Η Αγιά Σοφιά πήρε ξανά ζωή αλλά ως τζαμί.. Διεθνής φλυαρία καταδικών με τη μόνιμη επωδό: Εσωτερική υπόθεση της Τουρκίας. Ως γνωστόν και από το υπάρχον δίκαιο το υποκείμενο καταβροχθίζει το υπερκείμενο με το ..ξανθό γένος να συμφωνεί σε αυτό!! Καλή μέρα θα ξημέρωνε αν στέλναμε τους Χρυσαυγίτες εμείς και τους Γκρίζους λύκους αυτοί να σφαχτούν μήπως κι απαλλαγεί η ανθρωπότητα από τα κατακάθια της..
Την Παρασκευή έγινε μουσουλμανική προσευχή
στην Αγία Σοφία, μετά την υπογραφή προεδρικού διατάγματος στις 10 Ιούλη,
με το οποίο αποφασίστηκε να επαναλειτουργήσει ως τζαμί ύστερα από 86
ολόκληρα χρόνια.
Η εξέλιξη αυτή, όπως τόνισε από την πρώτη στιγμή το ΚΚΕ, συνιστά «στοιχείο κλιμάκωσης της τουρκικής προκλητικότητας», δεν συνιστά «μόνο ευθεία προσβολή του χαρακτήρα της Αγιάς Σοφιάς, όπως προσπαθούν να την εμφανίσουν όσοι στα λόγια την καταδικάζουν, αλλά αποτελεί έναν κρίκο στη συνολική στρατηγική της τουρκικής άρχουσας τάξης, που υποθάλπεται από τη στάση και τους σχεδιασμούς των ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ στην περιοχή».
Μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1453, η Αγία Σοφία λειτούργησε ως τζαμί μέχρι το 1934. Τη χρονιά εκείνη μετατράπηκε σε μουσείο, ενώ το 1985 προστέθηκε στη λίστα με τα Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.
Αντιδρώντας στην επαναλειτουργία της Αγίας Σοφίας ως τζαμί, η εκπρόσωπος του αμερικανικού ΥΠΕΞ, Μόργκαν Ορτέιγκους, έχει δηλώσει πως η απόφαση «μας απογοητεύει» αλλά «η τουρκική κυβέρνηση παραμένει δεσμευμένη να εγγυάται την πρόσβαση στην Αγία Σοφία σε όλους τους επισκέπτες, και ανυπομονούμε να ακούσουμε τα σχέδιά της για τη διαχείριση της Αγίας Σοφίας κατά τρόπο ώστε να παραμείνει προσβάσιμη στους πάντες».
Ο υφυπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Βερσίνιν, έχει αναγνωρίσει ότι «το θέμα αυτό προκάλεσε δημόσια κατακραυγή στη χώρα μας και πέραν αυτής», πρόσθεσε πάντως ότι «αυτή είναι εσωτερική υπόθεση της Τουρκίας, στην οποία ούτε εμείς ούτε κάποιος άλλος πρέπει να παρέμβει, προφανώς».
Ο εκπρόσωπος της γερμανικής καγκελαρίας, Στέφεν Ζάιμπερτ, εξέφρασε επίσης τη «λύπη» του Βερολίνου, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι το θέμα αφορά την παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά «και όχι τις πολιτικές σχέσεις ή την πολιτική διαμάχη μεταξύ μεμονωμένων κρατών». Με τη σειρά του δε ο εκπρόσωπος του γερμανικού ΥΠΕΞ, Ράινερ Μπρόιλ, εξέφρασε μεν «λύπη» αλλά πρόσθεσε ότι «δεν θα το συνδέσω εδώ με τις πολιτικές σχέσεις με την Τουρκία, όπου μιλάμε και για εντελώς διαφορετικά θέματα».
Στην είσοδο της Αγίας Σοφίας προστέθηκε ταμπέλα, όπου αναγράφεται ο νέος της τίτλος «Το μεγάλο τζαμί». Στη διάρκεια της προσευχής τα μωσαϊκά και οι τοιχογραφίες είχαν καλυφθεί με κουρτίνες, ώστε τον υπόλοιπο καιρό να μπορούν να εκτίθενται κανονικά στους επισκέπτες. Την προσευχή παρακολούθησε ο Πρόεδρος της χώρας Ρ. Τ. Ερντογάν, ο ηγέτης του εθνικιστικού κόμματος ΜΗΡ, οι ηγέτες του Αζερμπαϊτζάν και του Κατάρ κ.ά.
Ως «απόδειξη αδυναμίας» της Τουρκίας ερμήνευσε την εξέλιξη αυτή ο Κυρ. Μητσοτάκης, προσθέτοντας ότι απαιτείται «οικουμενική καταδίκη». Για «εθνικιστική πρόκληση με βαθιά στοιχεία αυταρχισμού» έκανε λόγο ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλ. Χαρίτσης, προσθέτοντας ότι η Αγιά Σοφιά «έπρεπε να παραμείνει σύμβολο των θρησκευτικών ελευθεριών, ακτινοβόλο τοπόσημο της συνύπαρξης και του διαλόγου». Πρότεινε δε στην κυβέρνηση «να πρωταγωνιστήσει σε μια διεθνή εκστρατεία» για την προστασία του μνημείου.
Επίσης, η Εκκλησία οργάνωσε σειρά αντιδράσεων με «πένθιμες λειτουργίες», ενώ εθνικιστικοί κύκλοι αξιοποίησαν την εξέλιξη για κηρύγματα μίσους, σε μια προσπάθεια αποπροσανατολισμού από τις αιτίες των επικίνδυνων εξελίξεων στην περιοχή.
Η εξέλιξη αυτή, όπως τόνισε από την πρώτη στιγμή το ΚΚΕ, συνιστά «στοιχείο κλιμάκωσης της τουρκικής προκλητικότητας», δεν συνιστά «μόνο ευθεία προσβολή του χαρακτήρα της Αγιάς Σοφιάς, όπως προσπαθούν να την εμφανίσουν όσοι στα λόγια την καταδικάζουν, αλλά αποτελεί έναν κρίκο στη συνολική στρατηγική της τουρκικής άρχουσας τάξης, που υποθάλπεται από τη στάση και τους σχεδιασμούς των ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ στην περιοχή».
Μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1453, η Αγία Σοφία λειτούργησε ως τζαμί μέχρι το 1934. Τη χρονιά εκείνη μετατράπηκε σε μουσείο, ενώ το 1985 προστέθηκε στη λίστα με τα Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.
Αντιδρώντας στην επαναλειτουργία της Αγίας Σοφίας ως τζαμί, η εκπρόσωπος του αμερικανικού ΥΠΕΞ, Μόργκαν Ορτέιγκους, έχει δηλώσει πως η απόφαση «μας απογοητεύει» αλλά «η τουρκική κυβέρνηση παραμένει δεσμευμένη να εγγυάται την πρόσβαση στην Αγία Σοφία σε όλους τους επισκέπτες, και ανυπομονούμε να ακούσουμε τα σχέδιά της για τη διαχείριση της Αγίας Σοφίας κατά τρόπο ώστε να παραμείνει προσβάσιμη στους πάντες».
Ο υφυπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Βερσίνιν, έχει αναγνωρίσει ότι «το θέμα αυτό προκάλεσε δημόσια κατακραυγή στη χώρα μας και πέραν αυτής», πρόσθεσε πάντως ότι «αυτή είναι εσωτερική υπόθεση της Τουρκίας, στην οποία ούτε εμείς ούτε κάποιος άλλος πρέπει να παρέμβει, προφανώς».
Ο εκπρόσωπος της γερμανικής καγκελαρίας, Στέφεν Ζάιμπερτ, εξέφρασε επίσης τη «λύπη» του Βερολίνου, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι το θέμα αφορά την παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά «και όχι τις πολιτικές σχέσεις ή την πολιτική διαμάχη μεταξύ μεμονωμένων κρατών». Με τη σειρά του δε ο εκπρόσωπος του γερμανικού ΥΠΕΞ, Ράινερ Μπρόιλ, εξέφρασε μεν «λύπη» αλλά πρόσθεσε ότι «δεν θα το συνδέσω εδώ με τις πολιτικές σχέσεις με την Τουρκία, όπου μιλάμε και για εντελώς διαφορετικά θέματα».
Στην είσοδο της Αγίας Σοφίας προστέθηκε ταμπέλα, όπου αναγράφεται ο νέος της τίτλος «Το μεγάλο τζαμί». Στη διάρκεια της προσευχής τα μωσαϊκά και οι τοιχογραφίες είχαν καλυφθεί με κουρτίνες, ώστε τον υπόλοιπο καιρό να μπορούν να εκτίθενται κανονικά στους επισκέπτες. Την προσευχή παρακολούθησε ο Πρόεδρος της χώρας Ρ. Τ. Ερντογάν, ο ηγέτης του εθνικιστικού κόμματος ΜΗΡ, οι ηγέτες του Αζερμπαϊτζάν και του Κατάρ κ.ά.
Ως «απόδειξη αδυναμίας» της Τουρκίας ερμήνευσε την εξέλιξη αυτή ο Κυρ. Μητσοτάκης, προσθέτοντας ότι απαιτείται «οικουμενική καταδίκη». Για «εθνικιστική πρόκληση με βαθιά στοιχεία αυταρχισμού» έκανε λόγο ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλ. Χαρίτσης, προσθέτοντας ότι η Αγιά Σοφιά «έπρεπε να παραμείνει σύμβολο των θρησκευτικών ελευθεριών, ακτινοβόλο τοπόσημο της συνύπαρξης και του διαλόγου». Πρότεινε δε στην κυβέρνηση «να πρωταγωνιστήσει σε μια διεθνή εκστρατεία» για την προστασία του μνημείου.
Επίσης, η Εκκλησία οργάνωσε σειρά αντιδράσεων με «πένθιμες λειτουργίες», ενώ εθνικιστικοί κύκλοι αξιοποίησαν την εξέλιξη για κηρύγματα μίσους, σε μια προσπάθεια αποπροσανατολισμού από τις αιτίες των επικίνδυνων εξελίξεων στην περιοχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου