Κλιμακώνουν το χρηματοδοτικό bullying εις βάρος της κυβέρνησης οι δανειστές – ΕΚΤ και ΔΝΤ κρατούν τα κλειδιά της διαπραγμάτευσης και απαιτούν «συμμόρφωση»
«Καθήκον μας είναι να πείσουμε τους εταίρους μας ότι οι δεσμεύσεις μας είναι στρατηγικές και όχι τακτικιστικές, και η λογική μας υγιής. Καθήκον τους είναι να εγκαταλείψουν μια στρατηγική που έχει αποτύχει». Είναι η κατακλείδα άρθρου του υπουργού Οικονομικών Γ. Βαρουφάκη στο Project Syndicate, με τίτλο «Ένα New Deal για την Ελλάδα». Σ’ αυτή τη φράση περικλείεται το βασικό λάθος της κυβερνητικής τακτικής στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές. Την αντιμετωπίζει ως υπόθεση πειθούς. Λες και οι δανειστές είναι παραπλανημένα πλάσματα, που με τα κατάλληλα πειστικά επιχειρήματα θα επανέλθουν στον ορθό δρόμο. Εδώ μπερδεύεται η επικοινωνία και η δημόσια ρητορική με τον «πόλεμο» συμφερόντων και πολιτικής ισχύος.
Ακόμη κι αν αδιαπραγμάτευτος στόχος είναι ο «έντιμος συμβιβασμός»- η «εντιμότητα» του οποίου θα προκύψει μόνο αν οι αμοιβαίες υποχωρήσεις είναι ισάξιες- , η επίτευξή του είναι αδύνατη χωρίς εκβιασμούς, χωρίς αιφνιδιασμούς, χωρίς υπενθύμιση των εναλλακτικών λύσεων, της όποιας ισχύος διαθέτεις, χωρίς προβολή τού τι ζημιά μπορείς να προκαλέσεις στον αντίπαλο, χωρίς αξιοποίηση κάθε ρήγματος στο στρατόπεδό του. Μπορεί οι λέξεις «αντίπαλος», «πόλεμος» και «στρατόπεδο» να φαίνονται αταίριαστες μεταξύ εταίρων, αλλά οι πλευρές μιας διαπραγμάτευσης είναι εξ ορισμού αντίπαλες μέχρι να συμφωνήσουν. Όσο για τον «πόλεμο», ποιος άλλος χαρακτηρισμός ταιριάζει στον χρηματοδοτικό στραγγαλισμό που ασκούν οι δανειστές στην κυβέρνηση εδώ και τρεις μήνες;
Ποιος απομονώθηκε;
Ο γερμανός ευρωβουλευτής, πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, Μάνφρεντ Βέμπερ περιέγραψε χωρίς διπλωματικό σαβουάρ βιβρ το αποτέλεσμα αυτού του τρίμηνου «πολέμου»: «Δεν είναι η Γερμανία απομονωμένη στην Ευρωζώνη, είναι η Ελλάδα», δήλωσε, προσθέτοντας ότι σήμερα «υπάρχουν πιο σοβαρές συζητήσεις για μια έξοδό της από το ευρώ». Ο Βέμπερ συμπυκνώνει με σαρκασμό τον απολογισμό της «επιχείρησης πειθούς». Ο προεκλογικά διακηρυγμένος στόχος απομόνωσης της γερμανικής ηγεσίας ως βασικού εκφραστή της νεοφιλελεύθερης λιτότητας έχει προφανέστατα αποτύχει. Σήμερα βασιλικότεροι του βασιλέως στην εκστρατεία εκβιασμού της κυβέρνησης είναι πολλοί από τους εικαζόμενους συμμάχους. Με πρώτους το ΔΝΤ και την ΕΚΤ.
Το Eurogroup στη Ρίγα της Λεττονίας δεν πρόσθεσε πολλά στις γνώσεις μας για τις προθέσεις και την τακτική των δανειστών και κατέδειξε ότι η τακτική της «πειθούς» εξάντλησε τα όριά της. Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης, εκτός του ότι επιβάρυναν το κλίμα που είχαν «ελαφρύνει» οι συναντήσεις Τσίπρα με Μέρκελ, Ολάντ και Γιούνκερ στο περιθώριο της συνόδου κορυφής, πέταξαν και πάλι την μπάλα στην εξέδρα του Brussels Group και του… Atnens Group, ήτοι των εις Χίλτον καταλυόντων τεχνικών κλιμακίων.
Εν ολίγοις, υποβαθμίζουν την πολιτική διαπραγμάτευση και αναβαθμίζουν την «τεχνική» διαπραγμάτευση, που αποδεικνύεται πιο πολιτική από την άλλη. Με τον τρόπο αυτό, εμμέσως, «ανασταίνουν» την τρόικα και δίνουν την πρωτοκαθεδρία στους κατ’ εξοχήν διαπραγματευτές που έχει απέναντί της η κυβέρνηση: την ΕΚΤ και το ΔΝΤ. Οι υπουργοί της Ευρωζώνης περιορίζονται σε λεκτικούς «προπηλακισμούς» εις βάρος του υπουργού Οικονομικών (σε μια μάλλον προφανή προσπάθεια να προκαλέσουν ακόμη και κυβερνητική κρίση), σε δηλώσεις περί «αργής προόδου με ευθύνη της Ελλάδας» και σε tweets απαξίωσης των ελληνικών θέσεων. Οι αληθινοί διαπραγματευτές παίρνουν τη σκυτάλη των πιέσεων.
Το παιχνίδι της ρευστότητας
Η ΕΚΤ έδωσε απάντηση στην έκκληση Μέρκελ «να γίνουν τα πάντα για να μη μείνει η Ελλάδα από ρευστό». «Θα παρέχεται έκτακτη ρευστότητα (σ.σ. ELA), όσο οι τράπεζες παραμένουν φερέγγυες και έχουν επαρκή ασφάλεια», δήλωσε ο Ντράγκι. Ταυτόχρονα, απέκλεισε το ενδεχόμενο μερικής εκταμίευσης της δανειακής δόσης, όπως ζητεί η ελληνική κυβέρνηση. «Έχουμε συμφωνήσει σε πλήρες πακέτο εντός τεσσάρων μηνών», είπε, παραπέμποντας έμμεσα στο μακρύ χρονοδιάγραμμα Σόιμπλε για χρηματοδοτικό βασανιστήριο ακόμη και μέχρι και τις 30 Ιουνίου.
Ο Ντράγκι έθεσε και τις τρεις προϋποθέσεις για συμφωνία: Χρειάζεται «διαδικασία» (δηλαδή ολοκλήρωση της αξιολόγησης από τους θεσμούς της πρώην τρόικας), σύγκλιση στο δημοσιονομικό (ήτοι, πρωτογενές πλεόνασμα, στο οποίο έχει ήδη συμφωνηθεί «ευελιξία» στην περιοχή του 1,2%-1,5%) και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (δηλαδή, ιδιωτικοποιήσεις, παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό και στα εργασιακά, περαιτέρω απελευθερώσεις στις αγορές, που είναι τα πεδία στα οποία οι δανειστές θέλουν να υποχωρήσει η κυβέρνηση από τις κόκκινες γραμμές της). Το μίγμα που περιγράφει ο Ντράγκι, ο οποίος ελέγχει απόλυτα το παιχνίδι του χρήματος, είναι μια δόση λιτότητας και νεοφιλελεύθερης πνοής στην ελληνική λίστα μεταρρυθμίσεων.
Ο βασικός διαπραγματευτής
Ο δεύτερος «κακός μπάτσος» της διαπραγμάτευσης είναι το ΔΝΤ- παραδόξως, κι από αυτό υπήρχαν προσδοκίες «φιλικής» στάσης. Παρ’ ότι η δανειακή συμφωνία που το συνδέει με την Ελλάδα είναι αυτοτελής και δεν έχει σχέση με την παράταση της κύριας δανειακής σύμβασης που συμφωνήθηκε στις 20/2, παρότι η εκταμίευση των δικών του δόσεων ουδόλως εξαρτάται από απόφαση του Eurogroup, είναι αυτό που μπαίνει μπροστά και ζητά, στο πλαίσιο του Brussels Group, από την κυβέρνηση να εγκαταλείψει τις «κόκκινες γραμμές».
Με εξαίρεση το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος, ουσιαστικά απαιτεί συμμόρφωση στο μεταρρυθμιστικό πνεύμα του μνημονίου. Εξ ου και η ένταση με την οποία θέτει ιδιαίτερα το ασφαλιστικό και την περικοπή συντάξεων. Θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς: «Τι σε κόφτει εσένα, κυρία Λαγκάρντ, το με ποιους όρους οι Ευρωπαίοι δανειστές θα δώσουν τη δόση των 7,2 δισ. που τους αναλογεί, αφού εσύ δεν προτίθεσαι να βάλεις το χέρι στην τσέπη, όπως δεν έχεις κάνει εδώ κι ένα χρόνο;» Η απάντηση είναι ότι, όπως ο Ντράγκι κρατάει το κλειδί της ρευστότητας, έτσι και η Λαγκάρντ κρατάει το κλειδί της βιωσιμότητας του χρέους και, εμμέσως, της μεγάλης διαπραγμάτευσης που θα γίνει τον Ιούνιο, εφόσον τελεσφορήσει η ενδιάμεση συμφωνία.
Όπως σωστά επισημαίνει η Wall Street Journal υπενθυμίζοντας την προϊστορία της ελληνικής «διάσωσης», «η πιο λάθος εκτίμηση της ελληνικής κυβέρνησης ήταν ότι η συμφωνία κρινόταν στο Βερολίνο ή στις Βρυξέλλες… Το Βερολίνο κρύβεται πίσω από το ΔΝΤ στο θέμα των μεταρρυθμίσεων, αυτό εκπόνησε το πρώτο και το δεύτερο μνημόνιο, το ίδιο θα επιδιώξει και τώρα».
Κι αυτό για δύο λόγους: πρώτον, διότι ήταν η ίδια η γερμανική ηγεσία που απαίτησε συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, θέτοντας τον όρο «no IMF, no deal», και δεύτερον διότι, ως εγγυητής της διεθνούς τοκογλυφίας και δεσμευμένο από τους κανόνες του, αυτό πρέπει να διαμορφώσει το πλαίσιο βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους εντός του οποίου θα γίνει η επόμενη αναδιάρθρωσή του, ήπια ή αυθεντική. Και, με πολλούς τρόπους, θα καθορίσει και το μεταρρυθμιστικό αντάλλαγμα αυτής της αναδιάρθρωσης.
Μέχρι 30ης Ιουνίου;
Αυτά τα δεδομένα πλαισιώνουν ένα ακόμη αγχωτικό και ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα που έχει μπροστά της η κυβέρνηση. Πρώτος σταθμός της το τέλος της επόμενης εβδομάδας, με την πιθανότητα ενός έκτακτου Eurogroup να έχει σχεδόν αποκλειστεί από τους δανειστές, παρότι η κυβέρνηση διαμηνύει ότι είναι αισιόδοξη για συμφωνία σύντομα.
Επόμενος σταθμός η συνεδρίαση του Eurogroup της 11ης Μαΐου, μια μέρα πριν χρειαστεί να καταβληθεί στο ΔΝΤ σχεδόν 1 δισ. ευρώ. Τρίτος σταθμός η συνεδρίαση της 18ης Ιουνίου, μια ανάσα από το τέλος του κατά Σόιμπλε χρονοδιαγράμματος, την 30η του Ιουνίου, οπότε και εκπνέει η τετράμηνη παράταση.
Η τακτική των δανειστών σέρνει τα πράγματα προς αυτό το έσχατο σενάριο, που θα γεφυρώσει την ενδιάμεση με τη μεγάλη διαπραγμάτευση, αλλά με κάκιστους όρους για την ελληνική πλευρά. Αν η κυβέρνηση αντέξει μέχρι τότε χωρίς να υποκύψει στο δέλεαρ μιας αθέτησης πληρωμών προς το ΔΝΤ- και είναι πραγματικό δέλεαρ αυτό-, είναι βέβαιο ότι οι δανειστές θα ενεργοποιήσουν το αρχικό εναλλακτικό τους σχέδιο.
Μαζί με κάποιες διευκολύνσεις στην αποπληρωμή του χρέους (επιμήκυνση και μείωση επιτοκίων), θα επιδιώξουν να επιβάλλουν ένα νέο πακέτο δανεισμού, που θα ανακυκλώνει κυρίως τα μη εκταμιευθέντα, ύψους 25 δισ. και άνω. Το αντάλλαγμα που θα απαιτήσουν; Ένα ακόμη μνημόνιο, όπως κι αν δεχθούν να το ονομάσουν.
Αυτός είναι ο οδικός χάρτης των δανειστών. Ο οδικός χάρτης της κυβέρνησης θα χρειαστεί προφανώς επαναχάραξη, εφόσον δεν επιβεβαιωθεί η αισιοδοξία της για συμφωνία τις επόμενες εβδομάδες. Μέχρι στιγμής ο κυβερνητικός οδικός χάρτης δεν έχει προβλέψει παρά μόνο συμβολικούς «αιφνιδιασμούς», όπως, για παράδειγμα το ταξίδι στη Μόσχα, τα αποτελέσματα του οποίου σπεύδει να εξουδετερώσει η Κομισιόν με μια διόλου τυχαία «αντιμονοπωλιακή» επίθεση στη Gazprom. Καιρός να δοκιμαστεί κι ένας πιο χειροπιαστός αιφνιδιασμός.
Γιάννης Κιμπουρόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου