Συμμαχεί με τον μικροϊδιοκτήτη την ώρα που τον απαλλοτριώνει
του Κώστα Μάρκου
Με το δεύτερο κόμμα τους, το ΠΑΣΟΚ, οργάνωναν την ηγεμονία και κοινωνική συμμαχία των πολυθνικών με την εργατική τάξη, μέσω της μικροαστικής μισθωτής διανόησης, της εργατικής αριστοκρατίας και γραφειοκρατίας. Η κρίση έθεσε σε κρίση αυτές τις σχέσεις και στους δυο πόλους. Ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται να παίξει το ρόλο του ΠΑΣΟΚ, αλλά αυτός ο ρόλος προσκρούει σε δυο ανυπέρβλητους σκοπέλους: Ο ένας είναι η έλλειψη οργανικών δεσμών με την εργατική τάξη (όπως σωστά επισημαίνει το τουρκικό Κόμμα Εργασίας στο άρθρο – κριτική στο ΚΚΕ) και ο δεύτερος είναι η αδυναμία οποιασδήποτε αναδιανεμητικής πολιτικής υπέρ της εργασίας λόγω της κρίσης.
Η μακρόχρονη ηγεμονία και συμμαχία του μεγάλου κεφαλαίου με τη μεσαία και μικρή ιδιοκτησία ροκανιζόταν επί χρόνια και διαταράχθηκε έντονα από την επιθετικότητα του μεγάλου κεφαλαίου, στη διάρκεια των εφτά χρόνων της δομικής καπιταλιστικής κρίσης. Η μεγάλη μείωση των συμμετεχόντων στις εκλογές για τον πρόεδρο της ΝΔ, από περίπου 700.000 στις αρχές της κρίσης, σε περίπου 380.000 στις τελευταίες εκλογές, είναι ο τελευταίος αδιάψευστος μάρτυρας της παραπάνω διαπίστωσης.
Εντός μάλιστα αυτών των ψηφοφόρων, εμφανίστηκε μια αξιοπρόσεκτη πόλωση: Στους λαϊκούς δήμους της Αθήνας, όπου κατοικεί η μικρή ιδιοκτησία της βάσης της ΝΔ, το λιγότερο κανιβαλικό και συναινετικό πρόσωπο του Ευαγγ. Μεϊμαράκη έλαβε ποσοστά της τάξης του 60% έως και 80%, ενώ αντίστοιχα είναι τα ποσοστά του πιο επιθετικού Κυρ. Μητσοτάκη στα βόρεια προάστια και στη ζώνη της παραλιακής, όπου κατοικεί η πλούσια αριστοκρατία της.
Πώς εξηγείται αυτή η πόλωση;
Τα στοιχεία είναι καταλυτικά. Σύμφωνα με έρευνες της Κομισιόν και του ΚΕΠΕ (Κέντρο Προγραμματισμού Οικονομικών Ερευνών, βλ. Καθημερινή, 23/7/2015), ο αριθμός των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην Ελλάδα, μειώθηκε από 858.200, το 2008, σε 629.700, το 2014. Σε μια επταετία, εξαφανίστηκαν από τον επιχειρηματικό χάρτη της χώρας περίπου 229.000 επιχειρήσεις. Τα στοιχεία αυτά, όμως, συσκοτίζουν την ταξική διαστρωμάτωση των απωλειών. Το συντριπτικό πλήγμα δέχθηκαν οι «πολύ μικρές επιχειρήσεις», οι οποίες μειώθηκαν κατά 222.700. Το 97% των λουκέτων προέρχεται από τις πολύ μικρές επιχειρήσεις. Τη μεγαλύτερη μείωση σημείωσαν οι πολύ μικρές επιχειρήσεις στον κλάδο των κατασκευών και του εμπορίου.
Από άλλες έρευνες (Eurostat, Εθνική Συνομοσπονδία Εμπορίου κ.α.) συνάγονται δυο συμπεράσματα: Το ποσοστό των αυτοπασχολούμενων στο σύνολο της απασχόλησης στην Ελλάδα, κυμαίνεται στο 32% (2014), ποσοστό ιδιαίτερα υψηλό εάν συγκριθεί με το μέσο όρο της ΕΕ, που είναι μόλις 14%. Στον τομέα αυτό, η μείωση στα χρόνια της κρίσης αγγίζει το 12%, με ιδιαίτερο πλήγμα να δέχονται και εδώ οι κλάδοι του εμπορίου και των κατασκευών (γύρω στο 16%). Είναι γνωστό ότι στην Ελλάδα, η μικρή επιχειρηματικότητα και η αυτοπασχόληση των επαγγελματιών συνδέεται σχεδόν βαθιά με το επιστημονικό πτυχίο (μηχανικοί, γιατροί, δικηγόροι, λογιστές κ.α.).
Την ίδια στιγμή, το μεγάλο κεφάλαιο και οι πολυεθνικοί όμιλοι οφελούνται από την καταστροφή της μικρής ιδιοκτησίας, συγκεντρώνουν μερίδια αγορών, τζίρου και κερδών. Με άλλα λόγια, τα συμφέροντα των αυτοαπασχολούμενων, επαγγελματιών και μικρών ιδιοκτητών κινούνται σε τροχιά σύγκρουσης και ταξικής αντιπαράθεσης με το μεγάλο κεφάλαιο. Πρόκειται για παγκόσμια τάση, η οποία, εκτός των προαναφερθέντων, περιλαμβάνει μια μαζική καταστροφή της πολύμορφης μικρής ιδιοκτησίας στη γη. Πρόκειται για έναν ιστορικό, γενικευμένο κλονισμό της ιδιοκτησίας, για μια τεράστια απαλλοτρίωση των ιδιοκτητών από τους ιδιοκτήτες, στην εποχή του ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Το πρόβλημα για την αστική τάξη της χώρας μας είναι μεγάλο. Χωρίς την ανάταξη της κλονισμένης ηγεμονίας – συμμαχίας της μεγάλης ιδιοκτησίας με τη μεσαία και μικρή, είναι αδύνατη τόσο η ομαλή αναπαραγωγή του κεφαλαίου, όσο και η αδιατάρακτη συνέχιση της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Αυτό είναι το κεντρικό πρόβλημα και της νέας ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας, το οποίο συνέπεσε με την εκρηκτική εμφάνιση των αυτοαπασχολούμενων, των ελεύθερων επαγγελματιών, των αγροτών και των μικροϊδιοκτητών στους δρόμους του αγώνα, ενάντια στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, το οποίο προσθέτει άλλο ένα καρφί στο φέρετρό τους.
Η «νέα» Νέα Δημοκρατία θα επιχειρήσει να τετραγωνίσει τον κύκλο με μια επιθετική αντικομμουνιστική και αντεπαναστατική πολιτική υπεράσπισης της ιδιοκτησίας τη στιγμή που η πολιτική των μνημονίων καταστρέφει τη μικρή ιδιοκτησία. Και ταυτόχρονα, με μια γραμμή πολιτικού μετώπου και συμμαχιών με τις συντηρητικές, ευρωπαϊστικές και κανιβαλικές τάσεις των μεσαίων στρωμάτων.
Σε αυτή την κατεύθυνση εντάσσονται οι συναντήσεις και συνεννοήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη με τους αρχηγούς των μικρότερων αστικών κομμάτων (Ποτάμι και ΠΑΣΟΚ) και η πρόταση για μια πολύμορφη [πολιτική] «συμμαχία του Ναι» στην ΕΕ και το ευρώ. Αυτή η γραμμή, άλλους τους έλκει προς τη ΝΔ (δηλώσεις Θεοδωράκη) και άλλους τους αναγκάζει να αντιστέκονται στη διαφαινόμενη σύνθλιψη από τον κίνδυνο ενός νέου δικομματισμού (ΠΑΣΟΚ και κινήσεις ενότητας του κλασικού σοσιαλφιλελευθερισμού), ενώ αναγκάζει το ΣΥΡΙΖΑ να αναζητά μια μορφή κατάργησης του εκλογικού μπόνους των 50 εδρών για να μην το καρπωθεί ο Μητσοτάκης. Ο οποίος ανεβάζει τους τόνους αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση και δηλώνει ότι δεν θα ψηφίσει το αντιασφαλιστικό νομοσχέδιο από δεξιά, αστική, εργοδοτική και «ευρωπαϊκή» σκοπιά. Καταδικάζει τις πληβειακές μορφές πάλης των μπλόκων για να ενσωματώσει τον εξωκοινοβουλευτικό αγώνα στην εκλογική, κοινοβουλευτική προοπτική της νίκης του. Σκοπεύει, έτσι, με την πολύπλευρη στήριξη εγχώριων και ξένων καπιταλιστικών κύκλων, να στρέψει την εντεινόμενη και μαζική δυσαρέσκεια από τον ΣΥΡΙΖΑ προς τα δεξιά, προς την κανιβαλική διάλυση της αντίστασης και της συνοχής της πληττόμενης, εργατικής και λαϊκής πλειοψηφίας. Αυτή η κανιβαλική πλευρά του Κυρ. Μητσοτάκη, εκφράζεται με την επιλογή του τραπεζόφιλου και ευρωλάγνου Σταϊκούρα και του ακροδεξιού Άδ. Γεωργιάδη.
Η γενικότερη πολιτική αντιπαράθεση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και των κομμουνιστικών ρευμάτων και δυνάμεων με τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη πρέπει να στηρίζεται σε μια βαθιά γνώση των κοινωνικών σχέσεων και των αντιθέσεων του συνόλου των τάξεων και όχι μόνον της εργατικής τάξης ή, ακόμη χειρότερα, ορισμένων τμημάτων της (π.χ., του υπό προλεταριοποίηση εργατικού τμήματος, του δημόσιου κ.λπ.). Να κινείται με προσανατολισμό και περιεχόμενο την αντικαπιταλιστική λαϊκή συμμαχία ενάντια στα σύχρονα πολυεθνικά, πολυκλαδικά μονοπώλια και το τραπεζικό – χρηματιστικό κεφάλαιο που καταστρέφει και καταπιέζει αυτά τα στρώματα, με βάση την αυτοτέλεια της εργατικής επαναστατικής πολιτικής. Τα στρώματα αυτά, λόγω της αντικειμενικής κοινωνικής τους θέσης και λόγω της τάσης μαζικής καταστροφής τους, είναι σύμμαχα στρώματα τόσο στην πάλη για την ανατροπή της επίθεσης, όσο και στην προοπτική της κοινωνικής επανάστασης.
Το γεγονός ότι οι ηγεσίες των συνδικαλιστικών και λοιπών ενώσεών τους βρίσκονται σήμερα στα χέρια βασικά της ΝΔ και υπό την καθοδήγηση των αντιπάλων τους, δηλαδή της μεγάλης και μεσαίας επιχειρηματικής αστικής τάξης, δεν μπορεί και δεν πρέπει να κρύψει την ταξική αντιπαράθεση στο εσωτερικό τους. Δεν μπορεί να καλύψει την αναγκαιότητα και δυνατότητα για την απαγκίστρωση των αυτοαπασχολούμενων και μικρομεσαίων στρωμάτων από τη μεγάλη ιδιοκτησία, για τη συμμαχία τους με την εργατική τάξη και για την ηγεμονία της ταξικής ανατρεπτικής πολιτικής, δηλαδή, της αυθεντικά εργατικής πολιτικής.
Η νέα κομμουνιστική πολιτική μπορεί και πρέπει να εκμεταλλευθεί την ταξική αντίθεση της μικρής ιδιοκτησίας ενάντια στη μεγάλη. Για αυτό η εργατική πολιτική κοινωνικών συμμαχιών πρέπει να συνδυάζεται με μια επιθετική γραμμή πολιτικών συμμαχιών με τις αριστερόστροφες πλευρές των αδύναμων, φτωχών, μικρομεσαίων στρωμάτων. Για αυτό απαιτείται η στήριξη από πλευράς των ταξικών εργατικών συνδικάτων, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και των άλλων δυνάμεων της μαχόμενης Αριστεράς, στον αγώνα τους ενάντια στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο και γενικά, ενάντια στη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και τη ΝΔ, στο μνημονιακό μπλοκ, στις αστικές και συντηρητικές ηγεσίες των ενώσεών τους. Με περιεχόμενο που θα αναδεικνύει εκείνα τα αιτήματα που στηρίζουν τα πραγματικά συμφέροντά τους, την αντίθεσή τους με το μεγάλο κεφάλαιο και το μέτωπο με την εργατική τάξη. Που θα πολιτικοποιεί με προσοχή τον αγώνα τους, θα τον ενώνει και θα τον γενικεύει ενάντια σε όλα τα μνημόνια και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Έτσι, μπορεί να αντιμετωπισθεί τόσο η κυβερνητική επίθεση, όσο και η Νέα Δημοκρατία.
του Κώστα Μάρκου
Η Νέα Δημοκρατία αποτελεί το κόμμα της αστικής τάξης μέσω του οποίου
οργάνωνε την κοινωνική συμμαχία και την ιδεολογική – πολιτική ηγεμονία
της μεγάλης μονοπωλιακής ιδιοκτησίας πάνω στα ευρύτερα στρώματα της
μικρής ιδιοκτησίας στη χώρα μας, στη βάση της υπεράσπισης της
ιδιοκτησίας γενικά.
Με το δεύτερο κόμμα τους, το ΠΑΣΟΚ, οργάνωναν την ηγεμονία και κοινωνική συμμαχία των πολυθνικών με την εργατική τάξη, μέσω της μικροαστικής μισθωτής διανόησης, της εργατικής αριστοκρατίας και γραφειοκρατίας. Η κρίση έθεσε σε κρίση αυτές τις σχέσεις και στους δυο πόλους. Ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται να παίξει το ρόλο του ΠΑΣΟΚ, αλλά αυτός ο ρόλος προσκρούει σε δυο ανυπέρβλητους σκοπέλους: Ο ένας είναι η έλλειψη οργανικών δεσμών με την εργατική τάξη (όπως σωστά επισημαίνει το τουρκικό Κόμμα Εργασίας στο άρθρο – κριτική στο ΚΚΕ) και ο δεύτερος είναι η αδυναμία οποιασδήποτε αναδιανεμητικής πολιτικής υπέρ της εργασίας λόγω της κρίσης.
Η μακρόχρονη ηγεμονία και συμμαχία του μεγάλου κεφαλαίου με τη μεσαία και μικρή ιδιοκτησία ροκανιζόταν επί χρόνια και διαταράχθηκε έντονα από την επιθετικότητα του μεγάλου κεφαλαίου, στη διάρκεια των εφτά χρόνων της δομικής καπιταλιστικής κρίσης. Η μεγάλη μείωση των συμμετεχόντων στις εκλογές για τον πρόεδρο της ΝΔ, από περίπου 700.000 στις αρχές της κρίσης, σε περίπου 380.000 στις τελευταίες εκλογές, είναι ο τελευταίος αδιάψευστος μάρτυρας της παραπάνω διαπίστωσης.
Εντός μάλιστα αυτών των ψηφοφόρων, εμφανίστηκε μια αξιοπρόσεκτη πόλωση: Στους λαϊκούς δήμους της Αθήνας, όπου κατοικεί η μικρή ιδιοκτησία της βάσης της ΝΔ, το λιγότερο κανιβαλικό και συναινετικό πρόσωπο του Ευαγγ. Μεϊμαράκη έλαβε ποσοστά της τάξης του 60% έως και 80%, ενώ αντίστοιχα είναι τα ποσοστά του πιο επιθετικού Κυρ. Μητσοτάκη στα βόρεια προάστια και στη ζώνη της παραλιακής, όπου κατοικεί η πλούσια αριστοκρατία της.
Πώς εξηγείται αυτή η πόλωση;
Τα στοιχεία είναι καταλυτικά. Σύμφωνα με έρευνες της Κομισιόν και του ΚΕΠΕ (Κέντρο Προγραμματισμού Οικονομικών Ερευνών, βλ. Καθημερινή, 23/7/2015), ο αριθμός των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην Ελλάδα, μειώθηκε από 858.200, το 2008, σε 629.700, το 2014. Σε μια επταετία, εξαφανίστηκαν από τον επιχειρηματικό χάρτη της χώρας περίπου 229.000 επιχειρήσεις. Τα στοιχεία αυτά, όμως, συσκοτίζουν την ταξική διαστρωμάτωση των απωλειών. Το συντριπτικό πλήγμα δέχθηκαν οι «πολύ μικρές επιχειρήσεις», οι οποίες μειώθηκαν κατά 222.700. Το 97% των λουκέτων προέρχεται από τις πολύ μικρές επιχειρήσεις. Τη μεγαλύτερη μείωση σημείωσαν οι πολύ μικρές επιχειρήσεις στον κλάδο των κατασκευών και του εμπορίου.
Από άλλες έρευνες (Eurostat, Εθνική Συνομοσπονδία Εμπορίου κ.α.) συνάγονται δυο συμπεράσματα: Το ποσοστό των αυτοπασχολούμενων στο σύνολο της απασχόλησης στην Ελλάδα, κυμαίνεται στο 32% (2014), ποσοστό ιδιαίτερα υψηλό εάν συγκριθεί με το μέσο όρο της ΕΕ, που είναι μόλις 14%. Στον τομέα αυτό, η μείωση στα χρόνια της κρίσης αγγίζει το 12%, με ιδιαίτερο πλήγμα να δέχονται και εδώ οι κλάδοι του εμπορίου και των κατασκευών (γύρω στο 16%). Είναι γνωστό ότι στην Ελλάδα, η μικρή επιχειρηματικότητα και η αυτοπασχόληση των επαγγελματιών συνδέεται σχεδόν βαθιά με το επιστημονικό πτυχίο (μηχανικοί, γιατροί, δικηγόροι, λογιστές κ.α.).
Την ίδια στιγμή, το μεγάλο κεφάλαιο και οι πολυεθνικοί όμιλοι οφελούνται από την καταστροφή της μικρής ιδιοκτησίας, συγκεντρώνουν μερίδια αγορών, τζίρου και κερδών. Με άλλα λόγια, τα συμφέροντα των αυτοαπασχολούμενων, επαγγελματιών και μικρών ιδιοκτητών κινούνται σε τροχιά σύγκρουσης και ταξικής αντιπαράθεσης με το μεγάλο κεφάλαιο. Πρόκειται για παγκόσμια τάση, η οποία, εκτός των προαναφερθέντων, περιλαμβάνει μια μαζική καταστροφή της πολύμορφης μικρής ιδιοκτησίας στη γη. Πρόκειται για έναν ιστορικό, γενικευμένο κλονισμό της ιδιοκτησίας, για μια τεράστια απαλλοτρίωση των ιδιοκτητών από τους ιδιοκτήτες, στην εποχή του ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Το πρόβλημα για την αστική τάξη της χώρας μας είναι μεγάλο. Χωρίς την ανάταξη της κλονισμένης ηγεμονίας – συμμαχίας της μεγάλης ιδιοκτησίας με τη μεσαία και μικρή, είναι αδύνατη τόσο η ομαλή αναπαραγωγή του κεφαλαίου, όσο και η αδιατάρακτη συνέχιση της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Αυτό είναι το κεντρικό πρόβλημα και της νέας ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας, το οποίο συνέπεσε με την εκρηκτική εμφάνιση των αυτοαπασχολούμενων, των ελεύθερων επαγγελματιών, των αγροτών και των μικροϊδιοκτητών στους δρόμους του αγώνα, ενάντια στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, το οποίο προσθέτει άλλο ένα καρφί στο φέρετρό τους.
Η «νέα» Νέα Δημοκρατία θα επιχειρήσει να τετραγωνίσει τον κύκλο με μια επιθετική αντικομμουνιστική και αντεπαναστατική πολιτική υπεράσπισης της ιδιοκτησίας τη στιγμή που η πολιτική των μνημονίων καταστρέφει τη μικρή ιδιοκτησία. Και ταυτόχρονα, με μια γραμμή πολιτικού μετώπου και συμμαχιών με τις συντηρητικές, ευρωπαϊστικές και κανιβαλικές τάσεις των μεσαίων στρωμάτων.
Σε αυτή την κατεύθυνση εντάσσονται οι συναντήσεις και συνεννοήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη με τους αρχηγούς των μικρότερων αστικών κομμάτων (Ποτάμι και ΠΑΣΟΚ) και η πρόταση για μια πολύμορφη [πολιτική] «συμμαχία του Ναι» στην ΕΕ και το ευρώ. Αυτή η γραμμή, άλλους τους έλκει προς τη ΝΔ (δηλώσεις Θεοδωράκη) και άλλους τους αναγκάζει να αντιστέκονται στη διαφαινόμενη σύνθλιψη από τον κίνδυνο ενός νέου δικομματισμού (ΠΑΣΟΚ και κινήσεις ενότητας του κλασικού σοσιαλφιλελευθερισμού), ενώ αναγκάζει το ΣΥΡΙΖΑ να αναζητά μια μορφή κατάργησης του εκλογικού μπόνους των 50 εδρών για να μην το καρπωθεί ο Μητσοτάκης. Ο οποίος ανεβάζει τους τόνους αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση και δηλώνει ότι δεν θα ψηφίσει το αντιασφαλιστικό νομοσχέδιο από δεξιά, αστική, εργοδοτική και «ευρωπαϊκή» σκοπιά. Καταδικάζει τις πληβειακές μορφές πάλης των μπλόκων για να ενσωματώσει τον εξωκοινοβουλευτικό αγώνα στην εκλογική, κοινοβουλευτική προοπτική της νίκης του. Σκοπεύει, έτσι, με την πολύπλευρη στήριξη εγχώριων και ξένων καπιταλιστικών κύκλων, να στρέψει την εντεινόμενη και μαζική δυσαρέσκεια από τον ΣΥΡΙΖΑ προς τα δεξιά, προς την κανιβαλική διάλυση της αντίστασης και της συνοχής της πληττόμενης, εργατικής και λαϊκής πλειοψηφίας. Αυτή η κανιβαλική πλευρά του Κυρ. Μητσοτάκη, εκφράζεται με την επιλογή του τραπεζόφιλου και ευρωλάγνου Σταϊκούρα και του ακροδεξιού Άδ. Γεωργιάδη.
Η γενικότερη πολιτική αντιπαράθεση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και των κομμουνιστικών ρευμάτων και δυνάμεων με τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη πρέπει να στηρίζεται σε μια βαθιά γνώση των κοινωνικών σχέσεων και των αντιθέσεων του συνόλου των τάξεων και όχι μόνον της εργατικής τάξης ή, ακόμη χειρότερα, ορισμένων τμημάτων της (π.χ., του υπό προλεταριοποίηση εργατικού τμήματος, του δημόσιου κ.λπ.). Να κινείται με προσανατολισμό και περιεχόμενο την αντικαπιταλιστική λαϊκή συμμαχία ενάντια στα σύχρονα πολυεθνικά, πολυκλαδικά μονοπώλια και το τραπεζικό – χρηματιστικό κεφάλαιο που καταστρέφει και καταπιέζει αυτά τα στρώματα, με βάση την αυτοτέλεια της εργατικής επαναστατικής πολιτικής. Τα στρώματα αυτά, λόγω της αντικειμενικής κοινωνικής τους θέσης και λόγω της τάσης μαζικής καταστροφής τους, είναι σύμμαχα στρώματα τόσο στην πάλη για την ανατροπή της επίθεσης, όσο και στην προοπτική της κοινωνικής επανάστασης.
Το γεγονός ότι οι ηγεσίες των συνδικαλιστικών και λοιπών ενώσεών τους βρίσκονται σήμερα στα χέρια βασικά της ΝΔ και υπό την καθοδήγηση των αντιπάλων τους, δηλαδή της μεγάλης και μεσαίας επιχειρηματικής αστικής τάξης, δεν μπορεί και δεν πρέπει να κρύψει την ταξική αντιπαράθεση στο εσωτερικό τους. Δεν μπορεί να καλύψει την αναγκαιότητα και δυνατότητα για την απαγκίστρωση των αυτοαπασχολούμενων και μικρομεσαίων στρωμάτων από τη μεγάλη ιδιοκτησία, για τη συμμαχία τους με την εργατική τάξη και για την ηγεμονία της ταξικής ανατρεπτικής πολιτικής, δηλαδή, της αυθεντικά εργατικής πολιτικής.
Η νέα κομμουνιστική πολιτική μπορεί και πρέπει να εκμεταλλευθεί την ταξική αντίθεση της μικρής ιδιοκτησίας ενάντια στη μεγάλη. Για αυτό η εργατική πολιτική κοινωνικών συμμαχιών πρέπει να συνδυάζεται με μια επιθετική γραμμή πολιτικών συμμαχιών με τις αριστερόστροφες πλευρές των αδύναμων, φτωχών, μικρομεσαίων στρωμάτων. Για αυτό απαιτείται η στήριξη από πλευράς των ταξικών εργατικών συνδικάτων, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και των άλλων δυνάμεων της μαχόμενης Αριστεράς, στον αγώνα τους ενάντια στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο και γενικά, ενάντια στη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και τη ΝΔ, στο μνημονιακό μπλοκ, στις αστικές και συντηρητικές ηγεσίες των ενώσεών τους. Με περιεχόμενο που θα αναδεικνύει εκείνα τα αιτήματα που στηρίζουν τα πραγματικά συμφέροντά τους, την αντίθεσή τους με το μεγάλο κεφάλαιο και το μέτωπο με την εργατική τάξη. Που θα πολιτικοποιεί με προσοχή τον αγώνα τους, θα τον ενώνει και θα τον γενικεύει ενάντια σε όλα τα μνημόνια και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Έτσι, μπορεί να αντιμετωπισθεί τόσο η κυβερνητική επίθεση, όσο και η Νέα Δημοκρατία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου