαίδευση των πιλότων, που καθυστερεί, και όχι η δημιουργία Διεθνούς Κέντρου. Μπορούσε να στηριχτεί η όλη διαδικασία από την ίδια την Ελλάδα αρχικά με αγορά 4-5 Α/Φ Μ-346, με την αγορά κάποιων εξομοιωτών και με σημαντική ένταση της συντήρησης και αύξησης διαθεσιμότητας των Τ-6. Αυτό δεν θα ξεπερνούσε καν την προκαταβολή των 206 εκατ. ευρώ που θα δοθεί στην ισραηλινή εταιρεία το 2021 για τη συμφωνία μίσθωσης. Στη συνέχεια δε και αναλόγως των καταστάσεων θα μπορούσε να δημιουργηθεί και το Διεθνές Κέντρο με ιδιοκτήτη και όχι ενοικιαστή την Ελλάδα

Οταν δε όλο το προηγούμενο διάστημα τα αρμόδια στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ζητούσαν να μάθουν γιατί υπάρχει καθυστέρηση, τη στιγμή που ήταν αναγκαίο για τη σωστή και άρτια εκπαίδευση των Ικάρων να υπογραφεί η συγκεκριμένη συμφωνία για την ενίσχυση και συντήρηση των πτητικών μέσων, δεν δόθηκε καμία απάντηση έως τη στιγμή που ανακοινώθηκε επίσημα πλέον η απευθείας επιλογή αναδόχου.

Το «Documento» έκανε επίσης λόγο για «εκλεκτό» του πρωθυπουργικού περιβάλλοντος που εκπροσωπεί την εταιρεία ισραηλινών συμφερόντων, όμως δεν υπήρξε καμία απάντηση. Η συνολική δαπάνη, όπως φαίνεται, θα αγγίξει ή και θα ξεπεράσει τα 2 δισ. ευρώ αν επαληθευτεί η «Καθημερινή», η οποία σε άρθρο της στις 28 Δεκεμβρίου 2020 αναφέρει και τη συμφωνία αναβάθμισης των υπαρχόντων 45 Α/Φ Τ-6.

Αναπάντητα ερωτήματα

● Το ότι δεν μεσολάβησε η αναγκαία διαπραγμάτευση προκύπτει από τον χαρακτηρισμό κατεπείγουσα που στερείται επιχειρημάτων, όταν ήδη το θέμα και οι προσφορές συζητούνται από το 2017. Πώς όμως θα κληθούν να υπογράψουν τη συμφωνία οι στρατιωτικοί, όταν δημιουργούνται σοβαρές υπόνοιες για αδιαφανείς και αναιτιολόγητες επιλογές;

● Αραγε δεν σκέφτονται οι υπουργοί ότι με ελλιπή ή ακόμα και μη νόμιμα στοιχεία μπορεί και στην περίπτωση αυτή η σύμβαση να ανατραπεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο, όπως έχει τόσες φορές συμβεί στο παρελθόν;

● Από πού προκύπτει άραγε η αντίληψη πως αν απλώς νοικιάσεις κάτι, έστω και πανάκριβα από κάποια χώρα, θα έχεις αυτόματα και αμυντική υποστήριξη;

● Η μέθοδος της χρηματοδοτικής μίσθωσης από ιδιωτική εταιρεία διάρκειας 20 ετών για εκπαιδευτικά Α/Φ, τα οποία έχουν και επιχειρησιακές δυνατότητες, είναι ρεαλιστική;

● Ποιος μπορεί να βεβαιώσει ότι θα υπάρχει εταιρεία τέτοιου βίου, ικανή μάλιστα να εκπληρώσει και τυχόν νομικές υποχρεώσεις έναντι τρίτων;

● Θα εγγυηθεί ο ιδιώτης ότι το κέντρο θα προσελκύσει και αλλοδαπούς εκπαιδευόμενους, όταν αντίστοιχα κέντρα υπάρχουν σε αρκετές ανταγωνιστικές χώρες και στη γειτονική Ιταλία;

● Το να ψάχνει η κυβέρνηση εκ των υστέρων να λάβει εγγυήσεις για ιδιώτη μέσω διακρατικής συμφωνίας αρκεί;

● Σε δύσκολη εθνικά στιγμή, όπου θα απαιτηθεί η επιχειρησιακή χρησιμοποίηση των Α/Φ, τι θα κάνει ο ιδιώτης; Θα εμπλακεί ή θα πάρει τα Α/Φ και θα μείνει η μονάδα ξεκρέμαστη;

Δεν υπάρχουν σχόλια: