Τσάμηδες από τη μία και Χρυσή Αυγή από την άλλη απειλούν την ισορροπία μεταξύ των δύο χωρών
Την ανάγκη άμεσης αναζήτησης ισορροπιών στις ελληνοαλβανικές σχέσεις αναδεικνύουν τα επεισόδια των τελευταίων ημερών σε Χιμάρα, Πρεμετή και Αργυρόκαστρο, καθώς ακραία στοιχεία έχουν αναλάβει δράση απειλώντας να φέρουν τις σχέσεις των δύο χωρών αρκετά χρόνια πίσω.
Με αφορμή κυρίως την απόφαση των Τιράνων να αθετήσουν τη συμφωνία για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών (η οποία συνέπεσε με την άνοδο ενός ιδιότυπου αλβανικού εθνικισμού), οι ελληνοαλβανικές σχέσεις οδηγήθηκαν πρακτικά σε «πάγωμα» την τελευταία πενταετία...
Ταυτόχρονα η ανάπτυξη του αλβανικού μεγαλοϊδεατισμού από τον Σαλί Μπερίσα (με τα κηρύγματα περί Αλβανίας μέχρι την Πρέβεζα...) και η στροφή της εξωτερικής πολιτικής προς την Τουρκία – όχι απλά ως αντίβαρο στις σχέσεις με την Ελλάδα, αλλά ως επιλογή γενικότερου προσανατολισμού –μεγέθυναν την καχυποψία μεταξύ Τιράνων και Αθήνας.
Το κλίμα αυτό προσέφερε έδαφος σε ακραίες εθνικιστικές ομάδες στην Αλβανία, στις οποίες πρωτοστατούν οργανώσεις «Τσάμηδων» για να νομιμοποιήσουν στο πολιτικό σύστημα της γειτονικής χώρας ακραίες ανθελληνικές θέσεις. Ταυτόχρονα, από ελληνική πλευράς, η διασύνδεση των ακραίων στοιχείων του «βορειοηπειρωτικού αγώνα» με τη Χρυσή Αυγή έχει δημιουργήσει ένα εκρηκτικό μείγμα, όπως φάνηκε πριν από δύο εβδομάδες στη Χιμάρα, στο μνημόσυνο του ομογενούς Α. Γκούμα.
Τώρα, πλέον, η Αθήνα αναμένει την επίσημη ανάληψη των καθηκόντων του νέου Αλβανού πρωθυπουργού, στις αρχές Σεπτεμβρίου, για να διαπιστώσει τις πραγματικές προθέσεις του Έντι Ράμα.
Οι θαλάσσιες ζώνες
όπως γράφει το Ποντίκι ένα από τα κορυφαία ζητήματα που συνεχίζουν να χωρίζουν τις δυο χώρες είναι το θέμα της Συμφωνίας Οριοθέτησης Θαλασσίων Ζωνών, που είχε υπογραφεί (επί θητείας Ντόρας Μπακογιάννη) και ήταν αποτέλεσμα μακρών και επίπονων συνομιλιών, στις οποίες από ελληνικής πλευράς είχε ηγηθεί ο πρέσβης Γιώργος Σαββαΐδης.
Η συμφωνία αυτή θεωρήθηκε ιδιαίτερα σημαντική όχι τόσο επειδή προσέφερε πλεονεκτήματα στη μία ή την άλλη πλευρά, αλλά διότι για πρώτη φορά σε ολόκληρη την περιοχή συνομολογήθηκε συμφωνία οριοθέτησης όλων των θαλασσίων ζωνών (υπαρχουσών και μελλοντικών) στη βάση των προβλέψεων της Συνθήκης περί Δικαίου της Θάλασσας.
Κάτι που αποτελεί πάγια θέση της χώρας μας και βασικό σημείο σύγκρουσης με την Τουρκία, η οποία δεν αποδέχεται το Δίκαιο της Θάλασσας – γεγονός που εμποδίζει την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο και ευνοεί τη διατύπωση γενικευμένης αμφισβήτησης του status quo στο Αιγαίο.
Η συμφωνία αυτή – με πρωτοβουλία του τότε αρχηγού της αντιπολίτευσης Έντι Ράμα – παραπέμφθηκε στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο το οποίο, υπό το βάρος κραυγών για εθνική προδοσία και παραχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων στους Έλληνες, την ακύρωσε.
Στην Αθήνα, πάντως, η εκτίμηση ήταν ότι η Τουρκία – η οποία διατηρούσε σχέσεις και με τον Ράμα – έβαλε το «χέρι» της για να ακυρωθεί η συμφωνία, που δημιουργούσε ένα «τετελεσμένο» και νομικό προηγούμενο στη χάραξη θαλασσίων ζωνών στην Ανατολική Μεσόγειο.
Έκτοτε τα Τίρανα επέμειναν σε γενική επαναδιαπραγμάτευση της συμφωνίας, ενώ η Αθήνα επέμεινε σταθερά ότι η συμφωνία ισχύει – και μάλιστα ελήφθησαν υπόψη οι προβλέψεις της για την οριοθέτηση των «οικοπέδων» στο βόρειο Ιόνιο, τα όποια έχει προσφέρει το ΥΠΕΚΑ για πετρελαϊκές έρευνες.
Ο Ράμα – που επισκέφθηκε ανεπίσημα την Ελλάδα και είχε συνομιλίες με τον Αντώνη Σαμαρά και τον Ευάγγελο Βενιζέλο – επανειλημμένα επέμεινε στην επιλογή του για προσφυγή εναντίον της συμφωνίας και ζητά συνομιλίες με «καλή θέληση και αμοιβαία εμπιστοσύνη» για να βρεθεί λύση στο πρόβλημα αυτό.
Όμως, και μόνο η αποδοχή της αλβανικής απαίτησης για επαναδιαπραγμάτευση θα αποτελεί μια σημαντική υποχώρηση της Αθήνας και με δεδομένο ότι αυτή η νέα διαδικασία έχει αποκλειστικό σκοπό να οδηγήσει σε ευνοϊκότερες ρυθμίσεις για την Αλβανία και πιο «χαλαρή» εφαρμογή του Δικαίου της Θάλασσας, το ερώτημα που τίθεται είναι για ποιο λόγο και με ποιο αντάλλαγμα θα την αποδεχτεί η συγκυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου.
Τα τοπωνύμια
Ένα άλλο ζήτημα που έχει δημιουργήσει πολλά (και πρακτικά) προβλήματα στις διμερείς σχέσεις είναι το θέμα των τοπωνυμίων. Στα διαβατήρια και τα άλλα έγγραφα που εκδίδει η Αλβανία για χιλιάδες Αλβανούς που έχουν γεννηθεί ως παιδιά μεταναστών στην Ελλάδα, οι ελληνικές πόλεις γέννησης αναγράφονται με την αλβανική ονομασία.
Αυτή η κάθε άλλο παρά... «αθώα» πρακτική που ακολούθησαν οι αλβανικές αρχές ήταν το προκάλυμμα για την εκδήλωση αλυτρωτικών βλέψεων – κυρίως στον χώρο της Ηπείρου – που εμπεριέχεται στις διεκδικήσεις περί «Μεγάλης Αλβανίας» και «Τσαμουριάς».
Έτσι η απόφαση της Αθήνας (έστω και με μεγάλη καθυστέρηση) να μην αποδέχεται ως έγκυρα τα διαβατήρια αυτά προκάλεσε σημαντικό πρόβλημα στη διακίνηση από και προς την Ελλάδα των κατόχων των εν λόγω διαβατηρίων. Ωστόσο, με την εφαρμογή των αυστηρών ελέγχων έχει μεταφερθεί η πίεση και προς την αλβανική κυβέρνηση η οποία, έχοντας παραβιάσει προβλέψεις της διεθνούς νομοθεσίας για τα τοπωνύμια, παραδέχεται το πρόβλημα και έχει ήδη αρχίσει η συζήτηση στα Τίρανα για αντικατάσταση των διαβατηρίων.
Εντούτοις, τη στιγμή που είχε κορυφωθεί η πίεση στην Αλβανία, η Αθήνα αποφάσισε να διευκολύνει την αλβανική κυβέρνηση και αποφάσισε ως κίνηση καλής θέλησης να επιτρέψει μέχρι τις 5 Σεπτεμβρίου τις διελεύσεις με διαβατήρια που αναγράφουν τα αλβανικά τοπωνύμια, έχοντας προφανώς δεχθεί τις δεσμεύσεις του Ράμα ότι θα ρυθμίσει το ζήτημα μόλις αναλάβει τα καθήκοντά του.
Ύστερα από αυτή την κίνηση καλής θέλησης, τα πράγματα στις διμερείς σχέσεις ακολούθησαν την «πεπατημένη»...
Τσάμηδες και χρυσαυγίτες
Όμως κάποιοι, και στις δύο πλευρές των συνόρων, επιμένουν να υποκαθιστούν την εξωτερική πολιτική των δύο χωρών. Ακραίες οργανώσεις Τσάμηδων πραγματοποίησαν σειρά εκδηλώσεων για τη «γενοκτονία» που υποτίθεται ότι διέπραξε εις βάρος τους η... Ελλάδα, με πορείες και συγκεντρώσεις στα ελληνοαλβανικά σύνορα, όπου έχουν ανεγείρει και μνημείο της «γενοκτονίας».
Αν και τα κόμματα των Τσάμηδων δεν εκπροσωπούνται στην κυβέρνηση, ωστόσο παραμένουν ισχυροί παράγοντες πίεσης στο αλβανικό πολιτικό σκηνικό ενσωματώνοντας εθνικιστικά στοιχειά με ανθελληνικό προσανατολισμό.
Στην Ελλάδα, πάλι, το διαχρονικό κενό επίσημης πολιτικής επιτρέπει σε ακραίους παράγοντες να παίζουν τα δικά τους παιχνίδια και, όταν τον ρόλο αυτόν διεκδικεί η Χρυσή Αυγή, τότε η κατάσταση γίνεται περισσότερο προβληματική.
Μετά τα επεισόδια πέρυσι, στην επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, στο στρατιωτικό νεκροταφείο στους Βουλιαράτες από μέλη της Χρυσής Αυγής, πριν από δυο εβδομάδες την ευκαιρία για επανεμφάνιση της ναζιστικής οργάνωσης στην Αλβανία έδωσε το μνημόσυνο του δολοφονημένου ομογενούς Αριστοτέλη Γκούμα στη Χιμάρα.
Με χρυσαυγίτες από την Ελλάδα – αλλά κυρίως ομογενείς από την Αλβανία –, με τη συναίνεση και της οικογενείας του Γκούμα, επιχειρήθηκε να μετατραπεί το μνημόσυνο σε εθνικιστική εκδήλωση με αντιαλβανικα συνθήματα και φωνές για την αυτονομία της Βορείου Ηπείρου. Παρά το γεγονός ότι ο ιερέας αποχώρησε, η εκδήλωση συνεχίστηκε με τους μαυροντυμένους νεαρούς που κρατούσαν σημαίες της «ελληνικής Βορείου Ηπείρου» και της Χρυσής Αυγής.
Παρότι μεγάλο μέρος του αλβανικού Τύπου έδειξε μια απρόσμενη ωριμότητα καλώντας όλους να αγνοήσουν τα καραγκιοζιλίκια ορισμένων γραφικών ναζιστών, άλλοι κύκλοι στην Αλβανία βρήκαν την ευκαιρία από το επεισόδιο αυτό για να οργανώσουν πράξεις «αντιποίνων».
Λίγες ήμερες αργότερα, στην Πρεμετή, εκδηλώθηκε η πρωτοφανής επίθεση εναντίον του ναού των Εισοδίων της Θεοτόκου που λειτουργούσε στο πρώην Πολιτιστικό Κέντρο, το όποιο ήταν χτισμένο σε οικόπεδο που ανήκε στην εκκλησία και όπου υπήρχε παλαιοτέρα και μικρός ναός.
Το 1967 το καθεστώς Χότζα είχε επισήμως απαγορεύσει στην Αλβανία τη θρησκεία και είχε δημεύσει την περιουσία όλων των εκκλησιών. Όταν κατέρρευσε το καθεστώς, το 1990, άρχισε με πολλά προβλήματα (σε ό,τι αφορά τουλάχιστον την Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας) η επιστροφή της περιουσίας της Εκκλησίας που δεν είχε καταστραφεί ή καταπατηθεί από τους ευνοούμενους του πρώην και του νυν καθεστώτος.
Αποφάσεις τοπικών δικαστηρίων είχαν δικαιώσει τον Δήμο Πρεμετής απορρίπτοντας το αίτημα της Εκκλησίας για αναγνώριση των περιουσιακών δικαιωμάτων της επί του κτηρίου στο οποίο λειτουργούσε ο ναός. Έτσι, εντελώς... «ξαφνικά», άνδρες ιδιωτικής εταιρείας σεκιούριτι και του δήμου έκαναν έφοδο στον ναό φορτώνοντας σε φορτηγά εικόνες, ιερά σκεύη και ό,τι άλλο υπήρχε στον ναό, καταλαμβάνοντας το κτήριο και παραβιάζοντας κάθε έννοια σεβασμού των θρησκευτικών και μειονοτικών δικαιωμάτων.
Ακολούθησε η επίθεση με πέτρες και άλλα αντικείμενα στο Γενικό Προξενείο Αργυροκάστρου, ανασύροντας μνήμες από τις χειρότερες περιόδους στις ελληνοαλβανικές σχέσεις.
Την αναβίωση αυτού του ψυχροπολεμικού κλίματος στις ελληνοαλβανικές σχέσεις καλούνται να αποτρέψουν τώρα οι δυο κυβερνήσεις, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η «νέα εποχή» στις διμερείς σχέσεις μπορεί να στηριχθεί στην μονομερή υποχώρηση στις απαιτήσεις της άλλης πλευράς...
Η αθλιότητα των νεοναζί και η προπαγάνδα του Μπερίσα
Πάντως, μια απάντηση για το πόσο «αποτελεσματικές» είναι οι παρεμβάσεις της Χρυσής Αυγής στο να διευκολύνουν τις επιδιώξεις των εθνικιστικών και ανθελληνικών παραγόντων της Αλβανίας αποτελεί η αντίδραση του απερχόμενου πρωθυπουργού Σαλί Μπερίσα, στη σελίδα του στο facebook, όσον αφορά τα γεγονότα της Χιμάρας:
«Μια νεκρώσιμη τελετή πολιτικοποιημένη μέχρι τον ναζισμό, από έναν πολύ μικρό αριθμό ακραίων στοιχείων, δολοφόνησε αυτές τις ημέρες για δεύτερη φορά τον νεαρό Αριστοτέλη Γκούμα. Οι προσπάθειες για να βρουν μειονότητα στη Χιμάρα – με τη βοήθεια της πολιτικής τυμβωρυχίας – είναι δονκιχωτικές και κωμικοτραγικές. Η Χιμάρα, ανά τους αιώνες, ήταν και παραμένει κοιτίδα του αλβανικού πατριωτισμού, με μεγάλη προσφορά στους αγώνες της χώρας για ελευθερία, με προσφορά στα γράμματα, στις τέχνες και στον εθνικό πολιτισμό.
Στην περιοχή αυτή, μερικά χωριά και η ίδια η Χιμάρα είναι δίγλωσσα, αλλά με ίδιο DNA και υπο-ομάδες αίματος με εκείνα των άλλων χωριών, τα οποία για χιλιάδες χρόνια δεν μίλησαν ούτε μία λέξη στην ελληνική ή σε κάποια άλλη γλώσσα, εκτός από την όμορφη αλβανική γλώσσα. Μια νεκρώσιμη τελετή με ακραία πολιτικοποίηση αποδεικνύει για μία ακόμα φορά την αξιολύπητη θέση εκείνων οι οποίοι επιδιώκουν να βρουν στους νεκρούς ίχνη μιας μειονότητας που δεν υπήρξε ποτέ στη Χιμάρα»...
Πολύ απλά, το ανεγκέφαλο και τυχοδιωκτικό ξέσπασμα των Χρυσαυγιτών προκάλεσε μια επίσημη αμφισβήτηση της ύπαρξης ελληνικής ταυτότητας στη Χιμάρα...
Την ανάγκη άμεσης αναζήτησης ισορροπιών στις ελληνοαλβανικές σχέσεις αναδεικνύουν τα επεισόδια των τελευταίων ημερών σε Χιμάρα, Πρεμετή και Αργυρόκαστρο, καθώς ακραία στοιχεία έχουν αναλάβει δράση απειλώντας να φέρουν τις σχέσεις των δύο χωρών αρκετά χρόνια πίσω.
Με αφορμή κυρίως την απόφαση των Τιράνων να αθετήσουν τη συμφωνία για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών (η οποία συνέπεσε με την άνοδο ενός ιδιότυπου αλβανικού εθνικισμού), οι ελληνοαλβανικές σχέσεις οδηγήθηκαν πρακτικά σε «πάγωμα» την τελευταία πενταετία...
Ταυτόχρονα η ανάπτυξη του αλβανικού μεγαλοϊδεατισμού από τον Σαλί Μπερίσα (με τα κηρύγματα περί Αλβανίας μέχρι την Πρέβεζα...) και η στροφή της εξωτερικής πολιτικής προς την Τουρκία – όχι απλά ως αντίβαρο στις σχέσεις με την Ελλάδα, αλλά ως επιλογή γενικότερου προσανατολισμού –μεγέθυναν την καχυποψία μεταξύ Τιράνων και Αθήνας.
Το κλίμα αυτό προσέφερε έδαφος σε ακραίες εθνικιστικές ομάδες στην Αλβανία, στις οποίες πρωτοστατούν οργανώσεις «Τσάμηδων» για να νομιμοποιήσουν στο πολιτικό σύστημα της γειτονικής χώρας ακραίες ανθελληνικές θέσεις. Ταυτόχρονα, από ελληνική πλευράς, η διασύνδεση των ακραίων στοιχείων του «βορειοηπειρωτικού αγώνα» με τη Χρυσή Αυγή έχει δημιουργήσει ένα εκρηκτικό μείγμα, όπως φάνηκε πριν από δύο εβδομάδες στη Χιμάρα, στο μνημόσυνο του ομογενούς Α. Γκούμα.
Τώρα, πλέον, η Αθήνα αναμένει την επίσημη ανάληψη των καθηκόντων του νέου Αλβανού πρωθυπουργού, στις αρχές Σεπτεμβρίου, για να διαπιστώσει τις πραγματικές προθέσεις του Έντι Ράμα.
Οι θαλάσσιες ζώνες
όπως γράφει το Ποντίκι ένα από τα κορυφαία ζητήματα που συνεχίζουν να χωρίζουν τις δυο χώρες είναι το θέμα της Συμφωνίας Οριοθέτησης Θαλασσίων Ζωνών, που είχε υπογραφεί (επί θητείας Ντόρας Μπακογιάννη) και ήταν αποτέλεσμα μακρών και επίπονων συνομιλιών, στις οποίες από ελληνικής πλευράς είχε ηγηθεί ο πρέσβης Γιώργος Σαββαΐδης.
Η συμφωνία αυτή θεωρήθηκε ιδιαίτερα σημαντική όχι τόσο επειδή προσέφερε πλεονεκτήματα στη μία ή την άλλη πλευρά, αλλά διότι για πρώτη φορά σε ολόκληρη την περιοχή συνομολογήθηκε συμφωνία οριοθέτησης όλων των θαλασσίων ζωνών (υπαρχουσών και μελλοντικών) στη βάση των προβλέψεων της Συνθήκης περί Δικαίου της Θάλασσας.
Κάτι που αποτελεί πάγια θέση της χώρας μας και βασικό σημείο σύγκρουσης με την Τουρκία, η οποία δεν αποδέχεται το Δίκαιο της Θάλασσας – γεγονός που εμποδίζει την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο και ευνοεί τη διατύπωση γενικευμένης αμφισβήτησης του status quo στο Αιγαίο.
Η συμφωνία αυτή – με πρωτοβουλία του τότε αρχηγού της αντιπολίτευσης Έντι Ράμα – παραπέμφθηκε στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο το οποίο, υπό το βάρος κραυγών για εθνική προδοσία και παραχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων στους Έλληνες, την ακύρωσε.
Στην Αθήνα, πάντως, η εκτίμηση ήταν ότι η Τουρκία – η οποία διατηρούσε σχέσεις και με τον Ράμα – έβαλε το «χέρι» της για να ακυρωθεί η συμφωνία, που δημιουργούσε ένα «τετελεσμένο» και νομικό προηγούμενο στη χάραξη θαλασσίων ζωνών στην Ανατολική Μεσόγειο.
Έκτοτε τα Τίρανα επέμειναν σε γενική επαναδιαπραγμάτευση της συμφωνίας, ενώ η Αθήνα επέμεινε σταθερά ότι η συμφωνία ισχύει – και μάλιστα ελήφθησαν υπόψη οι προβλέψεις της για την οριοθέτηση των «οικοπέδων» στο βόρειο Ιόνιο, τα όποια έχει προσφέρει το ΥΠΕΚΑ για πετρελαϊκές έρευνες.
Ο Ράμα – που επισκέφθηκε ανεπίσημα την Ελλάδα και είχε συνομιλίες με τον Αντώνη Σαμαρά και τον Ευάγγελο Βενιζέλο – επανειλημμένα επέμεινε στην επιλογή του για προσφυγή εναντίον της συμφωνίας και ζητά συνομιλίες με «καλή θέληση και αμοιβαία εμπιστοσύνη» για να βρεθεί λύση στο πρόβλημα αυτό.
Όμως, και μόνο η αποδοχή της αλβανικής απαίτησης για επαναδιαπραγμάτευση θα αποτελεί μια σημαντική υποχώρηση της Αθήνας και με δεδομένο ότι αυτή η νέα διαδικασία έχει αποκλειστικό σκοπό να οδηγήσει σε ευνοϊκότερες ρυθμίσεις για την Αλβανία και πιο «χαλαρή» εφαρμογή του Δικαίου της Θάλασσας, το ερώτημα που τίθεται είναι για ποιο λόγο και με ποιο αντάλλαγμα θα την αποδεχτεί η συγκυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου.
Τα τοπωνύμια
Ένα άλλο ζήτημα που έχει δημιουργήσει πολλά (και πρακτικά) προβλήματα στις διμερείς σχέσεις είναι το θέμα των τοπωνυμίων. Στα διαβατήρια και τα άλλα έγγραφα που εκδίδει η Αλβανία για χιλιάδες Αλβανούς που έχουν γεννηθεί ως παιδιά μεταναστών στην Ελλάδα, οι ελληνικές πόλεις γέννησης αναγράφονται με την αλβανική ονομασία.
Αυτή η κάθε άλλο παρά... «αθώα» πρακτική που ακολούθησαν οι αλβανικές αρχές ήταν το προκάλυμμα για την εκδήλωση αλυτρωτικών βλέψεων – κυρίως στον χώρο της Ηπείρου – που εμπεριέχεται στις διεκδικήσεις περί «Μεγάλης Αλβανίας» και «Τσαμουριάς».
Έτσι η απόφαση της Αθήνας (έστω και με μεγάλη καθυστέρηση) να μην αποδέχεται ως έγκυρα τα διαβατήρια αυτά προκάλεσε σημαντικό πρόβλημα στη διακίνηση από και προς την Ελλάδα των κατόχων των εν λόγω διαβατηρίων. Ωστόσο, με την εφαρμογή των αυστηρών ελέγχων έχει μεταφερθεί η πίεση και προς την αλβανική κυβέρνηση η οποία, έχοντας παραβιάσει προβλέψεις της διεθνούς νομοθεσίας για τα τοπωνύμια, παραδέχεται το πρόβλημα και έχει ήδη αρχίσει η συζήτηση στα Τίρανα για αντικατάσταση των διαβατηρίων.
Εντούτοις, τη στιγμή που είχε κορυφωθεί η πίεση στην Αλβανία, η Αθήνα αποφάσισε να διευκολύνει την αλβανική κυβέρνηση και αποφάσισε ως κίνηση καλής θέλησης να επιτρέψει μέχρι τις 5 Σεπτεμβρίου τις διελεύσεις με διαβατήρια που αναγράφουν τα αλβανικά τοπωνύμια, έχοντας προφανώς δεχθεί τις δεσμεύσεις του Ράμα ότι θα ρυθμίσει το ζήτημα μόλις αναλάβει τα καθήκοντά του.
Ύστερα από αυτή την κίνηση καλής θέλησης, τα πράγματα στις διμερείς σχέσεις ακολούθησαν την «πεπατημένη»...
Τσάμηδες και χρυσαυγίτες
Όμως κάποιοι, και στις δύο πλευρές των συνόρων, επιμένουν να υποκαθιστούν την εξωτερική πολιτική των δύο χωρών. Ακραίες οργανώσεις Τσάμηδων πραγματοποίησαν σειρά εκδηλώσεων για τη «γενοκτονία» που υποτίθεται ότι διέπραξε εις βάρος τους η... Ελλάδα, με πορείες και συγκεντρώσεις στα ελληνοαλβανικά σύνορα, όπου έχουν ανεγείρει και μνημείο της «γενοκτονίας».
Αν και τα κόμματα των Τσάμηδων δεν εκπροσωπούνται στην κυβέρνηση, ωστόσο παραμένουν ισχυροί παράγοντες πίεσης στο αλβανικό πολιτικό σκηνικό ενσωματώνοντας εθνικιστικά στοιχειά με ανθελληνικό προσανατολισμό.
Στην Ελλάδα, πάλι, το διαχρονικό κενό επίσημης πολιτικής επιτρέπει σε ακραίους παράγοντες να παίζουν τα δικά τους παιχνίδια και, όταν τον ρόλο αυτόν διεκδικεί η Χρυσή Αυγή, τότε η κατάσταση γίνεται περισσότερο προβληματική.
Μετά τα επεισόδια πέρυσι, στην επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, στο στρατιωτικό νεκροταφείο στους Βουλιαράτες από μέλη της Χρυσής Αυγής, πριν από δυο εβδομάδες την ευκαιρία για επανεμφάνιση της ναζιστικής οργάνωσης στην Αλβανία έδωσε το μνημόσυνο του δολοφονημένου ομογενούς Αριστοτέλη Γκούμα στη Χιμάρα.
Με χρυσαυγίτες από την Ελλάδα – αλλά κυρίως ομογενείς από την Αλβανία –, με τη συναίνεση και της οικογενείας του Γκούμα, επιχειρήθηκε να μετατραπεί το μνημόσυνο σε εθνικιστική εκδήλωση με αντιαλβανικα συνθήματα και φωνές για την αυτονομία της Βορείου Ηπείρου. Παρά το γεγονός ότι ο ιερέας αποχώρησε, η εκδήλωση συνεχίστηκε με τους μαυροντυμένους νεαρούς που κρατούσαν σημαίες της «ελληνικής Βορείου Ηπείρου» και της Χρυσής Αυγής.
Παρότι μεγάλο μέρος του αλβανικού Τύπου έδειξε μια απρόσμενη ωριμότητα καλώντας όλους να αγνοήσουν τα καραγκιοζιλίκια ορισμένων γραφικών ναζιστών, άλλοι κύκλοι στην Αλβανία βρήκαν την ευκαιρία από το επεισόδιο αυτό για να οργανώσουν πράξεις «αντιποίνων».
Λίγες ήμερες αργότερα, στην Πρεμετή, εκδηλώθηκε η πρωτοφανής επίθεση εναντίον του ναού των Εισοδίων της Θεοτόκου που λειτουργούσε στο πρώην Πολιτιστικό Κέντρο, το όποιο ήταν χτισμένο σε οικόπεδο που ανήκε στην εκκλησία και όπου υπήρχε παλαιοτέρα και μικρός ναός.
Το 1967 το καθεστώς Χότζα είχε επισήμως απαγορεύσει στην Αλβανία τη θρησκεία και είχε δημεύσει την περιουσία όλων των εκκλησιών. Όταν κατέρρευσε το καθεστώς, το 1990, άρχισε με πολλά προβλήματα (σε ό,τι αφορά τουλάχιστον την Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας) η επιστροφή της περιουσίας της Εκκλησίας που δεν είχε καταστραφεί ή καταπατηθεί από τους ευνοούμενους του πρώην και του νυν καθεστώτος.
Αποφάσεις τοπικών δικαστηρίων είχαν δικαιώσει τον Δήμο Πρεμετής απορρίπτοντας το αίτημα της Εκκλησίας για αναγνώριση των περιουσιακών δικαιωμάτων της επί του κτηρίου στο οποίο λειτουργούσε ο ναός. Έτσι, εντελώς... «ξαφνικά», άνδρες ιδιωτικής εταιρείας σεκιούριτι και του δήμου έκαναν έφοδο στον ναό φορτώνοντας σε φορτηγά εικόνες, ιερά σκεύη και ό,τι άλλο υπήρχε στον ναό, καταλαμβάνοντας το κτήριο και παραβιάζοντας κάθε έννοια σεβασμού των θρησκευτικών και μειονοτικών δικαιωμάτων.
Ακολούθησε η επίθεση με πέτρες και άλλα αντικείμενα στο Γενικό Προξενείο Αργυροκάστρου, ανασύροντας μνήμες από τις χειρότερες περιόδους στις ελληνοαλβανικές σχέσεις.
Την αναβίωση αυτού του ψυχροπολεμικού κλίματος στις ελληνοαλβανικές σχέσεις καλούνται να αποτρέψουν τώρα οι δυο κυβερνήσεις, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η «νέα εποχή» στις διμερείς σχέσεις μπορεί να στηριχθεί στην μονομερή υποχώρηση στις απαιτήσεις της άλλης πλευράς...
Η αθλιότητα των νεοναζί και η προπαγάνδα του Μπερίσα
Πάντως, μια απάντηση για το πόσο «αποτελεσματικές» είναι οι παρεμβάσεις της Χρυσής Αυγής στο να διευκολύνουν τις επιδιώξεις των εθνικιστικών και ανθελληνικών παραγόντων της Αλβανίας αποτελεί η αντίδραση του απερχόμενου πρωθυπουργού Σαλί Μπερίσα, στη σελίδα του στο facebook, όσον αφορά τα γεγονότα της Χιμάρας:
«Μια νεκρώσιμη τελετή πολιτικοποιημένη μέχρι τον ναζισμό, από έναν πολύ μικρό αριθμό ακραίων στοιχείων, δολοφόνησε αυτές τις ημέρες για δεύτερη φορά τον νεαρό Αριστοτέλη Γκούμα. Οι προσπάθειες για να βρουν μειονότητα στη Χιμάρα – με τη βοήθεια της πολιτικής τυμβωρυχίας – είναι δονκιχωτικές και κωμικοτραγικές. Η Χιμάρα, ανά τους αιώνες, ήταν και παραμένει κοιτίδα του αλβανικού πατριωτισμού, με μεγάλη προσφορά στους αγώνες της χώρας για ελευθερία, με προσφορά στα γράμματα, στις τέχνες και στον εθνικό πολιτισμό.
Στην περιοχή αυτή, μερικά χωριά και η ίδια η Χιμάρα είναι δίγλωσσα, αλλά με ίδιο DNA και υπο-ομάδες αίματος με εκείνα των άλλων χωριών, τα οποία για χιλιάδες χρόνια δεν μίλησαν ούτε μία λέξη στην ελληνική ή σε κάποια άλλη γλώσσα, εκτός από την όμορφη αλβανική γλώσσα. Μια νεκρώσιμη τελετή με ακραία πολιτικοποίηση αποδεικνύει για μία ακόμα φορά την αξιολύπητη θέση εκείνων οι οποίοι επιδιώκουν να βρουν στους νεκρούς ίχνη μιας μειονότητας που δεν υπήρξε ποτέ στη Χιμάρα»...
Πολύ απλά, το ανεγκέφαλο και τυχοδιωκτικό ξέσπασμα των Χρυσαυγιτών προκάλεσε μια επίσημη αμφισβήτηση της ύπαρξης ελληνικής ταυτότητας στη Χιμάρα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου