ΕΡΤ: μεταξύ υπεροψίας και αμετροέπειας


 Τσαουσίδης Κλέαρχος

Η νέα κυβέρνηση, ένα χαρμάνι ακροδεξιών, σοσιαλφιλελεύθερων και κλώνων, έδωσε τα πρώτα δείγματα σήψης προτού καν ορκιστεί. Το φτύσιμο της κ. Βούλτεψη προς τον τσιρίμπαση πωλητή τυπωμένου χάρτου ήταν η αρχή.
Μιας, όμως, και η αφορμή για την κατάρρευση της προηγούμενης κυβέρνησης ήταν το κλείσιμο της ΕΡΤ (άλλο αν μια από τις αιτίες είναι οι θλιβερές για ΔΗΜ.ΑΡ. - ΠΑΣΟΚ δημοσκοπήσεις), ας δούμε τι γίνεται.
Το πρωθυπουργικό δίδυμο τοποθέτησε στο πλάι τού έως τώρα υπεύθυνου υφυπουργού, του Σίμου Κεδίκογλου, έναν ακόμη κλώνο από τους συνωστιζόμενους στην ολιγομελή (μόνο 42!) κυβέρνηση (αναφέρω πρόχειρα τους Μ. Βαρβιτσιώτη, Κ. Μητσοτάκη και τις κ. Φ. Γεννηματά, Ο. Κεφαλογιάννη).

Ο κ. Π. Καψής, γιος του άλλοτε διευθυντή κορυφαίων εφημερίδων του δημοκρατικού χώρου, Γιάννη Καψή, ακολουθεί, ανεπιτυχώς ώς τα τώρα, τα βήματα του πατέρα του και στην πολιτική. Στη δημοσιογραφία μάλλον δεν τα έφτασε, αν κρίνουμε από την απομάκρυνσή του από την εφημερίδα «Το Βήμα». 

Όταν έμεινε άνεργος, ανέλαβε κυβερνητικός εκπρόσωπος στην «εταιρεία» του Λουκά Παπαδήμου και κάθε επιπλέον σχόλιο περιττεύει. Βρήκε στη συνέχεια φιλόξενο λιμάνι στο συγκρότημα της οικογένειας Μπόμπολα, οπότε το μόνο βέβαιον, αν εκπέμψει ποτέ ξανά η ΕΡΤ ως ΝΕΡΙΤ ή ΠΕΡΙΤ, είναι ότι η λέξη "Σκουριές" δεν πρόκειται να ακουστεί ούτε στο τρίτο υπόγειο του Ραδιομεγάρου.

Ευθείες ασύμπτωτες

Επί της ουσίας τώρα: αν η επιλογή Άδωνι Γεωργιάδη για το υπουργείο Υγείας μπορεί να θεωρηθεί δείγμα της σοβαρότητας του κ. Σαμαρά, η επιλογή Καψή ως αρμόδιου υφυπουργού για την κυβερνητική ραδιοτηλεόραση κρέμεται στο πουθενά, διότι:

* Η ύπαρξη υπουργείου ή υφυπουργείου αρμόδιου για μέσα ενημέρωσης παραπέμπει στον Αμίν Νταντά, τον Πολ Ποτ και τους πασάδες της Άγκυρας. Και όσοι το υπηρετούν μόνον ως δημοσιογράφοι δεν μπορούν να θεωρηθούν.
* Η παρουσία του κ. Καψή σε όποιες θέσεις συνοδευόταν από άσκοπες συγκρούσεις και ναπολεόντειες συμπεριφορές.
Η συνύπαρξη στην ίδια κυβέρνηση με τον προηγούμενο υπεύθυνο για την ΕΡΤ υφυπουργό (με υποβολέα μάλιστα ή λογογράφο τον έτερο μυστακοφόρο του Δικτύου 21, Χρύσανθο Λαζαρίδη) είναι αδύνατο να οδηγήσει σε σύνθεση. Ο ένας, ο πρώην, είναι αμετροεπής και αποδεδειγμένα ανεπαρκής, ενώ ο νυν είναι υπερόπτης.
* Η υπαλληλική και όχι μόνο σχέση του κ. Καψή με μεγάλα εκδοτικά αλλά και τηλεοπτικά συγκροτήματα δεν είναι δυνατό να εγγυηθεί αμεροληψία, όπως για παράδειγμα στο χάρισμα της διαχείρισης των ψηφιακών συχνοτήτων στην εταιρεία Digea, που όλως τυχαίως ανήκει στα πρώην, νυν και μελλοντικά αφεντικά του.
* Αν συνυπολογίσουμε ότι ο κ. Σ. Κεδίκογλου έχει ήδη φυτέψει στην ΕΡΤ δεκάδες προστατευόμενους/ες και αποκλείεται να τους αφήσει και πάλι στην αεργία από την οποία τους παρέλαβε, μειώνει και τα «ποσοστά» του κ. Καψή. Αν προσθέσουμε και τους «επιστήμονες» της Truth Team του κ. Μουρούτη και τουλάχιστον 10 φυτά του κάθε υπουργού, πιάσαμε ήδη τους 550-600 υπαλλήλους για τη νέα, έντιμη, λιτή, αμερόληπτη ΝΕΡΙΤ, ΜΕΡΙΤ ή όπως αλλιώς τη βαφτίσει ο νέος «Νονός».

Οι αναμένοντες;

Και τι θα γίνει με τους αόρατους υπαλλήλους της πρώην ΕΡΤ που όλον αυτόν τον καιρό, όσο οι συνάδελφοί τους πασχίζουν και τα καταφέρνουν να δίνουν μια αξιοπρεπή ενημέρωση, αυτοί «κάπου είναι»;
Και τι θα γίνει με κραυγαλέους συνδικαλιστές που, ενώ μαξιμαλίζουν ποικιλοτρόπως, όταν υπάρχει θέμα, όπως η μη καταβολή αποζημίωσης σε υπαλλήλους με σύμβαση ορισμένου χρόνου, στέλνουν την μπάλα από την Αγία Παρασκευή στον Χολαργό; Και δεν εννοώ φυσικά την κ. Σαλαγκούδη ή τον κ. Κοττάκη, απλούς εργαζόμενους εννοώ.

Στο μεταξύ, ο κ. Καψής κάνει ήδη επίδειξη των προσόντων του ισχυριζόμενος ότι για να εκπέμψει εκ νέου η ΕΡΤ με τους 2.000 υπαλλήλους που μετατρέπονται σε συμβασιούχους (δηλαδή σε δούλους χωρίς δικαιώματα), απαιτείται χρόνος.
Με όλο τον σεβασμό στις απέραντες γνώσεις του, τολμώ να πω ότι απαιτείται ένα δευτερόλεπτο. Να πατηθεί δηλαδή ξανά το ON όπως πατήθηκε το OFF.
Το να δημιουργήσεις από την άλλη έναν νέο οργανισμό, με ανύπαρκτη προεργασία, δεν σου φτάνουν οι δύο μήνες.
Κι αν βρεις τελικά τους 500 - 600 που είναι γνώστες του αντικειμένου, μαζί με τα ρουσφέτια και τους ανά μήνα περαστικούς, γυρίζεις στους 2.000 πάλι.
Προς τι λοιπόν το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός;