Σφάζονται στον πάγκο της Τρόϊκα οι συτάξεις άνω των 650 ευρώ και αγρανάπαυση αντί υπερωριών!

Για τα υβριδικά επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής και δημόσιας χρήσης (ΤΑΞΙ),
κυλινδρισμού κινητήρα άνω των 1.929 κ.εκ., που έχουν ταξινομηθεί στην
Ελλάδα για πρώτη φορά έως την 31.10.2010, τα τέλη κυκλοφορίας που
επιβάλλονται αναλογούν στο ήμισυ των τελών των αντίστοιχων συμβατικών
οχημάτων.
Για τα πιο πάνω οχήματα, ανεξάρτητα κυλινδρισμού κινητήρα, που
ταξινομούνται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από την 1.11.2010 και μετά, τα
τέλη κυκλοφορίας προσδιορίζονται με βάση τις εκπομπές διοξειδίου του
άνθρακα, ανάλογα αν αυτά είναι ιδιωτικής ή δημόσιας χρήσης οχήματα.
Τα επιβατικά ηλεκτροκίνητα και υδρογόνου αυτοκίνητα ιδιωτικής και δημόσιας
χρήσης, που έχουν ταξινομηθεί στην Ελλάδα για πρώτη φορά έως την
31.10.2010, απαλλάσσονται των τελών κυκλοφορίας. Για τα οχήματα αυτά,
που ταξινομούνται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από την 1.11.2010 και μετά,
τα τέλη κυκλοφορίας προσδιορίζονται με βάση τις εκπομπές διοξειδίου του
άνθρακα, ανάλογα αν αυτά είναι ιδιωτικής ή δημόσιας χρήσης οχήματα.
Οι υβριδικές δίκυκλες και τρίκυκλες μοτοσικλέτες ιδιωτικής και δημόσιας
χρήσης, κυλινδρισμού κινητήρα έως 1.929 κ.εκ., ανεξάρτητα από την
ημερομηνία της πρώτης ταξινόμησής τους στην Ελλάδα, απαλλάσσονται των
τελών κυκλοφορίας.
Για τις υβριδικές δίκυκλες και τρίκυκλες μοτοσικλέτες ιδιωτικής και δημόσιας
χρήσης, κυλινδρισμού κινητήρα άνω των 1.929 κ.εκ., ανεξάρτητα από την
ημερομηνία της πρώτης ταξινόμησής τους στην Ελλάδα, τα τέλη κυκλοφορίας
που επιβάλλονται αναλογούν στο ήμισυ των τελών των αντίστοιχων
συμβατικών οχημάτων.
Οι επιβατικές ηλεκτροκίνητες και υδρογόνου δίκυκλες και τρίκυκλες
μοτοσικλέτες ιδιωτικής και δημόσιας χρήσης, ανεξάρτητα από την ημερομηνία
της πρώτης ταξινόμησής τους στην Ελλάδα, απαλλάσσονται των τελών
κυκλοφορίας.
3. Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων ισχύουν για τα τέλη
κυκλοφορίας έτους 2012 και επομένων.
4. Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγονται οι απαλλαγές από
τα τέλη
κυκλοφορίας για τα οχήματα της παραγράφου 1.
5. Το ποσό των τελών κυκλοφορίας των αυτοκινήτων οχημάτων της
παραγράφου 1, που καταβάλλεται για την προμήθεια του ειδικού σήματος
τελών κυκλοφορίας έτους 2012 και επομένων, αποτελεί στο σύνολό του έσοδο
του Δημοσίου.
6. Από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού παύει να ισχύει ως προς
τα οχήματα της παραγράφου 1 κάθε διάταξη νόμου που ρυθμίζει διαφορετικά
τα θέματα που ρυθμίζονται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 36
Τροποποίηση διατάξεων του ν. 2960/2001
52
«Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας» και του ν. 3899/2010
1. Οι περιπτώσεις θ΄, ιγ΄, ιδ΄, ιε΄, ιζ΄ και ιη΄ του πίνακα της παραγράφου 1 του
άρθρου 73 του ν. 2960/2001(ΦΕΚ 265 Α΄) «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας»,
όπως ισχύει, αντικαθίστανται ως εξής:
ΕΙΔΟΣ
ΚΩΔΙΚΟΣ
Σ.Ο.
ΠΟΣΟ
ΦΟΡΟΥ
ΣΕ ΕΥΡΩ
ΜΟΝΑΔΑ
ΕΠΙΒΟΛΗΣ
«θ) Πετρέλαιο εξωτερικής
καύσης (FUEL OIL –
Μαζούτ)
2710 19 61
2710 19 63
2710 19 65
2710 19 69
38
1.000
χιλιόγραμμα
ιγ) Υγραέρια (LPG) που
χρησιμοποιούνται ως
καύσιμα κινητήρων
2711 12 11
έως και
2711 19 00
200
1.000
χιλιόγραμμα
ιδ) Υγραέρια (LPG) και
μεθάνιο που
χρησιμοποιούνται:
- ως καύσιμα θέρμανσης και
- για άλλες χρήσεις εκτός από
αυτές που καθορίζονται στις
περιπτώσεις ιγ΄ και ιε΄
2711 12 11
έως και
2711 19 00 και
2711 29 00
60
1.000
χιλιόγραμμα
ιε) Υγραέρια (LPG) και
μεθάνιο που προορίζονται
για βιομηχανική,
βιοτεχνική και εμπορική
χρήση σε κινητήρες πλην
της περίπτωσης ιγ΄
2711 12 11
έως και
2711 19 00 και
2711 29 00
120
1.000
χιλιόγραμμα
ιζ) Φυσικό αέριο που
χρησιμοποιείται ως
καύσιμο θέρμανσης
2711 11 00 και
2711 21 00
1,5
Gigajoule
μεικτή
θερμογόνος
δύναμη
ιη) Φυσικό αέριο που
χρησιμοποιείται για άλλες
χρήσεις εκτός από αυτές
που καθορίζονται στις
παραπάνω ιστ) και ιζ)
περιπτώσεις
2711 11 00 και
2711 21 00
1,5
Gigajoule
μεικτή
θερμογόνος
δύναμη»
2. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παρ. 2 του άρθρου 73 του ν.
2960/2001, αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Για την εφαρμογή των παραπάνω περιπτώσεων ζ΄ για το πετρέλαιο
εσωτερικής καύσης (DIESEL) και ια΄ για το φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη),
που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης για τη χρονική περίοδο από
την 15η Οκτωβρίου μέχρι και την 30ή Απριλίου κάθε έτους, ο συντελεστής του
53
Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) ορίζεται σε εξήντα (60) ευρώ το
χιλιόλιτρο, με εξαίρεση το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) και το
φωτιστικό πετρέλαιο που παραλαμβάνονται από τα Νομικά Πρόσωπα του
Άρθρου 2 παρ. 4 και του Άρθρου 101 παρ. 1 του Ν. 2238/1994 (Α΄ 151). Τα
πρόσωπα αυτά, για τη λειτουργία των κεντρικών συστημάτων ή άλλων μέσων
θέρμανσης, θα χρησιμοποιούν πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL)
κίνησης. Οι διατάξεις της παρ. 7 του Άρθρου 19 του Ν. 2753/1999 (Α΄ 249) και
της παρ. 4 του Άρθρου 21 του Ν. 3193/2003 (Α΄ 266) δεν εφαρμόζονται για
τα παραπάνω Νομικά Πρόσωπα. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών
καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διάταξης
αυτής.»
3. Μετά την παράγραφο 8 του άρθρου 73 του ν. 2960/2001, προστίθεται νέα
παράγραφος 9 ως εξής:
«9. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και
προϋποθέσεις που διέπουν τη διαδικασία βεβαίωσης και είσπραξης του
ειδικού φόρου κατανάλωσης του φυσικού αερίου των περιπτώσεων ιζ΄ και ιη΄
της παραγράφου 1, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής προσδιορίζονται, τα στοιχεία που
διαβιβάζονται από τους διανομείς φυσικού αερίου στην αρμόδια υπηρεσία του
Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και η συχνότητα και ο τρόπος διαβίβασής
τους.».
4. Το τρίτο εδάφιο της περίπτωσης β) της παραγράφου 1 του άρθρου 97 του ν.
2960/2001, αντικαθίσταται ως εξής :
«Το συνολικό ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που υπολογίζεται
σύμφωνα με τις ανωτέρω περιπτώσεις α) και β), δεν μπορεί να είναι κατώτερο
του ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%) του συνολικού ειδικού φόρου
κατανάλωσης που επιβάλλεται στη σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης
των τσιγάρων».
5. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 104 του ν. 2960/2001
αντικαθίσταται ως εξής :
«1. Στα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 106 του παρόντα κώδικα,
μετά από αίτησή τους, παρέχεται πίστωση του φόρου του παρόντα κώδικα,
διάρκειας τεσσάρων (4) εβδομάδων, εφόσον πρόκειται για
βιομηχανοποιημένα καπνά που προορίζονται για εμπορία και παράγονται στο
εσωτερικό της χώρας ή παράγονται και προέρχονται από άλλα κράτη – μέλη
της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των εδαφών των
παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 54 του παρόντα κώδικα».
6. Η παράγραφος 7 του άρθρου 109 του ν. 2960/2001 αναριθμείται σε
παράγραφο 8 και μετά την παράγραφο 6 προστίθεται νέα παράγραφος 7, ως
εξής:
«7. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που αναλογεί στο φυσικό αέριο των
περιπτώσεων ιζ΄ και ιη΄, της παραγράφου 1 του άρθρου 73, βεβαιώνεται και
εισπράττεται από την αρμόδια αρχή, βάσει των εκδιδόμενων από τον
διανομέα ή τον αναδιανομέα φορολογικών στοιχείων επί των οποίων
προσδιορίζονται η μονάδα μέτρησης και οι ποσότητες που παραδίδονται, το
54
αργότερο μέχρι την εικοστή (20ή) ημέρα του επόμενου μήνα από την έκδοση
των ανωτέρω σχετικών φορολογικών στοιχείων.
Με τον ειδικό φόρο κατανάλωσης βεβαιώνεται και εισπράττεται κατά την ίδια
χρονική στιγμή ο φόρος προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) και κάθε άλλη σχετική
επιβάρυνση. Κατ’ εξαίρεση προκειμένου για το φυσικό αέριο ο Φ.Π.Α.
υπολογίζεται με τον οικείο φορολογικό συντελεστή επί του ποσού του ειδικού
φόρου κατανάλωσης.»
7. Η παράγραφος 5 του άρθρου 178 του ν. 2960/2001, αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Η είσπραξη του ειδικού φόρου κατανάλωσης για το φυσικό αέριο της
περίπτωσης ιστ΄, της παραγράφου 1 του άρθρου 73 αναστέλλεται έως την
1.1.2014.»
8. Μετά το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης α) της παραγράφου 2 του άρθρου
73 του ν. 2960/2001 προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Μέχρι 31-12-2013 ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης του πετρελαίου
εσωτερικής καύσης (DIESEL) καθώς και του φωτιστικού πετρελαίου, που
χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης, εξισώνεται με το ογδόντα τοις
εκατό (80%) του ισχύοντος τότε συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης του
πετρελαίου εσωτερικής καύσης και φωτιστικού πετρελαίου, αντίστοιχα, που
χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών είναι δυνατή η παροχή επιδόματος
θέρμανσης στους καταναλωτές πετρελαίου εσωτερικής καύσης θέρμανσης.
Με την ίδια απόφαση, καθορίζονται το ύψος του επιδόματος, τα κριτήρια με
βάση τα οποία χορηγείται το επίδομα, τα δικαιούχα πρόσωπα, η αρμόδια
για τη χορήγηση αρχή, η διαδικασία και οι προϋποθέσεις χορήγησης, καθώς
και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της ρύθμισης αυτής.»
9. α) Οι διατάξεις των περιπτώσεων ιζ΄ και ιη΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 73
του ν. 2960/2001, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του παρόντος
άρθρου, ισχύουν από 1-9-2011, ενώ οι διατάξεις των περιπτώσεων θ΄, ιγ΄, ιδ΄
και ιε΄ της ίδιας παραγράφου ισχύουν από 27-6-2011.
β) Οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 ισχύουν από την 27-6-2011.
55
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ
ΜΕΣΟΠΡΟΘΕΣΜΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ
Άρθρο 37
Ρυθμίσεις για τον περιορισμό των προσλήψεων
στους κρατικούς φορείς
1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 10 του ν. 3833/2010, αντικαθίσταται ως εξής :
«3. Ο διορισμός των επιτυχόντων σε διαδικασίες επιλογής τακτικού
προσωπικού του ΑΣΕΠ και των φορέων, για τους οποίους έχουν εκδοθεί
οριστικοί πίνακες αποτελεσμάτων μετά την 1-1-2009, πραγματοποιείται
σταδιακά βάσει σειράς επιτυχίας μέχρι την 31-12-2015.»
2. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 3833/2010, όπως αυτό
τροποποιήθηκε με την παρ. 4α του άρθρου 3 του ν. 3899/2010, αντικαθίσταται
ως εξής :
«1. Από την 1η Ιανουαρίου 2011 και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2015, ο αριθμός
των ετήσιων προσλήψεων και διορισμών του μονίμου προσωπικού και του
προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στους
φορείς της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3812/2009 δεν μπορεί να είναι
μεγαλύτερος συνολικά από το λόγο ένα προς πέντε (μία πρόσληψη ανά πέντε
αποχωρήσεις), στο σύνολο των φορέων με εξαίρεση το έτος 2011, για το οποίο
ο λόγος θα είναι ένα προς δέκα.»
3. To πρώτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 11 του Ν. 3833/2010, όπως
αντικαταστάθηκε και αναριθμήθηκε με την παρ. 4δ του άρθρου 3 του ν.
3899/2010, αντικαθίσταται ως εξής :
«6. Οι εγκρίσεις πρόσληψης προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου
ορισμένου χρόνου και συμβάσεων μίσθωσης έργου για το έτος 2011
περιορίζονται κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) σε σχέση με τις
αντίστοιχες εγκρίσεις του έτους 2010 και κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%)
κατ’ έτος για τα έτη έως και το 2015.
Οι ανωτέρω περιορισμοί δεν ισχύουν για τις εγκρίσεις πρόσληψης προσωπικού
με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου και συμβάσεων
μίσθωσης έργου που εντάσσονται στο πλαίσιο ερευνητικών, αναπτυξιακών
συμβολαίων και συγχρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και
τρίτους έργων, εφόσον η μισθοδοσία του ως άνω προσωπικού δεν επιβαρύνει
καθ’ οιονδήποτε τρόπο τον κρατικό προϋπολογισμό.
4. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 51 του ν. 3528/2007 (Υπαλληλικός Κώδικας –
Α΄ 26), αντί των λέξεων «δύο (2) ετών» τίθενται οι λέξεις «πέντε (5) ετών».
5. Το τακτικό προσωπικό που απασχολείται στο Δημόσιο, σε Ν.Π.Δ.Δ. και στους
Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού μπορεί να ζητήσει με αίτησή του τη μείωση των ωρών
εργασίας του μέχρι και 50%, με ανάλογη μείωση των αποδοχών του, για
χρονική διάρκεια μέχρι πέντε (5) έτη.
56
Με την αίτηση του ο υπάλληλος προσδιορίζει, εάν επιθυμεί τη μείωση της
ημερήσιας απασχόλησης ή των εργάσιμων ημερών.
Σε κάθε περίπτωση, ως χρόνος πραγματικής και συντάξιμης δημόσιας
υπηρεσίας για κάθε νόμιμη συνέπεια, υπολογίζεται μόνο ο χρόνος πραγματικής
απασχόλησης.
6. Οι περιορισμοί που προβλέπονται στα άρθρα 31 και 32 του ν. 3528/2007
(Υπαλληλικός Κώδικας –Α΄ 26) και το ασυμβίβαστο που προβλέπεται στο
άρθρο 34 του ίδιου νόμου έχουν εφαρμογή και στους υπαλλήλους που κάνουν
χρήση των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου.
7. Στο εξής τυχόν πλεονάζον προσωπικό των νομικών προσώπων ιδιωτικού
δικαίου που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του Κεφαλαίου Α΄ του ν.
3429/2005 (Α΄ 314) εντάσσεται σε πίνακες κατάταξης που καταρτίζονται,
χωριστά για κάθε νομικό πρόσωπο από το Α.Σ.Ε.Π., με βάση αντικειμενικά και
αξιοκρατικά κριτήρια (όπως τυπικά προσόντα, εμπειρία, οικογενειακή
κατάσταση, ηλικία, προϋπηρεσία, ειδικές γνώσεις κ.λπ.). Με Προεδρικό
Διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Διοικητικής
Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, καθορίζονται τα
αντικειμενικά και αξιοκρατικά κριτήρια που προβλέπονται στο προηγούμενο
εδάφιο, η διαδικασία κατάρτισης του πίνακα και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την
εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
Το προσωπικό που περιλαμβάνεται στους ανωτέρω πίνακες κατάταξης
συνεχίζει να λαμβάνει για 12 μήνες από τον χαρακτηρισμό του ως
πλεονάζοντος προσωπικού αποδοχές ίσες με το 60% του βασικού μισθού του.
Σε κάθε περίπτωση η καταβολή των αποδοχών του ανωτέρω προσωπικού
διακόπτεται, εφόσον το προσωπικό αυτό συνάψει οποιασδήποτε μορφής
εργασιακή σχέση.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής
Ασφάλισης καθορίζονται ο φορέας που επιβαρύνεται με την καταβολή των
αποδοχών στο προσωπικό, ο τρόπος καταβολής των αποδοχών και κάθε άλλη
σχετική λεπτομέρεια.
Από τους εν λόγω πίνακες κατάταξης, το ανωτέρω προσωπικό:
α) μπορεί να μεταφέρεται ύστερα από αίτησή του με την ίδια σχέση εργασίας
σε φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 1 του ν. 3812/2009 (Α΄ 234),
εφόσον υπάρχουν αιτήματα των φορέων αυτών για πλήρωση θέσεων τακτικού
προσωπικού, σε ποσοστό 10% των ετήσιων προσλήψεων, με βάση τα
απολογιστικά στοιχεία του προηγούμενου έτους, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις
του άρθρου 11 του ν. 3833/2010.
β) επιλέγεται ύστερα από αίτησή του κατά προτεραιότητα σε ποσοστό 30% επί
του συνόλου των εκάστοτε θέσεων που προκηρύσσονται για απασχόληση
προσωπικού ορισμένου χρόνου σε υπηρεσίες και φορείς του δημόσιου τομέα.
γ) προηγείται έναντι όλων των λοιπών κατηγοριών για την επιλογή υποψηφίων
για μερική απασχόληση, σύμφωνα με το ν. 3250/2004, εφόσον υποβάλει
αίτηση.
δ) μπορεί κατ’ εξαίρεση να αποχωρήσει με εθελουσία έξοδο με βάση ειδικό
πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου.
57
8. Στο πρώτο εδάφιο μετά την περ. β΄ της παρ. 4 του άρθρου πέμπτου του
ν.3839/2010 διαγράφονται από τότε που ίσχυσε ο ν.3839/2010 οι λέξεις «και
πάντως όχι πέραν του ενός (1) έτους από την τοποθέτησή τους».
Άρθρο 38
Δημοσιονομικές ρυθμίσεις
1. Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ν.
3205/2003 (Α΄ 297), όπως αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις της παραγράφου
1 του άρθρου 6 του ν. 3833/2010 (Α΄ 40), αντικαθίσταται ως εξής :
« Οι κατά τα ως άνω ώρες απογευματινής υπερωριακής εργασίας δεν μπορεί
να υπερβαίνουν τις είκοσι (20) ώρες μηνιαίως ανά υπάλληλο.».
2. α) Καθιερώνεται ειδική εισφορά αλληλεγγύης για την καταπολέμηση
της ανεργίας. Η εισφορά αυτή υπολογίζεται σε ποσοστό δύο τοις εκατό (2%)
επί των τακτικών αποδοχών και πρόσθετων αμοιβών και αποζημιώσεων
όλων των μισθοδοτούμενων υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α.,
καθώς και των υπαλλήλων όλων ανεξαιρέτως των Δημοσίων Επιχειρήσεων
και Οργανισμών και των Ν.Π.Ι.Δ..
β) Καθιερώνεται ειδική εισφορά, πέραν των προβλεπομένων, υπέρ του
Ταμείου Πρόνοιας των Δημοσίων Υπαλλήλων. Η εισφορά αυτή υπολογίζεται
σε ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) επί των τακτικών αποδοχών και πρόσθετων
αμοιβών και αποζημιώσεων όλων των δικαιούχων υπαλλήλων του Ταμείου.
3.
ο άρθρο 1 του ν.δ. 391/1969 (Α΄ 281) καταργείται.
4. Το συνολικό ποσό των προβλεπόμενων στα άρθρα 259 και 260 του
ν. 3852/2010 Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (ΚΑΠ) των Δήμων και
Περιφερειών που εγγράφεται στον κρατικό προϋπολογισμό δεν μπορεί να
υπερβαίνει κατ’ έτος το ποσό των πέντε δισεκατομμυρίων διακοσίων
εκατομμυρίων (5.200.000.000) ευρώ.
58
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΡΟΘΕΣΜΟΥ
ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ 2012 – 2015
Άρθρο 39
Προϋποθέσεις επιδότησης και οικονομική ενίσχυση ανέργων
1. Το άρθρο 5 του ν. 1545/1985 (ΦΕΚ 91 Α) αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Προϋποθέσεις πρώτης επιδότησης
1. Ο ασφαλισμένος άνεργος που επιδοτείται για πρώτη φορά, εκτός από τις
κατά περίπτωση προϋποθέσεις του προηγούμενου άρθρου, πρέπει να έχει
πραγματοποιήσει και ανά ογδόντα ημερομίσθια κατ’ έτος, στα αμέσως
προηγούμενα από την έναρξη της επιδότησης τρία έτη.
2. Ο ασφαλισμένος άνεργος που επιδοτείται για πρώτη φορά δικαιούται
επίδομα και στην περίπτωση που έχει πραγματοποιήσει μέσα στα τελευταία
δύο έτη πριν από τη λύση της εργασιακής του σχέσης τουλάχιστον διακόσια
ημερομίσθια, χωρίς να υπολογίζονται τα ημερομίσθια των δύο τελευταίων
μηνών. Ο ως άνω ασφαλισμένος άνεργος πρέπει να έχει πραγματοποιήσει
και ανά ογδόντα ημερομίσθια κατ’ έτος, στα αμέσως προηγούμενα από την
έναρξη της επιδότησης τρία έτη.».
2. Στην παράγραφο 7 του άρθρου 6 του ν. 1545/1985 όπως ισχύει, προστίθεται
τελευταίο εδάφιο ως εξής: «Επιπλέον απαιτείται να έχει πραγματοποιήσει
τουλάχιστον εκατόν πενήντα ημερομίσθια από τη λήξη της αμέσως
προηγούμενης επιδότησής του έως και την ημερομηνία λύσης της εργασιακής
σχέσης με βάση την οποία αιτείται νέα επιδότηση.».
3. Η παρ. 5 του άρθρου 19 του ν.δ. 2961/1954 (Α΄197) όπως ισχύει,
αντικαθίσταται ως εξής: «5. Λόγω των εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων
παρέχεται κάθε χρόνο στους επιδοτούμενους ανέργους οικονομική ενίσχυση
ως εξής:
α. Για τις εορτές του Πάσχα ίση με το μισό του μηνιαίου ποσού του
επιδόματος ανεργίας, εφόσον έχουν επιδοτηθεί για όλο το χρονικό διάστημα
από 1 Ιανουαρίου μέχρι 30 Απριλίου. Αν οι επιδοτούμενοι έχουν
συμπληρώσει διάρκεια επιδότησης μικρότερη από αυτήν που καθορίζεται πιο
πάνω, δικαιούνται οικονομική ενίσχυση ίση με τρία ημερήσια επιδόματα
ανεργίας για κάθε μήνα επιδότησης.
β. Για τις εορτές των Χριστουγέννων ίση με το ποσό του μηνιαίου επιδόματος
ανεργίας, εφόσον έχουν επιδοτηθεί για όλο το χρονικό διάστημα από 1 Μαΐου
μέχρι 31 Δεκεμβρίου. Αν οι επιδοτούμενοι έχουν συμπληρώσει διάρκεια
επιδότησης μικρότερη από αυτήν που καθορίζεται πιο πάνω, δικαιούνται
59
οικονομική ενίσχυση ίση με τρία ημερήσια επιδόματα ανεργίας για κάθε μήνα
επιδότησης.».
4. Ημερομηνία έναρξης ισχύος των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ορίζεται η
1η Ιουλίου 2012.
Άρθρο 40
Μετατροπή σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου σε σύμβαση
εργασίας αορίστου χρόνου
Σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, η οποία περιλαμβάνει όρο για πρόωρη
καταγγελία της με εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας ως προς την
αποζημίωση απόλυσης για τις συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου, κατά τις
διατάξεις του Ν.2112/1920, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 74 παρ. 2 και 3
του Ν.3863/2010, μετατρέπεται αυτοδικαίως σε σύμβαση εργασίας αορίστου
χρόνου κατά την καταγγελία.
Άρθρο 41
Ρυθμίσεις για τους εργαζόμενους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου
Το άρθρο 3 του Π.Δ. 180/2004, το οποίο είχε τροποποιήσει το άρθρο 5 του
Π.Δ. 81/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η χωρίς περιορισμό ανανέωση συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου
είναι επιτρεπτή, αν δικαιολογείται από έναν αντικειμενικό λόγο. Αντικειμενικός
λόγος υφίσταται ιδίως:
Αν δικαιολογείται από τη μορφή ή το είδος ή τη δραστηριότητα του εργοδότη ή
της επιχείρησης, ή από ειδικούς λόγους ή ανάγκες, εφόσον τα στοιχεία αυτά
προκύπτουν αμέσως ή εμμέσως από την οικεία σύμβαση, όπως η προσωρινή
αναπλήρωση μισθωτού, η εκτέλεση εργασιών παροδικού χαρακτήρα, η
προσωρινή σώρευση εργασίας, ή η ορισμένη διάρκεια βρίσκεται σε
συνάρτηση με εκπαίδευση ή κατάρτιση, ή γίνεται με σκοπό τη διευκόλυνση
μετάβασης του εργαζομένου σε συναφή απασχόληση, ή γίνεται για την
πραγματοποίηση συγκεκριμένου έργου ή προγράμματος ή συνδέεται με
συγκεκριμένο γεγονός, ή αναφέρεται στον τομέα των επιχειρήσεων
αεροπορικών μεταφορών και των επιχειρήσεων που ασκούν δραστηριότητες
παροχής υπηρεσιών αεροδρομίου εδάφους και πτήσης.
2. Σε κάθε περίπτωση, οι λόγοι οι οποίοι δικαιολογούν την ανανέωση της
σύμβασης ή σχέσης εργασίας ορισμένης χρονικής διάρκειας πρέπει να
αναφέρονται στη σχετική συμφωνία των μερών, η οποία συνάπτεται
εγγράφως, ή να προκύπτουν ευθέως από αυτήν.
Αντίγραφο της συμφωνίας αυτής πρέπει να παραδίδεται στον εργαζόμενο
αμελλητί μετά την έναρξη της προσφοράς της εργασίας του. Ο έγγραφος
τύπος της ανωτέρω συμφωνίας δεν είναι απαραίτητος, όταν η ανανέωση της
σύμβασης ή σχέσης εργασίας έχει εντελώς ευκαιριακό χαρακτήρα και δεν έχει
διάρκεια μεγαλύτερη των δέκα (10) εργασίμων ημερών.
3. Σε περίπτωση μη συνδρομής αντικειμενικού λόγου, όπως αυτός ορίζεται
στην παράγραφο 1 του παρόντος και εφόσον η χρονική διάρκεια των
διαδοχικών συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου υπερβαίνει
60
συνολικά τα τρία (3) έτη, τεκμαίρεται ότι με αυτές επιδιώκεται η κάλυψη
πάγιων και διαρκών αναγκών της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης με συνέπεια
τη μετατροπή αυτών σε συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας αορίστου χρόνου. Αν
στο χρονικό διάστημα των τριών ετών ο αριθμός των ανανεώσεων των,
σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, διαδοχικών
συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας υπερβαίνει τις τρεις (3) τεκμαίρεται ότι με
αυτές επιδιώκεται η κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών της επιχείρησης ή
εκμετάλλευσης με συνέπεια τη μετατροπή των συμβάσεων αυτών σε
συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας αορίστου χρόνου.
Το βάρος της ανταπόδειξης σε κάθε περίπτωση φέρει ο εργοδότης.
4. "Διαδοχικές" θεωρούνται οι συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας ορισμένου
χρόνου που καταρτίζονται μεταξύ του ίδιου εργοδότη και του ίδιου
εργαζόμενου, με τους ίδιους ή παρεμφερείς όρους εργασίας και δεν
μεσολαβεί μεταξύ τους χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των σαράντα πέντε (45)
ημερών, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι μη εργάσιμες ημέρες.
Προκειμένου περί ομίλου επιχειρήσεων για την εφαρμογή του προηγούμενου
εδαφίου στην έννοια του όρου "ίδιου εργοδότη" περιλαμβάνονται και οι
επιχειρήσεις του Ομίλου.
5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε συμβάσεις ή
ανανεώσεις συμβάσεων ή σχέσεις εργασίας που συνάπτονται μετά την θέση
σε ισχύ του παρόντος διατάγματος.»
Άρθρο 42
Διευθέτηση του χρόνου εργασίας
Το άρθρο 41 του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ101 Α`), όπως αντικαταστάθηκε με το
άρθρο 3του ν. 2639/1998 (ΦΕΚ 205 Α`), τροποποιήθηκε με το άρθρο 5 του ν.
2874/2000 (ΦΕΚ 286 Α`) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3385/2005
(ΦΕΚ 210 Α`), και κατόπιν με το άρθρο 7 του ν. 3846 / 2010 ( ΦΕΚ Α΄ 66)
αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«1. α. Σε επιχειρήσεις στις οποίες εφαρμόζεται συμβατικό ωράριο εργασίας
έως σαράντα (40) ωρών εβδομαδιαίως, επιτρέπεται για μία χρονική περίοδο
(περίοδος αυξημένης απασχόλησης) ο εργαζόμενος να απασχολείται δύο (2)
ώρες την ημέρα επιπλέον των οκτώ (8) ωρών, υπό την προϋπόθεση ότι οι
επιπλέον των σαράντα (40) (ή του μικρότερου συμβατικού ωραρίου) ώρες
εργασίας την εβδομάδα αφαιρούνται από τις ώρες εργασίας μιας άλλης
χρονικής περιόδου (περίοδος μειωμένης απασχόλησης). Αντί της παραπάνω
μειώσεως των ωρών εργασίας, επιτρέπεται να χορηγείται στον εργαζόμενο
ανάλογη ημερήσια ανάπαυση (ρεπό) ή συνδυασμός μειωμένων ωρών
εργασίας και ημερών αναπαύσεως. Το χρονικό διάστημα των περιόδων
αυξημένης και μειωμένης απασχόλησης δεν υπερβαίνει συνολικά τους έξι (6)
μήνες σε διάστημα 12 μηνών (περίοδος αναφοράς).
β. Ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να αρνηθεί την παροχή της επιπλέον αυτής
εργασίας, αν δεν είναι σε θέση να την εκτελέσει και η άρνηση του δεν είναι
αντίθετη με την καλή πίστη. Αυτή η άρνηση του εργαζομένου να παράσχει την
επιπλέον εργασία δεν συνιστά λόγο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του.
γ. Οι κείμενες προστατευτικές διατάξεις για το χρόνο υποχρεωτικής
ανάπαυσης των εργαζομένων έχουν πλήρη εφαρμογή και κατά την περίοδο
της αυξημένης απασχόλησης. Κατά τη διευθέτηση ο μέσος όρος των ωρών
εβδομαδιαίας εργασίας κατά την περίοδο του εξαμήνου (περίοδος αναφοράς),
στις οποίες δεν περιλαμβάνονται οι ώρες της υπερεργασίας και των νόμιμων
υπερωριών της περιόδου μειωμένης απασχόλησης, παραμένει στις σαράντα
(40) ώρες ή, εάν εφαρμόζεται μικρότερο συμβατικό ωράριο, παραμένει στον
αριθμό ωρών του μικρότερου αυτού ωραρίου. Οι ώρες εργασίας ανά
εβδομάδα δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν τις 48 ώρες, κατά μέσο όρο, σε
περίοδο 6 μηνών, συμπεριλαμβανομένων και των προαναφερομένων ωρών
υπερεργασίας και νομίμων υπερωριών .
2. α. Σε επιχειρήσεις στις οποίες εφαρμόζεται συμβατικό ωράριο εργασίας
έως σαράντα (40) ωρών εβδομαδιαίως, επιτρέπεται, αντί της κατά την
προηγούμενη παράγραφο διευθέτησης, να συμφωνείται, υπό τις
προϋποθέσεις της παραγράφου 6, ότι μέχρι διακόσιες πενήντα έξι (256) ώρες
εργασίας από το συνολικό χρόνο απασχόλησης εντός ενός (1) ημερολογιακού
έτους, κατανέμονται με αυξημένο αριθμό ωρών σε ορισμένες χρονικές
περιόδους, που δεν μπορούν να υπερβαίνουν τις τριάντα δύο (32) εβδομάδες
ετησίως και με αντιστοίχως μειωμένο αριθμό ωρών κατά το λοιπό διάστημα
του ημερολογιακού έτους.
β. Ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να αρνηθεί την παροχή της επιπλέον αυτής
εργασίας, αν δεν είναι σε θέση να την εκτελέσει και η άρνηση του δεν είναι
αντίθετη με την καλή πίστη. Αυτή η άρνηση του εργαζομένου να παράσχει την
επιπλέον εργασία δεν συνιστά λόγο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του.
γ. Οι κείμενες προστατευτικές διατάξεις για το χρόνο υποχρεωτικής
ανάπαυσης των εργαζομένων πρέπει να τηρούνται και κατά την περίοδο της
αυξημένης απασχόλησης. Κατά τη διευθέτηση ο μέσος όρος των ωρών
εβδομαδιαίας εργασίας κατά την περίοδο ενός ημερολογιακού έτους
(περίοδος αναφοράς), στις οποίες δεν περιλαμβάνονται οι ώρες της
υπερεργασίας και των νόμιμων υπερωριών της περιόδου μειωμένης
απασχόλησης, παραμένει στις σαράντα (40) ώρες ή, εάν εφαρμόζεται
μικρότερο συμβατικό ωράριο, παραμένει στον αριθμό ωρών του μικρότερου
αυτού ωραρίου, ενώ με συνυπολογισμό των ανωτέρω ωρών υπερεργασίας
και νομίμων υπερωριών, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις σαράντα οκτώ (48)
ώρες .
3. Κατά τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας της προηγούμενης παραγράφου
επιτρέπεται να χορηγείται στον εργαζόμενο, αντί μειώσεως των ωρών
εργασίας, προς αντιστάθμιση των πρόσθετων ωρών που εργάσθηκε κατά την
περίοδο αυξημένου ωραρίου, ανάλογη ημερήσια ανάπαυση (ρεπό) ή ανάλογη
προσαύξηση της ετήσιας άδειας με αποδοχές ή συνδυασμός μειωμένων
ωρών και ημερών αναπαύσεως ή ημερών αδείας.
4. Η καταβαλλόμενη αμοιβή κατά το χρονικό διάστημα της διευθέτησης των
παραγράφων 1 και 2 είναι ίση με την αμοιβή για εργασία σαράντα (40) ωρών
εβδομαδιαίως, εφόσον στην επιχείρηση ισχύει εβδομαδιαίο ωράριο σαράντα
(40) ωρών. Αν στην επιχείρηση ισχύει εβδομαδιαίο ωράριο μικρότερο των
σαράντα (40) ωρών, η καταβαλλόμενη κατά το χρονικό διάστημα της
διευθέτησης αμοιβή είναι ίση με την αμοιβή που προβλέπεται για το
εβδομαδιαίο αυτό ωράριο.
5. α. Κατά την περίοδο της αυξημένης απασχόλησης των παραγράφων 1 και
2, η ημερήσια απασχόληση του εργαζομένου δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει
τις δέκα (10) ώρες. Στις υπερβάσεις του νόμιμου ημερήσιου ωραρίου μέχρι το
ανώτατο όριο των δέκα (10) ωρών, καθώς και στις υπερβάσεις των σαράντα
62
(40) ωρών εβδομαδιαίως δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 1 του ν.
3385/2005 (ΦΕΚ 210 Α`), όπως αυτό αντικαταστάθηκε και ισχύει με την
παράγραφο 10 του άρθρου 74 του ν. 3863/2010 (ΦΕΚ 115 Α΄).
β. Κατά την περίοδο της μειωμένης απασχόλησης των παραγράφων 1 και 2,
η υπέρβαση του συμφωνηθέντος μειωμένου εβδομαδιαίου ωραρίου, η οποία
επιτρέπεται κατ` εξαίρεση, αμείβεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη
του άρθρου 1 του ν. 3385/2005 (ΦΕΚ 210 Α`), όπως αντικαταστάθηκε και
ισχύει με την παράγραφο 10 του άρθρου 74 του ν. 3863/2010 (ΦΕΚ 115 Α΄).
6. Η διευθέτηση του χρόνου εργασίας των παραγράφων 1 και 2 καθορίζεται
με επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή συμφωνία του εργοδότη
με συνδικαλιστική οργάνωση στην επιχείρηση που αφορά τα μέλη της ή
συμφωνία του εργοδότη και του συμβουλίου των εργαζομένων ή συμφωνία
του εργοδότη και ένωσης προσώπων.
Η ένωση προσώπων που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο μπορεί να
συσταθεί από το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) τουλάχιστον των εργαζομένων
στην επιχείρηση που απασχολεί πάνω από είκοσι (20) εργαζομένους και
δεκαπέντε τοις εκατό (15%) εφόσον ο συνολικός αριθμός των εργαζομένων
στην επιχείρηση είναι κατ’ ανώτατο αριθμό είκοσι (20) εργαζόμενοι. Κατά τα
λοιπά εφαρμόζεται η διάταξη του εδαφίου γγ) της παραγράφου 3 του άρθρου
1 του ν. 1264/1982(Α 79).
7. Με επιχειρησιακές και κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας μπορεί να
καθορίζεται άλλο σύστημα διευθέτησης χρόνου εργασίας, ανάλογα με τις
ιδιαιτερότητες του κλάδου ή της επιχείρησης.
8. Αν για οποιονδήποτε λόγο, ιδίως εξαιτίας παραίτησης ή απόλυσης του
εργαζομένου, δεν εφαρμόζεται ή δεν ολοκληρώνεται η διευθέτηση του χρόνου
εργασίας σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, έχουν πλήρη εφαρμογή όλες οι
προστατευτικές διατάξεις που καθορίζουν τις συνέπειες της υπέρβασης του
ημερήσιου και εβδομαδιαίου ωραρίου εργασίας.
9. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και για: α) εποχιακές
επιχειρήσεις και β) εργαζομένους με σύμβαση εργασίας διάρκειας μικρότερης
του ενός (1) έτους.
10. Οι επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις και οι συμφωνίες της παρ. 6
κατατίθενται στην αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας, σύμφωνα με το άρθρο 5
του ν. 1876/1990 .
11. Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγονται οι σχετικές ρυθμίσεις
του ν. 2602/1998 (ΦΕΚ 83 Α`) ή άλλων ειδικών νόμων, που αποσκοπούν
στην εξυγίανση φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα.»
Άρθρο 43
Συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου νέων, ηλικίας 18 έως 25 ετών,
για απόκτηση επαγγελματικής εμπειρίας
1. Νέοι, ηλικίας από 18 έως 25 ετών, είναι δυνατόν να συνάπτουν με
εργοδότες, συμβάσεις εργασίας για την απόκτηση επαγγελματικής εμπειρίας,
διάρκειας μέχρι 24 μήνες και με αποδοχές μικρότερες έως είκοσι τοις εκατό
(20%) από τις προβλεπόμενες για νεοπροσλαμβανόμενο, χωρίς
προϋπηρεσία της ειδικότητά τους, όπως αυτή ορίζεται στην οικεία συλλογική
σύμβαση εργασίας (ομοιοεπαγγελματική, κλαδική, επιχειρησιακή ή εθνική
63
γενική) και ασφαλίζονται στους κλάδους σύνταξης, ασθενείας σε είδος και
επαγγελματικού κινδύνου του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ οι δε σχετικές ασφαλιστικές
εισφορές αποδίδονται στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ από τον εργοδότη.
2. Για το σκοπό της προηγούμενης παραγράφου είναι δυνατόν να
συνάπτονται περισσότερες από μία συμβάσεις εργασίας, στον ίδιο ή άλλο
εργοδότη, μέσα σε διάστημα 24 μηνών από τη σύναψη της πρώτης σύμβασης
απόκτησης επαγγελματικής εμπειρίας. Οι συμβάσεις εργασίας για την
απόκτηση επαγγελματικής εμπειρίας γνωστοποιούνται αμελλητί ή το
αργότερο εντός της επόμενης της σύμβασης ημέρα στον Οργανισμό
Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ) και στο Σώμα Επιθεωρητών
Εργασίας (ΣΕΠΕ) της έδρας του εργοδότη.
3. Οι νέοι που συνάπτουν συμβάσεις εργασίας της παραγράφου 1
προσλαμβάνονται πλέον του υφιστάμενου προσωπικού που οι εργοδότες
απασχολούν.
4. Οι εργοδότες που συνάπτουν συμβάσεις εργασίας της παραγράφου 1
υποχρεούνται να μην έχουν προβεί κατά τους τελευταίους 3 μήνες πριν από
τη σύναψη συμβάσεων απόκτησης εργασιακής εμπειρίας σε μείωση του
προσωπικού που απασχολούν, αλλά ούτε να προβούν σε μείωση του
προσωπικού που απασχολούν κατά τη διάρκεια ισχύος των συμβάσεων
εργασίας της παραγράφου 1.
5. Στην περίπτωση εργοδοτών εποχικής λειτουργίας που συνάπτουν
συμβάσεις εργασίας της παραγράφου 1, υποχρεούνται να μην έχουν προβεί
σε μείωση του εποχικού προσωπικού που απασχολούν σε σχέση με τον
αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους, αλλά ούτε να προβούν σε μείωση
του προσωπικού που απασχολούν κατά τη διάρκεια ισχύος των συμβάσεων
εργασίας της παραγράφου 1.
6. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης δύνανται
να καθορίζονται τυχόν όροι και προϋποθέσεις και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια
για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 44
Λοιπές ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις
1. Οι συντάξεις συμπεριλαμβανομένων και των βοηθημάτων που καταβάλλονται
από το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο (ΝΑΤ), όπως είχαν διαμορφωθεί την 31-
12-2010, μειώνονται από 1-1-2011 κατά ποσοστό έξι τοις εκατό (6%).
Από την ίδια ως άνω ημερομηνία, οι καταβαλλόμενες συντάξεις
συμπεριλαμβανομένων και των βοηθημάτων του ΝΑΤ, αναπροσαρμόζονται
μόνο με διάταξη ειδικού νόμου, καταργουμένης κάθε γενικής ή ειδικής
διάταξης νόμου ή κανονιστικής πράξης, με την οποία προβλέπεται η
αναπροσαρμογή ή η αύξηση σύνταξης ή βοηθήματος που καταβάλλεται από
το ΝΑΤ.
2. Συνιστάται στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ)
Ειδικός Λογαριασμός Ανεργίας υπέρ των Αυτοτελώς και Ανεξαρτήτως
Απασχολουμένων με οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια. Σκοπός του
λογαριασμού είναι η χορήγηση βοηθήματος σε περιπτώσεις αποδεδειγμένης
διακοπής του επαγγέλματος και για χρονικό διάστημα τουλάχιστον τριών
μηνών. Από 01-08-2011 θεσπίζεται μηνιαία εισφορά ποσού ύψους 10,00
64
ευρώ που καταβάλλεται από τους ασφαλισμένους – αυτοτελώς και
ανεξάρτητα απασχολούμενους των ασφαλιστικών Οργανισμών ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ,
ΕΤΑΠ-ΜΜΕ υπέρ του κλάδου αυτού. Η εισφορά συνβεβαιώνεται και
συνεισπράττεται από τα οικεία ταμεία με τις λοιπές εισφορές και αποδίδεται
στον ΟΑΕΔ μέχρι το τέλος του μεθεπόμενου μήνα από το μήνα που
καταβάλλεται . Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής
Ασφάλισης μετά γνώμη των Διοικητικών Συμβουλίων των αρμοδίων
Οργανισμών και γνώμη του ΣΚΑ θεσπίζεται κάθε αναγκαία ρύθμιση για την
υλοποίηση του παρόντος.
3. Στο τέλος του άρθρου 14 του π.δ. 258/2005 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Από 01-01-2013 θεσπίζεται εισφορά υπέρ ΟΑΕΕ ανά κλάδο επιχείρησης
ως ποσοστό επί των ετησίων εσόδων (τζίρου ) της επιχείρησης. Το ποσοστό
εισφοράς καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών , Εργασίας
και Κοινωνικής Ασφάλισης μετά από ειδική οικονομική μελέτη του Υπουργείου
Οικονομικών και γνώμη του ΣΚΑ.»
4. α) Στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α)προστίθεται
εδάφιο ως εξής:
«Από τις παραπάνω ασφαλιστικές κατηγορίες οι πέντε πρώτες είναι
υποχρεωτικές και οι υπόλοιπες προαιρετικές».
β) Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α)
αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«2. Οι ασφαλισμένοι κατατάσσονται στην 1η ασφαλιστική κατηγορία και
μετατάσσονται στις επόμενες και μέχρι την 5η υποχρεωτική κατηγορία ανά
τριετία, με εξαίρεση τη μετάταξη από την 1η στη 2η υποχρεωτική κατηγορία, η
οποία πραγματοποιείται μετά από πέντε έτη ασφάλισης.
Οι ασφαλισμένοι με αίτησή τους, η οποία υποβάλλεται οποτεδήποτε στον
Κλάδο Κύριας Ασφάλισης Αγροτών, μπορούν να επιλέξουν ανώτερη
ασφαλιστική κατηγορία από αυτή που υπάγονται υποχρεωτικά κατά τα
ανωτέρω ή ,εφόσον βρίσκονται σε ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία, να
επιλέξουν κατώτερη. Στην τελευταία περίπτωση κατατάσσονται στην
ασφαλιστική κατηγορία στην οποία θα υπάγονται υποχρεωτικά, εάν δεν είχαν
επιλέξει ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία.
Σε κάθε περίπτωση η μετάταξη από κατηγορία σε κατηγορία γίνεται από την
1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους από τη συμπλήρωση της ως άνω
πενταετίας ή τριετίας ή από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους από την
υποβολή της αίτησης του ασφαλισμένου για αλλαγή ασφαλιστικής κατηγορίας.
Ο χρόνος ασφάλισης στον Κλάδο Πρόσθετης Ασφάλισης δεν συνυπολογίζεται
για την κατάταξη των ασφαλισμένων στις ασφαλιστικές κατηγορίες του
Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών.
Κατά την πρώτη εφαρμογή της παρούσας, η μετάταξη των ασφαλισμένων
γίνεται, επιφυλασσομένων των οριζομένων στο πρώτο εδάφιο της παρούσας
παραγράφου, στην αμέσως επόμενη ασφαλιστική κατηγορία, μη
υπολογιζομένων τυχόν πλεοναζόντων ετών ασφάλισης σε κάθε ασφαλιστική
κατηγορία».
γ) Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του ν. 2458/1997, όπως αντικαταστάθηκε
με την προηγούμενη υποπαράγραφο ισχύει 01-01-2012.
65
5. Στους ασφαλισμένους του Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων του ΤΠΔΥ
και του Κλάδου Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ του ΤΑΥΤΕΚΩ, που εξήλθαν ή
θα εξέλθουν της Υπηρεσίας, από 1-1-2010 και μετά, το ποσό του εφάπαξ
βοηθήματος που χορηγούν τα Ταμεία αυτά, σύμφωνα με τις καταστατικές
τους διατάξεις, μειώνεται κατά ποσοστό 10% και 15% αντίστοιχα σε όσους
δεν έχει εκδοθεί η σχετική απόφαση χορήγησης του εφάπαξ βοηθήματος.
6. Η παράγραφος 1 του άρθρου 51 του ν. 2084/92 (ΦΕΚ Α΄ 165), τροποποιείται
ως εξής:
«1. Προκειμένου για μισθωτούς, το ποσό της μηνιαίας σύνταξης λόγω
γήρατος ή αναπηρίας για χρόνο ασφάλισης 35 ετών ή 10.500 ημερών δεν
μπορεί να υπερβαίνει, συμπεριλαμβανομένων των οικογενειακών
επιδομάτων, το 80% των κατά τις οικείες διατάξεις των φορέων και τις
διατάξεις του άρθρου 50 του παρόντος μηνιαίων συντάξιμων αποδοχών, ούτε
το τετραπλάσιο του κατά το έτος 1991 μέσου μηνιαίου κατά κεφαλήν Α.Ε.Π.
αναπροσαρμοσμένου με το εκάστοτε ποσοστό αυξήσεως των συντάξεων των
δημοσίων υπαλλήλων».
7. Η παράγραφος 2 του άρθρου 51 του ν. 2084/92 (ΦΕΚ Α΄ 165), όπως
τροποποιήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 25 του ν. 3863/2010, τροποποιείται
ως εξής:
«2. Το ποσό της σύνταξης για όσους παραμένουν στην υπηρεσία μετά τη
συμπλήρωση 35ετούς συντάξιμου χρόνου αυξάνεται κατά 2,5% για κάθε
πλήρες έτος ασφάλισης ή 300 ημέρες υπηρεσίας πέραν του 35ου έτους έως
και του 37ου και κατά 3,5% για κάθε πλήρες έτος ασφάλισης ή 300 ημέρες
υπηρεσίας και πέραν του 37ου έτους μέχρι και του 40ου. Η προσαύξηση αυτή
χορηγείται και πέραν του 80% των συντάξιμων αποδοχών της προηγούμενης
παραγράφου, το ποσό όμως της σύνταξης δεν μπορεί να υπερβαίνει το
τετραπλάσιο του κατά το έτος 1991 μέσου μηνιαίου κατά κεφαλήν Α.Ε.Π.
αναπροσαρμοσμένου με το εκάστοτε ποσοστό αυξήσεως των συντάξεων των
δημοσίων υπαλλήλων. Από τις διατάξεις της παραγράφου αυτής εξαιρείται το
ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, για το οποίο έχουν εφαρμογή διατάξεις της νομοθεσίας του.»
8. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 29 του ν. 2084/1992, όπως ισχύει
μετά την τροποποίησή του από το τρίτο εδάφιο της παρ. 2α του άρθρου 3 του
ν. 3029/2002 (ΦΕΚ Α 160) αντικαθίσταται ως εξής:
«Το κατά τα προηγούμενα εδάφια υπολογιζόμενο ποσό της μηνιαίας
σύνταξης δεν μπορεί να υπερβαίνει, συμπεριλαμβανομένων των
προσαυξήσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 30 του νόμου αυτού, το
τετραπλάσιο του κατά το έτος 1991 μέσου μηνιαίου κατά κεφαλήν Α.Ε.Π.
αναπροσαρμοσμένου με το εκάστοτε ποσοστό αυξήσεως των συντάξεων των
δημοσίων υπαλλήλων».
9. Οι προβλεπόμενες από τις διατάξεις του άρθρου 32 παρ. 1 εδάφ. α΄ του ν.δ.
2961/1954 (Α΄ 197), όπως διαμορφώθηκαν με τις διατάξεις της παρ. 6 του
άρθρου 44 του ν.2084/1992 (Α΄ 165), εισφορές εργοδότη και εργαζόμενου
αυξάνονται κατά 0,50% αντιστοίχως και υπολογίζονται επί των αναφερόμενων
στις διατάξεις αυτές αποδοχών των μισθωτών, ανεξαρτήτως χρόνου
υπαγωγής τους στην ασφάλιση. Η ισχύς της διάταξης αυτής αρχίζει την 1-8-
2011.
66
10. Από 1.8.2011, τα ποσοστά των περιπτώσεων (β) έως και (η) της
παραγράφου 2 του άρθρου 38 του ν.3863/2010 (115 Α΄), καθώς και του
άρθρου 11 του ν.3865/2010 (120 Α΄) αναπροσαρμόζονται σε 6%, 7%, 9%,
10%, 12%, 13% και 14% αντίστοιχα.
11. α) Από 1.8.2011, στους συνταξιούχους του Δημοσίου, του ΝΑΤ και των
Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (Φ.Κ.Α.) αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας
και Κοινωνικής Ασφάλισης που δεν έχουν συμπληρώσει το 60ο έτος ηλικίας,
παρακρατείται επιπλέον μηνιαία εισφορά ως εξής:
i. Για συντάξεις από 1.700,01 € έως 2.300,00 €, ποσοστό 6%,
ii. Για συντάξεις από 2.300,01 € έως 2.900,00 €, ποσοστό 8% και
iii. Για συντάξεις από 2.900,01 € και άνω, ποσοστό 10%.
β) Οι παρακρατήσεις υπολογίζονται στο συνολικό ποσό της σύνταξης, όπως
διαμορφώνεται μετά την παρακράτηση της Εισφοράς Αλληλεγγύης
Συνταξιούχων της προηγούμενης παραγράφου.
γ) Εξαιρούνται της ανωτέρω εισφοράς όσοι έχουν συνταξιοδοτηθεί λόγω
αυτοδίκαιης λύσης της εργασιακής σχέσης ή αποστρατεύθηκαν με
πρωτοβουλία της Υπηρεσίας και οι συνταξιούχοι λόγω αναπηρίας ή γήρατος
που λαμβάνουν το Εξωιδρυματικό Επίδομα ή το Επίδομα Απολύτου
Αναπηρίας του άρθρου 42 του ν. 1140/1981 (ΦΕΚ 68 Α΄), όπως ισχύει ή το
επίδομα ανικανότητας του άρθρου 54 του π.δ.169/2007 (210 Α΄).
δ) Η παραπάνω παρακράτηση διακόπτεται το επόμενο μήνα από τη
συμπλήρωση του 60ου έτους ηλικίας.
ε) Για την πρώτη κατηγορία το ποσό της σύνταξης μετά την παρακράτηση της
επί πλέον εισφοράς δεν μπορεί να υπολείπεται των χιλίων επτακοσίων ευρώ
(1700 €).
στ) Κατά τα λοιπά, ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 38 του ν.3863/2010 και
του άρθρου 11 του ν.3865/2010.
12. Από 1.8.2011, οι διατάξεις των παραγράφων 9 και 10 εφαρμόζονται και
στους συνταξιούχους του ΕΤΑΤ που λαμβάνουν σύνταξη σε υποκατάσταση
κύριας. Κατά τα λοιπά, ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 38 του ν.3863/2010.
13. α) Από 1.9.2011 θεσπίζεται Ειδική Εισφορά Συνταξιούχων Επικουρικής
Ασφάλισης, η οποία τηρείται σε λογαριασμό με οικονομική και λογιστική
αυτοτέλεια, στο Ασφαλιστικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης Γενεών (ΑΚΑΓΕ), το
οποίο συστάθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 149 του ν.3655/2008 (ΦΕΚ 58
Α΄).
Σκοπός του Λογαριασμού είναι η κάλυψη ελλειμμάτων φορέων και κλάδων
επικουρικής σύνταξης.
67
β) Η Ειδική Εισφορά Συνταξιούχων Επικουρικής Ασφάλισης παρακρατείται
μηνιαία κατά την καταβολή της σύνταξης των συνταξιούχων των φορέων
επικουρικής ασφάλισης, αρμοδιότητας όλων των Υπουργείων, καθώς και των
νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου (νπιδ), τα οποία χορηγούν επικουρικές
συντάξεις, δυνάμει ασφάλισης η οποία έχει χωρήσει σε υποκατάσταση
υποχρεωτικής ασφάλισης σε ΦΚΑ. Η εισφορά υπολογίζεται στο συνολικό
ποσό της σύνταξης και καθορίζεται ως εξής:
i.Για συντάξεις από 300,01 € έως 350,00 €, ποσοστό 3%
ii.Για συντάξεις από 350,01 € έως 400,00 €, ποσοστό 4%
iii.Για συντάξεις από 400,01 € έως 450,00 €, ποσοστό 5%
iv.Για συντάξεις από 450,01 € έως 500,00 €, ποσοστό 6%
v.Για συντάξεις από 500,01 € έως 550,00 €, ποσοστό 7%
vi.Για συντάξεις από 550,01 € έως 600,00 €, ποσοστό 8%
vii.Για συντάξεις από 600,01 € έως 650,00 €, ποσοστό 9%
viii.Για συντάξεις από 650,01 € και άνω, ποσοστό 10%
γ) Για την πρώτη κατηγορία το ποσό της σύνταξης μετά την παρακράτηση της
εισφοράς δεν μπορεί να υπολείπεται των τριακοσίων ευρώ (300 €).
δ) Εξαιρούνται της παρακράτησης της Ειδικής Εισφοράς οι συνταξιούχοι λόγω
αναπηρίας ή γήρατος που λαμβάνουν το Εξωιδρυματικό Επίδομα ή το
Επίδομα Απολύτου Αναπηρίας του άρθρου 42 του ν. 1140/1981 (ΦΕΚ 68 Α΄),
όπως ισχύει.
ε) Στις περιπτώσεις που στη σύνταξη συντρέχουν περισσότεροι του ενός
δικαιούχοι, για τον προσδιορισμό των ποσών σύνταξης της παραγράφου (β)
λαμβάνεται υπόψη το συνολικό ποσό της σύνταξης που έχει μεταβιβασθεί και
το παρακρατηθέν ποσό επιμερίζεται ανάλογα.
στ) Τα ποσά που παρακρατούνται με ευθύνη των φορέων αποδίδονται σε
Λογαριασμό του ΑΚΑΓΕ το αργότερο μέχρι το τέλος του επομένου, από την
παρακράτηση, μήνα.
ζ) Η οικονομική και λογιστική λειτουργία του Λογαριασμού της Ειδικής
Εισφοράς Συνταξιούχων είναι η ίδια με αυτή που ισχύει για το Α.Κ.Α.Γ.Ε.. Τα
κεφάλαια του Λογαριασμού επενδύονται στο Κοινό Κεφάλαιο Τραπέζης
Ελλάδος.
η) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικής
Ασφάλισης και του κατά περίπτωση αρμοδίου Υπουργού καθορίζεται το ύψος
68
του ποσού που απαιτείται κάθε φορά για κάλυψη του ελλείμματος του κλάδου
επικουρικής σύνταξης.
θ) Μετά την 1.1.2015 τα ποσά της Ειδικής Εισφοράς Συνταξιούχων
μεταφέρονται στο Α.Κ.Α.Γ.Ε. και αποτελούν έσοδο του Ασφαλιστικού
Κεφαλαίου Αλληλεγγύης Γενεών.
14. α) Οι ασφαλισμένοι στον κλάδο κύριας ασφάλισης του Ενιαίου Ταμείου
Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (Ε.Τ.Α.Α.) – Τομέας Μηχανικών και
Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε.), Τομέας Σύνταξης και
Ασφάλισης Υγειονομικών (Τ.Σ.Α.Υ.), Τομέας Ασφάλισης Νομικών (Τ.Α.Ν.) –
που έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης ή
το Δημόσιο μέχρι 31/12/1992, και ασφαλίζονται στους ανωτέρω Τομείς ως
ελεύθεροι επαγγελματίες, πέραν της προβλεπόμενης από γενικές ή
καταστατικές διατάξεις εισφοράς ασφαλισμένου, καταβάλλουν πρόσθετη
μηνιαία εισφορά ύψους δύο τοις εκατό (2%) επί του ποσού της 1ης
ασφαλιστικής κατηγορίας των π.δ. 124/1993 (Α΄ 54), π.δ. 126/1993 (Α΄ 54)
και π.δ. 125/1993 (Α΄ 54), όπως ισχύει.
β) Στους κλάδους επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και ασθένειας του
Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (Ε.Τ.Α.Α.) τα ανωτέρω
πρόσωπα καταβάλλουν πρόσθετη εισφορά ύψους 0,6%, 4% και 0,65%
αντίστοιχα στους Τομείς, επί του ποσού της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας των
π.δ. 124/1993 (Α΄ 54), π.δ. 126/1993 (Α΄ 54) και π.δ. 125/1993 (Α΄ 54), όπως
ισχύει.
γ) Στην Ειδική Προσαύξηση του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., όπως αυτή διαμορφώνεται
σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν.3518/2006 (Α΄ 272),
καταβάλλεται πρόσθετη εισφορά ύψους δύο τοις εκατό (2%) επί του ποσού
της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας του π.δ. 124/1993 (Α΄ 54), όπως ισχύει.
δ) Στον Κλάδο Μονοσυνταξιούχων του Τ.Σ.Α.Υ. καταβάλλεται πρόσθετη
εισφορά ύψους ένα τοις εκατό (1%) επί του ποσού της 1ης ασφαλιστικής
κατηγορίας του π.δ. 126/1993 (Α΄ 54), όπως ισχύει.
15. α) Οι ασφαλισμένοι στον κλάδο κύριας ασφάλισης του Ενιαίου Ταμείου
Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (Ε.Τ.Α.Α.) – Τομέας Μηχανικών και
Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε.), Τομέας Σύνταξης και
Ασφάλισης Υγειονομικών (Τ.Σ.Α.Υ.), Τομέας Ασφάλισης Νομικών (Τ.Α.Ν.) –
που έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης ή
το Δημόσιο από 1/1/1993 και εφεξής, και ασφαλίζονται στους ανωτέρω Τομείς
ως ελεύθεροι επαγγελματίες, κατά την πρώτη υπαγωγή τους στην ασφάλιση
των Τομέων κατατάσσονται στην πρώτη ασφαλιστική κατηγορία, όπως αυτή
προβλέπεται από το π.δ. 124/1993 (Α΄ 54) και την υποπερίπτωση αα της
περίπτωσης β της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν.3518/2006 (Α΄ 272), το π.δ.
126/1993 (Α΄ 54) και το π.δ. 125/1993 (Α΄ 54), και μετατάσσονται στις
επόμενες κατηγορίες ανά τριετία, και πάντα την 1η του έτους του επομένου
εκείνου στο οποίο συμπληρώθηκε η τριετία.
β) Για τα πρόσωπα της περίπτωσης α της παραγράφου αυτής που
συμπληρώνουν μέχρι 31/12/2011 τουλάχιστον τρία έτη ασφάλισης στους
Τομείς του κλάδου κύριας ασφάλισης του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα
69
Απασχολούμενων (Ε.Τ.Α.Α.), έχουν εφαρμογή τα προβλεπόμενα στην
περίπτωση α της παραγράφου αυτής.
γ) Τα προβλεπόμενα από την περίπτωση α και β της παραγράφου αυτής,
εφαρμόζονται και στους λοιπούς Τομείς των κλάδων επικουρικής ασφάλισης,
πρόνοιας και ασθένειας του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων
(Ε.Τ.Α.Α.), καθώς και στην Ειδική Προσαύξηση του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., και στον
Κλάδο Μονοσυνταξιούχων του Τ.Σ.Α.Υ.
16. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά
γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου και γνώμη του Σ.Κ.Α., ρυθμίζεται κάθε
αναγκαία ρύθμιση για την υλοποίηση των παραγράφων 14 και 15 .
Άρθρο 45
Θέσπιση ετήσιου τέλους
για τη λειτουργία χώρων καπνιζόντων εντός των καζίνο και των
κέντρων διασκέδασης, με μουσική, άνω των 300 τ.μ.
Τα δύο τελευταία εδάφια του άρθρου 3 του ν. 3730/2008 (Α΄ 262), όπως
τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με τα άρθρα 17 παρ. 6 και 32 περ. 6 του
ν. 3868 (Α΄ 129) και ισχύει, αντικαθίστανται ως εξής:
«Κατ’ εξαίρεση των ανωτέρω διατάξεων, στα καζίνο και στα κέντρα
διασκέδασης με ζωντανή μουσική εμβαδού άνω των 300 τμ. μπορούν να
δημιουργούνται χώροι καπνιζόντων, οι οποίοι δεν επιτρέπεται να
υπερβαίνουν το ένα δεύτερο (1/2) του συνολικού εμβαδού του καταστήματος.
Για την δημιουργία τέτοιων χώρων καταβάλλεται ετήσιο τέλος ποσού
διακοσίων (200) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Με κοινή απόφαση των
Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζονται
οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις λειτουργίας των χώρων καπνιζόντων, ο
χρόνος καταβολής και η διαδικασία είσπραξης του ετήσιου τέλους και κάθε
άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων.»
Άρθρο 46
Αναστολή Πλειστηριασμών
1. Αναστέλλονται από την 1η Ιουλίου 2011 έως την 31η Δεκεμβρίου 2011 οι
πλειστηριασμοί, οι οποίοι επισπεύδονται για την ικανοποίηση χρηματικών
απαιτήσεων που δεν υπερβαίνουν το ποσόν των διακοσίων χιλιάδων
(200.000) ευρώ από πιστωτικά ιδρύματα, εταιρείες παροχής πιστώσεων και
από τους εκδοχείς των απαιτήσεων αυτών.
2. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 19 του ν. 3869/2010, όπως ισχύει, η φράση
«μέχρι την 30ή Ιουνίου 2011» αντικαθίσταται από τη φράση «μέχρι την 31η
Δεκεμβρίου 2011» και στο τέλος της παραγράφου προστίθεται το ακόλουθο
εδάφιο: «Η διάταξη εφαρμόζεται για κάθε φυσικό πρόσωπο ανεξαρτήτως αν
στερείται πτωχευτικής ικανότητας.»
70
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Z΄
Λοιπές Διατάξεις
Άρθρο 47
Οργανισμός Διεξαγωγής Ιπποδρομιών Ελλάδος (Ο.Δ.Ι.Ε.)
1. Η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 5 του α.ν. 598/1968 (Α’ 256) αντικαθίσταται
ως εξής:
«1. Οι ακαθάριστες εισπράξεις από κάθε είδους αμοιβαία στοιχήματα με
εξαίρεση το πρόσθετο αμοιβαίο στοίχημα (sweepstake) της παραγράφου 3
του άρθρου 4 διανέμονται ως εξής:
α) σε αυτούς που κερδίζουν, ποσοστό επί των ακαθαρίστων εισπράξεων το
οποίο ορίζεται ανά είδος στοιχήματος με απόφαση του Διοικητικού
Συμβουλίου της «Ο.Δ.Ι.Ε. Α.Ε.».
Ακολούθως, και επί του ποσού που απομένει μετά τη διανομή των υπό στοιχ.
(α) κερδών του στοιχήματος :
β) ποσοστό 25 % για έπαθλα ιπποδρομιών, και με ανώτατο όριο που θα
ορίζεται κατά ποσοστό επί του συνόλου των ακαθαρίστων εισπράξεων με
κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού και Τουρισμού
κατόπιν εισηγήσεως της Ε.Ε.Ε.Π. Επί στοιχήματος που αφορά αλλοδαπές
ιπποδρομίες ή ιπποδρομίες που διενεργούνται με ηλεκτρονικά μέσα, και εν
γένει επί κάθε στοιχήματος ή παιγνίου πλην αυτών των ημεδαπών
ιπποδρομιών, το ποσοστό αυτό αποδίδεται απευθείας στο λογαριασμό
επάθλων της Φιλίππου Ενώσεως Ελλάδος.
γ) ποσοστό 0,625 % στη Φίλιππο Ένωση.
δ) ποσοστό 2,5 % στα ακόλουθα ασφαλιστικά ταμεία, που κατανέμεται
αντίστοιχα ως εξής: προς τον Ο.Α.Ε.Ε. ποσοστό 1,05 %, προς το Ε.Τ.Ε.Α.Μ.
ποσοστό 0,825 % και προς το ΤΑ.Π.Ι.Τ. ποσοστό 0,625 %.»
2. Η παρ. 2 του άρθρου 5 του α.ν. 598/1968 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Ομοίως ο Ο.Δ.Ι.Ε. για τη βελτίωση των συνθηκών διεξαγωγής του
αμοιβαίου Ιπποδρομιακού Στοιχήματος και τη διασφάλιση των Φιλίππων,
μπορεί, με αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού του Συμβουλίου και
ύστερα από έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού, να επιχορηγεί
τους ιδιοκτήτες δρομώνων ίππων κατά συνολικό ποσοστό μέχρι ένα τοις
εκατό (1%) επί των ακαθάριστων εισπράξεων των αμοιβαίων στοιχημάτων
που διεξάγονται από τον Οργανισμό, εκτός από το πρόσθετο αμοιβαίο
στοίχημα (SWEEPSTAKE), για την αντιμετώπιση έκτακτων δαπανών
συντήρησης των ίππων αυτών. Η επιχορήγηση αυτή θα είναι δυνατή, εφόσον
η προηγούμενη εταιρική χρήση υπήρξε κερδοφόρα και δεν μπορεί να
υπερβαίνει κατά ποσοστό το δέκα τοις εκατό (10%) των κερδών αυτής. Η
επιχορήγηση θα διανέμεται μέσα στην επόμενη από την κερδοφόρα χρήση
και το μισό ποσό αυτής θα διανέμεται υποχρεωτικά στους προπονητές,
αναβάτες και σταβλίτες, με βάση συντελεστές που θα ορίζονται εκάστοτε με
αποφάσεις του Δ.Σ. της Ο.Δ.Ι.Ε ΑΕ.»
3. Η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 2 του α.ν. 598/1968, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Σκοπός του Οργανισμού είναι η άσκηση των ακόλουθων
δραστηριοτήτων :
71
α) Η οργάνωση και διεξαγωγή κατ’ αποκλειστικότητα ιπποδρομιών στη χώρα
καθώς και η διοργάνωση για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου αμοιβαίων
σε σχέση με τις Ιπποδρομίες στοιχημάτων, λαχειοφόρων ή μη, εντός και εκτός
του χώρου των Ιπποδρομιών.
β) Η ανάληψη δραστηριοτήτων συναφών προς τις ιπποδρομίες και τα
ιπποδρομιακά στοιχήματα σε εθνικό και διεθνές επίπεδο,
συμπεριλαμβανομένης της διοργάνωσης, διεξαγωγής και εκμετάλλευσης
αμοιβαίων στοιχημάτων για αλλοδαπές ιπποδρομίες ή της συμμετοχής στη
διοργάνωση, διεξαγωγή και εκμετάλλευση αλλοδαπών αμοιβαίων
στοιχημάτων επί ιπποδρομιών.
γ) Η με κάθε νόμιμο τρόπο εκμετάλλευση και εμπορική αξιοποίηση της
ακίνητης περιουσίας και των εγκαταστάσεών του.
δ) Η εγκατάσταση και εκμετάλλευση τεχνικών – ψυχαγωγικών ή τυχερών
παιγνίων με παιγνιομηχανήματα στις εγκαταστάσεις του και μέσω του δικτύου
του, καθώς και η διεξαγωγή αμοιβαίων στοιχημάτων επί ιπποδρομιών που
διενεργούνται με ηλεκτρονικά μέσα, εφόσον επιτρέπεται και σύμφωνα με τις
διατάξεις που διέπουν τη λειτουργία τους.»
4. Το στοιχείο (ε) της παρ. 2 του άρθρου 2 του α.ν. 598/1968, αντικαθίσταται ως
εξής:
«(ε) ιδρύει στην ελληνική επικράτεια πρακτορεία διενέργειας των αμοιβαίων
στοιχημάτων και παιγνίων του.»
5. Η διάταξη του άρθρου 13 του α.ν. 598/1968, αντικαθίσταται ως εξής:
«Με κανονισμούς που καταρτίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο του
Οργανισμού και εγκρίνονται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, που
δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορούν να ρυθμίζονται: α)
Η οργάνωση και λειτουργία των αμοιβαίων στοιχημάτων της Ο.Δ.Ι.Ε. Α.Ε. και
β) Η σύσταση πρακτορείων στοιχημάτων και παιγνίων της Ο.Δ.Ι.Ε. Α.Ε. και τα
της λειτουργίας αυτών.»
Άρθρο 48
Ειδικές Διατάξεις Γενικής Γραμματείας Επικοινωνίας-Γενικής
Γραμματείας Ενημέρωσης
1. α) Το άρθρο 20 παρ. 1 του ν. 2644/1998 (Α΄ 233), όπως τροποποιήθηκε από
το άρθρο 49 του ν. 3801/2009 (Α΄ 163) και ισχύει, και το άρθρο 10 παρ. 1 του
ν. 3021/2002 (Α΄ 143), όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 15 παρ. 8 του ν.
3444/2006 (Α΄ 46) και ισχύει καταργούνται.
β) Οι δικαιούχοι της επιχορήγησης, σύμφωνα με τις καταργούμενες με την
προηγούμενη υποπαράγραφο διατάξεις, οφείλουν εντός αποκλειστικής
προθεσμίας δύο μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος να προσκομίσουν
στη Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας – Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης όλα τα
απαραίτητα από το νόμο δικαιολογητικά για την καταβολή του ποσού της
δημόσιας επιχορήγησης. Η υποχρέωση αυτή αφορά σε αεροπορική μεταφορά
που πραγματοποιήθηκε μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
72
2. Η παράγραφος 15 του άρθρου 13 του ν. 2328/1995 αντικαθίσταται ως εξής:
«15. Στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 4 του άρθρου 68 του ν.
2065/1992, όπως ισχύει, εμπίπτουν:
α) οι ημερήσιες εφημερίδες, οι οποίες περιλαμβάνονται στην Υπουργική
απόφαση που προβλέπεται από την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του ν.
3548/2007,
β) οι εβδομαδιαίες εφημερίδες, οι οποίες περιλαμβάνονται στην Υπουργική
απόφαση που προβλέπεται από την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του ν.
3548/2007,
γ) άλλες εφημερίδες και περιοδικά, οι ιδιοκτήτες των οποίων είναι μέλη της
Ένωσης Δημοσιογράφων Ιδιοκτητών Περιοδικού Τύπου, ή δύνανται να γίνουν
μέλη της.
2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγεται η
Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας – Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και του
Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται το ειδικό τιμολόγιο διακίνησης του
ημερήσιου και περιοδικού τύπου των εκδοτών για καθεμία από τις παραπάνω
κατηγορίες, κατ' ανάλογη εφαρμογή της παραγράφου 4 του άρθρου 68 του ν.
2065/1992, όπως αυτή ισχύει. Με την ίδια απόφαση, καθορίζεται ο ανώτατος
αριθμός των φύλλων κάθε έκδοσης που δύνανται να διακινούνται
ταχυδρομικά με το μειωμένο αυτό τιμολόγιο.
3. Με απόφαση του Υπουργού στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγεται η
Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας – Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης
καθορίζονται τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την υπαγωγή των εκδοτών
στο ειδικό τιμολόγιο, καθώς και κάθε περαιτέρω αναγκαία λεπτομέρεια
εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
4. Η ισχύς των διατάξεων της παρούσας παραγράφου αρχίζει την 1η
Αυγούστου 2011.»
3. α) Από τη δημοσίευση του παρόντος ο Ν. 583/1977 περί «Τηλεπικοινωνιακών
απαλλαγών Τύπου», όπως ισχύει, καταργείται.
β) Για τηλεφωνικούς λογαριασμούς, οι οποίοι αφορούν σε περίοδο έως τη
δημοσίευση του παρόντος νόμου, ισχύουν οι εκπτώσεις που προβλέπονται
από τα άρθρα 1, 2 και 3 του καταργούμενου νόμου, εφόσον προσκομιστούν
στη Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας – Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης τα
απαιτούμενα δικαιολογητικά εντός τριάντα (30) ημερών από την έκδοση των
λογαριασμών.
73

Για τα υβριδικά επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής και δημόσιας χρήσης (ΤΑΞΙ),
κυλινδρισμού κινητήρα άνω των 1.929 κ.εκ., που έχουν ταξινομηθεί στην
Ελλάδα για πρώτη φορά έως την 31.10.2010, τα τέλη κυκλοφορίας που
επιβάλλονται αναλογούν στο ήμισυ των τελών των αντίστοιχων συμβατικών
οχημάτων.
Για τα πιο πάνω οχήματα, ανεξάρτητα κυλινδρισμού κινητήρα, που
ταξινομούνται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από την 1.11.2010 και μετά, τα
τέλη κυκλοφορίας προσδιορίζονται με βάση τις εκπομπές διοξειδίου του
άνθρακα, ανάλογα αν αυτά είναι ιδιωτικής ή δημόσιας χρήσης οχήματα.
Τα επιβατικά ηλεκτροκίνητα και υδρογόνου αυτοκίνητα ιδιωτικής και δημόσιας
χρήσης, που έχουν ταξινομηθεί στην Ελλάδα για πρώτη φορά έως την
31.10.2010, απαλλάσσονται των τελών κυκλοφορίας. Για τα οχήματα αυτά,
που ταξινομούνται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από την 1.11.2010 και μετά,
τα τέλη κυκλοφορίας προσδιορίζονται με βάση τις εκπομπές διοξειδίου του
άνθρακα, ανάλογα αν αυτά είναι ιδιωτικής ή δημόσιας χρήσης οχήματα.
Οι υβριδικές δίκυκλες και τρίκυκλες μοτοσικλέτες ιδιωτικής και δημόσιας
χρήσης, κυλινδρισμού κινητήρα έως 1.929 κ.εκ., ανεξάρτητα από την
ημερομηνία της πρώτης ταξινόμησής τους στην Ελλάδα, απαλλάσσονται των
τελών κυκλοφορίας.
Για τις υβριδικές δίκυκλες και τρίκυκλες μοτοσικλέτες ιδιωτικής και δημόσιας
χρήσης, κυλινδρισμού κινητήρα άνω των 1.929 κ.εκ., ανεξάρτητα από την
ημερομηνία της πρώτης ταξινόμησής τους στην Ελλάδα, τα τέλη κυκλοφορίας
που επιβάλλονται αναλογούν στο ήμισυ των τελών των αντίστοιχων
συμβατικών οχημάτων.
Οι επιβατικές ηλεκτροκίνητες και υδρογόνου δίκυκλες και τρίκυκλες
μοτοσικλέτες ιδιωτικής και δημόσιας χρήσης, ανεξάρτητα από την ημερομηνία
της πρώτης ταξινόμησής τους στην Ελλάδα, απαλλάσσονται των τελών
κυκλοφορίας.
3. Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων ισχύουν για τα τέλη
κυκλοφορίας έτους 2012 και επομένων.
4. Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγονται οι απαλλαγές από
τα τέλη
κυκλοφορίας για τα οχήματα της παραγράφου 1.
5. Το ποσό των τελών κυκλοφορίας των αυτοκινήτων οχημάτων της
παραγράφου 1, που καταβάλλεται για την προμήθεια του ειδικού σήματος
τελών κυκλοφορίας έτους 2012 και επομένων, αποτελεί στο σύνολό του έσοδο
του Δημοσίου.
6. Από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού παύει να ισχύει ως προς
τα οχήματα της παραγράφου 1 κάθε διάταξη νόμου που ρυθμίζει διαφορετικά
τα θέματα που ρυθμίζονται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 36
Τροποποίηση διατάξεων του ν. 2960/2001
52
«Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας» και του ν. 3899/2010
1. Οι περιπτώσεις θ΄, ιγ΄, ιδ΄, ιε΄, ιζ΄ και ιη΄ του πίνακα της παραγράφου 1 του
άρθρου 73 του ν. 2960/2001(ΦΕΚ 265 Α΄) «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας»,
όπως ισχύει, αντικαθίστανται ως εξής:
ΕΙΔΟΣ
ΚΩΔΙΚΟΣ
Σ.Ο.
ΠΟΣΟ
ΦΟΡΟΥ
ΣΕ ΕΥΡΩ
ΜΟΝΑΔΑ
ΕΠΙΒΟΛΗΣ
«θ) Πετρέλαιο εξωτερικής
καύσης (FUEL OIL –
Μαζούτ)
2710 19 61
2710 19 63
2710 19 65
2710 19 69
38
1.000
χιλιόγραμμα
ιγ) Υγραέρια (LPG) που
χρησιμοποιούνται ως
καύσιμα κινητήρων
2711 12 11
έως και
2711 19 00
200
1.000
χιλιόγραμμα
ιδ) Υγραέρια (LPG) και
μεθάνιο που
χρησιμοποιούνται:
- ως καύσιμα θέρμανσης και
- για άλλες χρήσεις εκτός από
αυτές που καθορίζονται στις
περιπτώσεις ιγ΄ και ιε΄
2711 12 11
έως και
2711 19 00 και
2711 29 00
60
1.000
χιλιόγραμμα
ιε) Υγραέρια (LPG) και
μεθάνιο που προορίζονται
για βιομηχανική,
βιοτεχνική και εμπορική
χρήση σε κινητήρες πλην
της περίπτωσης ιγ΄
2711 12 11
έως και
2711 19 00 και
2711 29 00
120
1.000
χιλιόγραμμα
ιζ) Φυσικό αέριο που
χρησιμοποιείται ως
καύσιμο θέρμανσης
2711 11 00 και
2711 21 00
1,5
Gigajoule
μεικτή
θερμογόνος
δύναμη
ιη) Φυσικό αέριο που
χρησιμοποιείται για άλλες
χρήσεις εκτός από αυτές
που καθορίζονται στις
παραπάνω ιστ) και ιζ)
περιπτώσεις
2711 11 00 και
2711 21 00
1,5
Gigajoule
μεικτή
θερμογόνος
δύναμη»
2. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παρ. 2 του άρθρου 73 του ν.
2960/2001, αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Για την εφαρμογή των παραπάνω περιπτώσεων ζ΄ για το πετρέλαιο
εσωτερικής καύσης (DIESEL) και ια΄ για το φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη),
που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης για τη χρονική περίοδο από
την 15η Οκτωβρίου μέχρι και την 30ή Απριλίου κάθε έτους, ο συντελεστής του
53
Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) ορίζεται σε εξήντα (60) ευρώ το
χιλιόλιτρο, με εξαίρεση το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) και το
φωτιστικό πετρέλαιο που παραλαμβάνονται από τα Νομικά Πρόσωπα του
Άρθρου 2 παρ. 4 και του Άρθρου 101 παρ. 1 του Ν. 2238/1994 (Α΄ 151). Τα
πρόσωπα αυτά, για τη λειτουργία των κεντρικών συστημάτων ή άλλων μέσων
θέρμανσης, θα χρησιμοποιούν πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL)
κίνησης. Οι διατάξεις της παρ. 7 του Άρθρου 19 του Ν. 2753/1999 (Α΄ 249) και
της παρ. 4 του Άρθρου 21 του Ν. 3193/2003 (Α΄ 266) δεν εφαρμόζονται για
τα παραπάνω Νομικά Πρόσωπα. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών
καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διάταξης
αυτής.»
3. Μετά την παράγραφο 8 του άρθρου 73 του ν. 2960/2001, προστίθεται νέα
παράγραφος 9 ως εξής:
«9. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και
προϋποθέσεις που διέπουν τη διαδικασία βεβαίωσης και είσπραξης του
ειδικού φόρου κατανάλωσης του φυσικού αερίου των περιπτώσεων ιζ΄ και ιη΄
της παραγράφου 1, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής προσδιορίζονται, τα στοιχεία που
διαβιβάζονται από τους διανομείς φυσικού αερίου στην αρμόδια υπηρεσία του
Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και η συχνότητα και ο τρόπος διαβίβασής
τους.».
4. Το τρίτο εδάφιο της περίπτωσης β) της παραγράφου 1 του άρθρου 97 του ν.
2960/2001, αντικαθίσταται ως εξής :
«Το συνολικό ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που υπολογίζεται
σύμφωνα με τις ανωτέρω περιπτώσεις α) και β), δεν μπορεί να είναι κατώτερο
του ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%) του συνολικού ειδικού φόρου
κατανάλωσης που επιβάλλεται στη σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης
των τσιγάρων».
5. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 104 του ν. 2960/2001
αντικαθίσταται ως εξής :
«1. Στα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 106 του παρόντα κώδικα,
μετά από αίτησή τους, παρέχεται πίστωση του φόρου του παρόντα κώδικα,
διάρκειας τεσσάρων (4) εβδομάδων, εφόσον πρόκειται για
βιομηχανοποιημένα καπνά που προορίζονται για εμπορία και παράγονται στο
εσωτερικό της χώρας ή παράγονται και προέρχονται από άλλα κράτη – μέλη
της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των εδαφών των
παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 54 του παρόντα κώδικα».
6. Η παράγραφος 7 του άρθρου 109 του ν. 2960/2001 αναριθμείται σε
παράγραφο 8 και μετά την παράγραφο 6 προστίθεται νέα παράγραφος 7, ως
εξής:
«7. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που αναλογεί στο φυσικό αέριο των
περιπτώσεων ιζ΄ και ιη΄, της παραγράφου 1 του άρθρου 73, βεβαιώνεται και
εισπράττεται από την αρμόδια αρχή, βάσει των εκδιδόμενων από τον
διανομέα ή τον αναδιανομέα φορολογικών στοιχείων επί των οποίων
προσδιορίζονται η μονάδα μέτρησης και οι ποσότητες που παραδίδονται, το
54
αργότερο μέχρι την εικοστή (20ή) ημέρα του επόμενου μήνα από την έκδοση
των ανωτέρω σχετικών φορολογικών στοιχείων.
Με τον ειδικό φόρο κατανάλωσης βεβαιώνεται και εισπράττεται κατά την ίδια
χρονική στιγμή ο φόρος προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) και κάθε άλλη σχετική
επιβάρυνση. Κατ’ εξαίρεση προκειμένου για το φυσικό αέριο ο Φ.Π.Α.
υπολογίζεται με τον οικείο φορολογικό συντελεστή επί του ποσού του ειδικού
φόρου κατανάλωσης.»
7. Η παράγραφος 5 του άρθρου 178 του ν. 2960/2001, αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Η είσπραξη του ειδικού φόρου κατανάλωσης για το φυσικό αέριο της
περίπτωσης ιστ΄, της παραγράφου 1 του άρθρου 73 αναστέλλεται έως την
1.1.2014.»
8. Μετά το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης α) της παραγράφου 2 του άρθρου
73 του ν. 2960/2001 προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Μέχρι 31-12-2013 ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης του πετρελαίου
εσωτερικής καύσης (DIESEL) καθώς και του φωτιστικού πετρελαίου, που
χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης, εξισώνεται με το ογδόντα τοις
εκατό (80%) του ισχύοντος τότε συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης του
πετρελαίου εσωτερικής καύσης και φωτιστικού πετρελαίου, αντίστοιχα, που
χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών είναι δυνατή η παροχή επιδόματος
θέρμανσης στους καταναλωτές πετρελαίου εσωτερικής καύσης θέρμανσης.
Με την ίδια απόφαση, καθορίζονται το ύψος του επιδόματος, τα κριτήρια με
βάση τα οποία χορηγείται το επίδομα, τα δικαιούχα πρόσωπα, η αρμόδια
για τη χορήγηση αρχή, η διαδικασία και οι προϋποθέσεις χορήγησης, καθώς
και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της ρύθμισης αυτής.»
9. α) Οι διατάξεις των περιπτώσεων ιζ΄ και ιη΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 73
του ν. 2960/2001, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του παρόντος
άρθρου, ισχύουν από 1-9-2011, ενώ οι διατάξεις των περιπτώσεων θ΄, ιγ΄, ιδ΄
και ιε΄ της ίδιας παραγράφου ισχύουν από 27-6-2011.
β) Οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 ισχύουν από την 27-6-2011.
55
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ
ΜΕΣΟΠΡΟΘΕΣΜΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ
Άρθρο 37
Ρυθμίσεις για τον περιορισμό των προσλήψεων
στους κρατικούς φορείς
1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 10 του ν. 3833/2010, αντικαθίσταται ως εξής :
«3. Ο διορισμός των επιτυχόντων σε διαδικασίες επιλογής τακτικού
προσωπικού του ΑΣΕΠ και των φορέων, για τους οποίους έχουν εκδοθεί
οριστικοί πίνακες αποτελεσμάτων μετά την 1-1-2009, πραγματοποιείται
σταδιακά βάσει σειράς επιτυχίας μέχρι την 31-12-2015.»
2. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 3833/2010, όπως αυτό
τροποποιήθηκε με την παρ. 4α του άρθρου 3 του ν. 3899/2010, αντικαθίσταται
ως εξής :
«1. Από την 1η Ιανουαρίου 2011 και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2015, ο αριθμός
των ετήσιων προσλήψεων και διορισμών του μονίμου προσωπικού και του
προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στους
φορείς της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3812/2009 δεν μπορεί να είναι
μεγαλύτερος συνολικά από το λόγο ένα προς πέντε (μία πρόσληψη ανά πέντε
αποχωρήσεις), στο σύνολο των φορέων με εξαίρεση το έτος 2011, για το οποίο
ο λόγος θα είναι ένα προς δέκα.»
3. To πρώτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 11 του Ν. 3833/2010, όπως
αντικαταστάθηκε και αναριθμήθηκε με την παρ. 4δ του άρθρου 3 του ν.
3899/2010, αντικαθίσταται ως εξής :
«6. Οι εγκρίσεις πρόσληψης προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου
ορισμένου χρόνου και συμβάσεων μίσθωσης έργου για το έτος 2011
περιορίζονται κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) σε σχέση με τις
αντίστοιχες εγκρίσεις του έτους 2010 και κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%)
κατ’ έτος για τα έτη έως και το 2015.
Οι ανωτέρω περιορισμοί δεν ισχύουν για τις εγκρίσεις πρόσληψης προσωπικού
με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου και συμβάσεων
μίσθωσης έργου που εντάσσονται στο πλαίσιο ερευνητικών, αναπτυξιακών
συμβολαίων και συγχρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και
τρίτους έργων, εφόσον η μισθοδοσία του ως άνω προσωπικού δεν επιβαρύνει
καθ’ οιονδήποτε τρόπο τον κρατικό προϋπολογισμό.
4. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 51 του ν. 3528/2007 (Υπαλληλικός Κώδικας –
Α΄ 26), αντί των λέξεων «δύο (2) ετών» τίθενται οι λέξεις «πέντε (5) ετών».
5. Το τακτικό προσωπικό που απασχολείται στο Δημόσιο, σε Ν.Π.Δ.Δ. και στους
Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού μπορεί να ζητήσει με αίτησή του τη μείωση των ωρών
εργασίας του μέχρι και 50%, με ανάλογη μείωση των αποδοχών του, για
χρονική διάρκεια μέχρι πέντε (5) έτη.
56
Με την αίτηση του ο υπάλληλος προσδιορίζει, εάν επιθυμεί τη μείωση της
ημερήσιας απασχόλησης ή των εργάσιμων ημερών.
Σε κάθε περίπτωση, ως χρόνος πραγματικής και συντάξιμης δημόσιας
υπηρεσίας για κάθε νόμιμη συνέπεια, υπολογίζεται μόνο ο χρόνος πραγματικής
απασχόλησης.
6. Οι περιορισμοί που προβλέπονται στα άρθρα 31 και 32 του ν. 3528/2007
(Υπαλληλικός Κώδικας –Α΄ 26) και το ασυμβίβαστο που προβλέπεται στο
άρθρο 34 του ίδιου νόμου έχουν εφαρμογή και στους υπαλλήλους που κάνουν
χρήση των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου.
7. Στο εξής τυχόν πλεονάζον προσωπικό των νομικών προσώπων ιδιωτικού
δικαίου που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του Κεφαλαίου Α΄ του ν.
3429/2005 (Α΄ 314) εντάσσεται σε πίνακες κατάταξης που καταρτίζονται,
χωριστά για κάθε νομικό πρόσωπο από το Α.Σ.Ε.Π., με βάση αντικειμενικά και
αξιοκρατικά κριτήρια (όπως τυπικά προσόντα, εμπειρία, οικογενειακή
κατάσταση, ηλικία, προϋπηρεσία, ειδικές γνώσεις κ.λπ.). Με Προεδρικό
Διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Διοικητικής
Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, καθορίζονται τα
αντικειμενικά και αξιοκρατικά κριτήρια που προβλέπονται στο προηγούμενο
εδάφιο, η διαδικασία κατάρτισης του πίνακα και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την
εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
Το προσωπικό που περιλαμβάνεται στους ανωτέρω πίνακες κατάταξης
συνεχίζει να λαμβάνει για 12 μήνες από τον χαρακτηρισμό του ως
πλεονάζοντος προσωπικού αποδοχές ίσες με το 60% του βασικού μισθού του.
Σε κάθε περίπτωση η καταβολή των αποδοχών του ανωτέρω προσωπικού
διακόπτεται, εφόσον το προσωπικό αυτό συνάψει οποιασδήποτε μορφής
εργασιακή σχέση.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και
Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής
Ασφάλισης καθορίζονται ο φορέας που επιβαρύνεται με την καταβολή των
αποδοχών στο προσωπικό, ο τρόπος καταβολής των αποδοχών και κάθε άλλη
σχετική λεπτομέρεια.
Από τους εν λόγω πίνακες κατάταξης, το ανωτέρω προσωπικό:
α) μπορεί να μεταφέρεται ύστερα από αίτησή του με την ίδια σχέση εργασίας
σε φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 1 του ν. 3812/2009 (Α΄ 234),
εφόσον υπάρχουν αιτήματα των φορέων αυτών για πλήρωση θέσεων τακτικού
προσωπικού, σε ποσοστό 10% των ετήσιων προσλήψεων, με βάση τα
απολογιστικά στοιχεία του προηγούμενου έτους, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις
του άρθρου 11 του ν. 3833/2010.
β) επιλέγεται ύστερα από αίτησή του κατά προτεραιότητα σε ποσοστό 30% επί
του συνόλου των εκάστοτε θέσεων που προκηρύσσονται για απασχόληση
προσωπικού ορισμένου χρόνου σε υπηρεσίες και φορείς του δημόσιου τομέα.
γ) προηγείται έναντι όλων των λοιπών κατηγοριών για την επιλογή υποψηφίων
για μερική απασχόληση, σύμφωνα με το ν. 3250/2004, εφόσον υποβάλει
αίτηση.
δ) μπορεί κατ’ εξαίρεση να αποχωρήσει με εθελουσία έξοδο με βάση ειδικό
πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου.
57
8. Στο πρώτο εδάφιο μετά την περ. β΄ της παρ. 4 του άρθρου πέμπτου του
ν.3839/2010 διαγράφονται από τότε που ίσχυσε ο ν.3839/2010 οι λέξεις «και
πάντως όχι πέραν του ενός (1) έτους από την τοποθέτησή τους».
Άρθρο 38
Δημοσιονομικές ρυθμίσεις
1. Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ν.
3205/2003 (Α΄ 297), όπως αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις της παραγράφου
1 του άρθρου 6 του ν. 3833/2010 (Α΄ 40), αντικαθίσταται ως εξής :
« Οι κατά τα ως άνω ώρες απογευματινής υπερωριακής εργασίας δεν μπορεί
να υπερβαίνουν τις είκοσι (20) ώρες μηνιαίως ανά υπάλληλο.».
2. α) Καθιερώνεται ειδική εισφορά αλληλεγγύης για την καταπολέμηση
της ανεργίας. Η εισφορά αυτή υπολογίζεται σε ποσοστό δύο τοις εκατό (2%)
επί των τακτικών αποδοχών και πρόσθετων αμοιβών και αποζημιώσεων
όλων των μισθοδοτούμενων υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α.,
καθώς και των υπαλλήλων όλων ανεξαιρέτως των Δημοσίων Επιχειρήσεων
και Οργανισμών και των Ν.Π.Ι.Δ..
β) Καθιερώνεται ειδική εισφορά, πέραν των προβλεπομένων, υπέρ του
Ταμείου Πρόνοιας των Δημοσίων Υπαλλήλων. Η εισφορά αυτή υπολογίζεται
σε ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) επί των τακτικών αποδοχών και πρόσθετων
αμοιβών και αποζημιώσεων όλων των δικαιούχων υπαλλήλων του Ταμείου.
3.
ο άρθρο 1 του ν.δ. 391/1969 (Α΄ 281) καταργείται.
4. Το συνολικό ποσό των προβλεπόμενων στα άρθρα 259 και 260 του
ν. 3852/2010 Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (ΚΑΠ) των Δήμων και
Περιφερειών που εγγράφεται στον κρατικό προϋπολογισμό δεν μπορεί να
υπερβαίνει κατ’ έτος το ποσό των πέντε δισεκατομμυρίων διακοσίων
εκατομμυρίων (5.200.000.000) ευρώ.
58
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΡΟΘΕΣΜΟΥ
ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ 2012 – 2015
Άρθρο 39
Προϋποθέσεις επιδότησης και οικονομική ενίσχυση ανέργων
1. Το άρθρο 5 του ν. 1545/1985 (ΦΕΚ 91 Α) αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Προϋποθέσεις πρώτης επιδότησης
1. Ο ασφαλισμένος άνεργος που επιδοτείται για πρώτη φορά, εκτός από τις
κατά περίπτωση προϋποθέσεις του προηγούμενου άρθρου, πρέπει να έχει
πραγματοποιήσει και ανά ογδόντα ημερομίσθια κατ’ έτος, στα αμέσως
προηγούμενα από την έναρξη της επιδότησης τρία έτη.
2. Ο ασφαλισμένος άνεργος που επιδοτείται για πρώτη φορά δικαιούται
επίδομα και στην περίπτωση που έχει πραγματοποιήσει μέσα στα τελευταία
δύο έτη πριν από τη λύση της εργασιακής του σχέσης τουλάχιστον διακόσια
ημερομίσθια, χωρίς να υπολογίζονται τα ημερομίσθια των δύο τελευταίων
μηνών. Ο ως άνω ασφαλισμένος άνεργος πρέπει να έχει πραγματοποιήσει
και ανά ογδόντα ημερομίσθια κατ’ έτος, στα αμέσως προηγούμενα από την
έναρξη της επιδότησης τρία έτη.».
2. Στην παράγραφο 7 του άρθρου 6 του ν. 1545/1985 όπως ισχύει, προστίθεται
τελευταίο εδάφιο ως εξής: «Επιπλέον απαιτείται να έχει πραγματοποιήσει
τουλάχιστον εκατόν πενήντα ημερομίσθια από τη λήξη της αμέσως
προηγούμενης επιδότησής του έως και την ημερομηνία λύσης της εργασιακής
σχέσης με βάση την οποία αιτείται νέα επιδότηση.».
3. Η παρ. 5 του άρθρου 19 του ν.δ. 2961/1954 (Α΄197) όπως ισχύει,
αντικαθίσταται ως εξής: «5. Λόγω των εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων
παρέχεται κάθε χρόνο στους επιδοτούμενους ανέργους οικονομική ενίσχυση
ως εξής:
α. Για τις εορτές του Πάσχα ίση με το μισό του μηνιαίου ποσού του
επιδόματος ανεργίας, εφόσον έχουν επιδοτηθεί για όλο το χρονικό διάστημα
από 1 Ιανουαρίου μέχρι 30 Απριλίου. Αν οι επιδοτούμενοι έχουν
συμπληρώσει διάρκεια επιδότησης μικρότερη από αυτήν που καθορίζεται πιο
πάνω, δικαιούνται οικονομική ενίσχυση ίση με τρία ημερήσια επιδόματα
ανεργίας για κάθε μήνα επιδότησης.
β. Για τις εορτές των Χριστουγέννων ίση με το ποσό του μηνιαίου επιδόματος
ανεργίας, εφόσον έχουν επιδοτηθεί για όλο το χρονικό διάστημα από 1 Μαΐου
μέχρι 31 Δεκεμβρίου. Αν οι επιδοτούμενοι έχουν συμπληρώσει διάρκεια
επιδότησης μικρότερη από αυτήν που καθορίζεται πιο πάνω, δικαιούνται
59
οικονομική ενίσχυση ίση με τρία ημερήσια επιδόματα ανεργίας για κάθε μήνα
επιδότησης.».
4. Ημερομηνία έναρξης ισχύος των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ορίζεται η
1η Ιουλίου 2012.
Άρθρο 40
Μετατροπή σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου σε σύμβαση
εργασίας αορίστου χρόνου
Σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, η οποία περιλαμβάνει όρο για πρόωρη
καταγγελία της με εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας ως προς την
αποζημίωση απόλυσης για τις συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου, κατά τις
διατάξεις του Ν.2112/1920, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 74 παρ. 2 και 3
του Ν.3863/2010, μετατρέπεται αυτοδικαίως σε σύμβαση εργασίας αορίστου
χρόνου κατά την καταγγελία.
Άρθρο 41
Ρυθμίσεις για τους εργαζόμενους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου
Το άρθρο 3 του Π.Δ. 180/2004, το οποίο είχε τροποποιήσει το άρθρο 5 του
Π.Δ. 81/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η χωρίς περιορισμό ανανέωση συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου
είναι επιτρεπτή, αν δικαιολογείται από έναν αντικειμενικό λόγο. Αντικειμενικός
λόγος υφίσταται ιδίως:
Αν δικαιολογείται από τη μορφή ή το είδος ή τη δραστηριότητα του εργοδότη ή
της επιχείρησης, ή από ειδικούς λόγους ή ανάγκες, εφόσον τα στοιχεία αυτά
προκύπτουν αμέσως ή εμμέσως από την οικεία σύμβαση, όπως η προσωρινή
αναπλήρωση μισθωτού, η εκτέλεση εργασιών παροδικού χαρακτήρα, η
προσωρινή σώρευση εργασίας, ή η ορισμένη διάρκεια βρίσκεται σε
συνάρτηση με εκπαίδευση ή κατάρτιση, ή γίνεται με σκοπό τη διευκόλυνση
μετάβασης του εργαζομένου σε συναφή απασχόληση, ή γίνεται για την
πραγματοποίηση συγκεκριμένου έργου ή προγράμματος ή συνδέεται με
συγκεκριμένο γεγονός, ή αναφέρεται στον τομέα των επιχειρήσεων
αεροπορικών μεταφορών και των επιχειρήσεων που ασκούν δραστηριότητες
παροχής υπηρεσιών αεροδρομίου εδάφους και πτήσης.
2. Σε κάθε περίπτωση, οι λόγοι οι οποίοι δικαιολογούν την ανανέωση της
σύμβασης ή σχέσης εργασίας ορισμένης χρονικής διάρκειας πρέπει να
αναφέρονται στη σχετική συμφωνία των μερών, η οποία συνάπτεται
εγγράφως, ή να προκύπτουν ευθέως από αυτήν.
Αντίγραφο της συμφωνίας αυτής πρέπει να παραδίδεται στον εργαζόμενο
αμελλητί μετά την έναρξη της προσφοράς της εργασίας του. Ο έγγραφος
τύπος της ανωτέρω συμφωνίας δεν είναι απαραίτητος, όταν η ανανέωση της
σύμβασης ή σχέσης εργασίας έχει εντελώς ευκαιριακό χαρακτήρα και δεν έχει
διάρκεια μεγαλύτερη των δέκα (10) εργασίμων ημερών.
3. Σε περίπτωση μη συνδρομής αντικειμενικού λόγου, όπως αυτός ορίζεται
στην παράγραφο 1 του παρόντος και εφόσον η χρονική διάρκεια των
διαδοχικών συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου υπερβαίνει
60
συνολικά τα τρία (3) έτη, τεκμαίρεται ότι με αυτές επιδιώκεται η κάλυψη
πάγιων και διαρκών αναγκών της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης με συνέπεια
τη μετατροπή αυτών σε συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας αορίστου χρόνου. Αν
στο χρονικό διάστημα των τριών ετών ο αριθμός των ανανεώσεων των,
σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, διαδοχικών
συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας υπερβαίνει τις τρεις (3) τεκμαίρεται ότι με
αυτές επιδιώκεται η κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών της επιχείρησης ή
εκμετάλλευσης με συνέπεια τη μετατροπή των συμβάσεων αυτών σε
συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας αορίστου χρόνου.
Το βάρος της ανταπόδειξης σε κάθε περίπτωση φέρει ο εργοδότης.
4. "Διαδοχικές" θεωρούνται οι συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας ορισμένου
χρόνου που καταρτίζονται μεταξύ του ίδιου εργοδότη και του ίδιου
εργαζόμενου, με τους ίδιους ή παρεμφερείς όρους εργασίας και δεν
μεσολαβεί μεταξύ τους χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των σαράντα πέντε (45)
ημερών, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι μη εργάσιμες ημέρες.
Προκειμένου περί ομίλου επιχειρήσεων για την εφαρμογή του προηγούμενου
εδαφίου στην έννοια του όρου "ίδιου εργοδότη" περιλαμβάνονται και οι
επιχειρήσεις του Ομίλου.
5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε συμβάσεις ή
ανανεώσεις συμβάσεων ή σχέσεις εργασίας που συνάπτονται μετά την θέση
σε ισχύ του παρόντος διατάγματος.»
Άρθρο 42
Διευθέτηση του χρόνου εργασίας
Το άρθρο 41 του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ101 Α`), όπως αντικαταστάθηκε με το
άρθρο 3του ν. 2639/1998 (ΦΕΚ 205 Α`), τροποποιήθηκε με το άρθρο 5 του ν.
2874/2000 (ΦΕΚ 286 Α`) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3385/2005
(ΦΕΚ 210 Α`), και κατόπιν με το άρθρο 7 του ν. 3846 / 2010 ( ΦΕΚ Α΄ 66)
αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«1. α. Σε επιχειρήσεις στις οποίες εφαρμόζεται συμβατικό ωράριο εργασίας
έως σαράντα (40) ωρών εβδομαδιαίως, επιτρέπεται για μία χρονική περίοδο
(περίοδος αυξημένης απασχόλησης) ο εργαζόμενος να απασχολείται δύο (2)
ώρες την ημέρα επιπλέον των οκτώ (8) ωρών, υπό την προϋπόθεση ότι οι
επιπλέον των σαράντα (40) (ή του μικρότερου συμβατικού ωραρίου) ώρες
εργασίας την εβδομάδα αφαιρούνται από τις ώρες εργασίας μιας άλλης
χρονικής περιόδου (περίοδος μειωμένης απασχόλησης). Αντί της παραπάνω
μειώσεως των ωρών εργασίας, επιτρέπεται να χορηγείται στον εργαζόμενο
ανάλογη ημερήσια ανάπαυση (ρεπό) ή συνδυασμός μειωμένων ωρών
εργασίας και ημερών αναπαύσεως. Το χρονικό διάστημα των περιόδων
αυξημένης και μειωμένης απασχόλησης δεν υπερβαίνει συνολικά τους έξι (6)
μήνες σε διάστημα 12 μηνών (περίοδος αναφοράς).
β. Ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να αρνηθεί την παροχή της επιπλέον αυτής
εργασίας, αν δεν είναι σε θέση να την εκτελέσει και η άρνηση του δεν είναι
αντίθετη με την καλή πίστη. Αυτή η άρνηση του εργαζομένου να παράσχει την
επιπλέον εργασία δεν συνιστά λόγο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του.
γ. Οι κείμενες προστατευτικές διατάξεις για το χρόνο υποχρεωτικής
ανάπαυσης των εργαζομένων έχουν πλήρη εφαρμογή και κατά την περίοδο
της αυξημένης απασχόλησης. Κατά τη διευθέτηση ο μέσος όρος των ωρών
εβδομαδιαίας εργασίας κατά την περίοδο του εξαμήνου (περίοδος αναφοράς),
στις οποίες δεν περιλαμβάνονται οι ώρες της υπερεργασίας και των νόμιμων
υπερωριών της περιόδου μειωμένης απασχόλησης, παραμένει στις σαράντα
(40) ώρες ή, εάν εφαρμόζεται μικρότερο συμβατικό ωράριο, παραμένει στον
αριθμό ωρών του μικρότερου αυτού ωραρίου. Οι ώρες εργασίας ανά
εβδομάδα δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν τις 48 ώρες, κατά μέσο όρο, σε
περίοδο 6 μηνών, συμπεριλαμβανομένων και των προαναφερομένων ωρών
υπερεργασίας και νομίμων υπερωριών .
2. α. Σε επιχειρήσεις στις οποίες εφαρμόζεται συμβατικό ωράριο εργασίας
έως σαράντα (40) ωρών εβδομαδιαίως, επιτρέπεται, αντί της κατά την
προηγούμενη παράγραφο διευθέτησης, να συμφωνείται, υπό τις
προϋποθέσεις της παραγράφου 6, ότι μέχρι διακόσιες πενήντα έξι (256) ώρες
εργασίας από το συνολικό χρόνο απασχόλησης εντός ενός (1) ημερολογιακού
έτους, κατανέμονται με αυξημένο αριθμό ωρών σε ορισμένες χρονικές
περιόδους, που δεν μπορούν να υπερβαίνουν τις τριάντα δύο (32) εβδομάδες
ετησίως και με αντιστοίχως μειωμένο αριθμό ωρών κατά το λοιπό διάστημα
του ημερολογιακού έτους.
β. Ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να αρνηθεί την παροχή της επιπλέον αυτής
εργασίας, αν δεν είναι σε θέση να την εκτελέσει και η άρνηση του δεν είναι
αντίθετη με την καλή πίστη. Αυτή η άρνηση του εργαζομένου να παράσχει την
επιπλέον εργασία δεν συνιστά λόγο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του.
γ. Οι κείμενες προστατευτικές διατάξεις για το χρόνο υποχρεωτικής
ανάπαυσης των εργαζομένων πρέπει να τηρούνται και κατά την περίοδο της
αυξημένης απασχόλησης. Κατά τη διευθέτηση ο μέσος όρος των ωρών
εβδομαδιαίας εργασίας κατά την περίοδο ενός ημερολογιακού έτους
(περίοδος αναφοράς), στις οποίες δεν περιλαμβάνονται οι ώρες της
υπερεργασίας και των νόμιμων υπερωριών της περιόδου μειωμένης
απασχόλησης, παραμένει στις σαράντα (40) ώρες ή, εάν εφαρμόζεται
μικρότερο συμβατικό ωράριο, παραμένει στον αριθμό ωρών του μικρότερου
αυτού ωραρίου, ενώ με συνυπολογισμό των ανωτέρω ωρών υπερεργασίας
και νομίμων υπερωριών, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις σαράντα οκτώ (48)
ώρες .
3. Κατά τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας της προηγούμενης παραγράφου
επιτρέπεται να χορηγείται στον εργαζόμενο, αντί μειώσεως των ωρών
εργασίας, προς αντιστάθμιση των πρόσθετων ωρών που εργάσθηκε κατά την
περίοδο αυξημένου ωραρίου, ανάλογη ημερήσια ανάπαυση (ρεπό) ή ανάλογη
προσαύξηση της ετήσιας άδειας με αποδοχές ή συνδυασμός μειωμένων
ωρών και ημερών αναπαύσεως ή ημερών αδείας.
4. Η καταβαλλόμενη αμοιβή κατά το χρονικό διάστημα της διευθέτησης των
παραγράφων 1 και 2 είναι ίση με την αμοιβή για εργασία σαράντα (40) ωρών
εβδομαδιαίως, εφόσον στην επιχείρηση ισχύει εβδομαδιαίο ωράριο σαράντα
(40) ωρών. Αν στην επιχείρηση ισχύει εβδομαδιαίο ωράριο μικρότερο των
σαράντα (40) ωρών, η καταβαλλόμενη κατά το χρονικό διάστημα της
διευθέτησης αμοιβή είναι ίση με την αμοιβή που προβλέπεται για το
εβδομαδιαίο αυτό ωράριο.
5. α. Κατά την περίοδο της αυξημένης απασχόλησης των παραγράφων 1 και
2, η ημερήσια απασχόληση του εργαζομένου δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει
τις δέκα (10) ώρες. Στις υπερβάσεις του νόμιμου ημερήσιου ωραρίου μέχρι το
ανώτατο όριο των δέκα (10) ωρών, καθώς και στις υπερβάσεις των σαράντα
62
(40) ωρών εβδομαδιαίως δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 1 του ν.
3385/2005 (ΦΕΚ 210 Α`), όπως αυτό αντικαταστάθηκε και ισχύει με την
παράγραφο 10 του άρθρου 74 του ν. 3863/2010 (ΦΕΚ 115 Α΄).
β. Κατά την περίοδο της μειωμένης απασχόλησης των παραγράφων 1 και 2,
η υπέρβαση του συμφωνηθέντος μειωμένου εβδομαδιαίου ωραρίου, η οποία
επιτρέπεται κατ` εξαίρεση, αμείβεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη
του άρθρου 1 του ν. 3385/2005 (ΦΕΚ 210 Α`), όπως αντικαταστάθηκε και
ισχύει με την παράγραφο 10 του άρθρου 74 του ν. 3863/2010 (ΦΕΚ 115 Α΄).
6. Η διευθέτηση του χρόνου εργασίας των παραγράφων 1 και 2 καθορίζεται
με επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή συμφωνία του εργοδότη
με συνδικαλιστική οργάνωση στην επιχείρηση που αφορά τα μέλη της ή
συμφωνία του εργοδότη και του συμβουλίου των εργαζομένων ή συμφωνία
του εργοδότη και ένωσης προσώπων.
Η ένωση προσώπων που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο μπορεί να
συσταθεί από το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) τουλάχιστον των εργαζομένων
στην επιχείρηση που απασχολεί πάνω από είκοσι (20) εργαζομένους και
δεκαπέντε τοις εκατό (15%) εφόσον ο συνολικός αριθμός των εργαζομένων
στην επιχείρηση είναι κατ’ ανώτατο αριθμό είκοσι (20) εργαζόμενοι. Κατά τα
λοιπά εφαρμόζεται η διάταξη του εδαφίου γγ) της παραγράφου 3 του άρθρου
1 του ν. 1264/1982(Α 79).
7. Με επιχειρησιακές και κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας μπορεί να
καθορίζεται άλλο σύστημα διευθέτησης χρόνου εργασίας, ανάλογα με τις
ιδιαιτερότητες του κλάδου ή της επιχείρησης.
8. Αν για οποιονδήποτε λόγο, ιδίως εξαιτίας παραίτησης ή απόλυσης του
εργαζομένου, δεν εφαρμόζεται ή δεν ολοκληρώνεται η διευθέτηση του χρόνου
εργασίας σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, έχουν πλήρη εφαρμογή όλες οι
προστατευτικές διατάξεις που καθορίζουν τις συνέπειες της υπέρβασης του
ημερήσιου και εβδομαδιαίου ωραρίου εργασίας.
9. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και για: α) εποχιακές
επιχειρήσεις και β) εργαζομένους με σύμβαση εργασίας διάρκειας μικρότερης
του ενός (1) έτους.
10. Οι επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις και οι συμφωνίες της παρ. 6
κατατίθενται στην αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας, σύμφωνα με το άρθρο 5
του ν. 1876/1990 .
11. Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγονται οι σχετικές ρυθμίσεις
του ν. 2602/1998 (ΦΕΚ 83 Α`) ή άλλων ειδικών νόμων, που αποσκοπούν
στην εξυγίανση φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα.»
Άρθρο 43
Συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου νέων, ηλικίας 18 έως 25 ετών,
για απόκτηση επαγγελματικής εμπειρίας
1. Νέοι, ηλικίας από 18 έως 25 ετών, είναι δυνατόν να συνάπτουν με
εργοδότες, συμβάσεις εργασίας για την απόκτηση επαγγελματικής εμπειρίας,
διάρκειας μέχρι 24 μήνες και με αποδοχές μικρότερες έως είκοσι τοις εκατό
(20%) από τις προβλεπόμενες για νεοπροσλαμβανόμενο, χωρίς
προϋπηρεσία της ειδικότητά τους, όπως αυτή ορίζεται στην οικεία συλλογική
σύμβαση εργασίας (ομοιοεπαγγελματική, κλαδική, επιχειρησιακή ή εθνική
63
γενική) και ασφαλίζονται στους κλάδους σύνταξης, ασθενείας σε είδος και
επαγγελματικού κινδύνου του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ οι δε σχετικές ασφαλιστικές
εισφορές αποδίδονται στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ από τον εργοδότη.
2. Για το σκοπό της προηγούμενης παραγράφου είναι δυνατόν να
συνάπτονται περισσότερες από μία συμβάσεις εργασίας, στον ίδιο ή άλλο
εργοδότη, μέσα σε διάστημα 24 μηνών από τη σύναψη της πρώτης σύμβασης
απόκτησης επαγγελματικής εμπειρίας. Οι συμβάσεις εργασίας για την
απόκτηση επαγγελματικής εμπειρίας γνωστοποιούνται αμελλητί ή το
αργότερο εντός της επόμενης της σύμβασης ημέρα στον Οργανισμό
Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ) και στο Σώμα Επιθεωρητών
Εργασίας (ΣΕΠΕ) της έδρας του εργοδότη.
3. Οι νέοι που συνάπτουν συμβάσεις εργασίας της παραγράφου 1
προσλαμβάνονται πλέον του υφιστάμενου προσωπικού που οι εργοδότες
απασχολούν.
4. Οι εργοδότες που συνάπτουν συμβάσεις εργασίας της παραγράφου 1
υποχρεούνται να μην έχουν προβεί κατά τους τελευταίους 3 μήνες πριν από
τη σύναψη συμβάσεων απόκτησης εργασιακής εμπειρίας σε μείωση του
προσωπικού που απασχολούν, αλλά ούτε να προβούν σε μείωση του
προσωπικού που απασχολούν κατά τη διάρκεια ισχύος των συμβάσεων
εργασίας της παραγράφου 1.
5. Στην περίπτωση εργοδοτών εποχικής λειτουργίας που συνάπτουν
συμβάσεις εργασίας της παραγράφου 1, υποχρεούνται να μην έχουν προβεί
σε μείωση του εποχικού προσωπικού που απασχολούν σε σχέση με τον
αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους, αλλά ούτε να προβούν σε μείωση
του προσωπικού που απασχολούν κατά τη διάρκεια ισχύος των συμβάσεων
εργασίας της παραγράφου 1.
6. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης δύνανται
να καθορίζονται τυχόν όροι και προϋποθέσεις και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια
για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 44
Λοιπές ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις
1. Οι συντάξεις συμπεριλαμβανομένων και των βοηθημάτων που καταβάλλονται
από το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο (ΝΑΤ), όπως είχαν διαμορφωθεί την 31-
12-2010, μειώνονται από 1-1-2011 κατά ποσοστό έξι τοις εκατό (6%).
Από την ίδια ως άνω ημερομηνία, οι καταβαλλόμενες συντάξεις
συμπεριλαμβανομένων και των βοηθημάτων του ΝΑΤ, αναπροσαρμόζονται
μόνο με διάταξη ειδικού νόμου, καταργουμένης κάθε γενικής ή ειδικής
διάταξης νόμου ή κανονιστικής πράξης, με την οποία προβλέπεται η
αναπροσαρμογή ή η αύξηση σύνταξης ή βοηθήματος που καταβάλλεται από
το ΝΑΤ.
2. Συνιστάται στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ)
Ειδικός Λογαριασμός Ανεργίας υπέρ των Αυτοτελώς και Ανεξαρτήτως
Απασχολουμένων με οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια. Σκοπός του
λογαριασμού είναι η χορήγηση βοηθήματος σε περιπτώσεις αποδεδειγμένης
διακοπής του επαγγέλματος και για χρονικό διάστημα τουλάχιστον τριών
μηνών. Από 01-08-2011 θεσπίζεται μηνιαία εισφορά ποσού ύψους 10,00
64
ευρώ που καταβάλλεται από τους ασφαλισμένους – αυτοτελώς και
ανεξάρτητα απασχολούμενους των ασφαλιστικών Οργανισμών ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ,
ΕΤΑΠ-ΜΜΕ υπέρ του κλάδου αυτού. Η εισφορά συνβεβαιώνεται και
συνεισπράττεται από τα οικεία ταμεία με τις λοιπές εισφορές και αποδίδεται
στον ΟΑΕΔ μέχρι το τέλος του μεθεπόμενου μήνα από το μήνα που
καταβάλλεται . Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής
Ασφάλισης μετά γνώμη των Διοικητικών Συμβουλίων των αρμοδίων
Οργανισμών και γνώμη του ΣΚΑ θεσπίζεται κάθε αναγκαία ρύθμιση για την
υλοποίηση του παρόντος.
3. Στο τέλος του άρθρου 14 του π.δ. 258/2005 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Από 01-01-2013 θεσπίζεται εισφορά υπέρ ΟΑΕΕ ανά κλάδο επιχείρησης
ως ποσοστό επί των ετησίων εσόδων (τζίρου ) της επιχείρησης. Το ποσοστό
εισφοράς καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών , Εργασίας
και Κοινωνικής Ασφάλισης μετά από ειδική οικονομική μελέτη του Υπουργείου
Οικονομικών και γνώμη του ΣΚΑ.»
4. α) Στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α)προστίθεται
εδάφιο ως εξής:
«Από τις παραπάνω ασφαλιστικές κατηγορίες οι πέντε πρώτες είναι
υποχρεωτικές και οι υπόλοιπες προαιρετικές».
β) Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α)
αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«2. Οι ασφαλισμένοι κατατάσσονται στην 1η ασφαλιστική κατηγορία και
μετατάσσονται στις επόμενες και μέχρι την 5η υποχρεωτική κατηγορία ανά
τριετία, με εξαίρεση τη μετάταξη από την 1η στη 2η υποχρεωτική κατηγορία, η
οποία πραγματοποιείται μετά από πέντε έτη ασφάλισης.
Οι ασφαλισμένοι με αίτησή τους, η οποία υποβάλλεται οποτεδήποτε στον
Κλάδο Κύριας Ασφάλισης Αγροτών, μπορούν να επιλέξουν ανώτερη
ασφαλιστική κατηγορία από αυτή που υπάγονται υποχρεωτικά κατά τα
ανωτέρω ή ,εφόσον βρίσκονται σε ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία, να
επιλέξουν κατώτερη. Στην τελευταία περίπτωση κατατάσσονται στην
ασφαλιστική κατηγορία στην οποία θα υπάγονται υποχρεωτικά, εάν δεν είχαν
επιλέξει ανώτερη ασφαλιστική κατηγορία.
Σε κάθε περίπτωση η μετάταξη από κατηγορία σε κατηγορία γίνεται από την
1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους από τη συμπλήρωση της ως άνω
πενταετίας ή τριετίας ή από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους από την
υποβολή της αίτησης του ασφαλισμένου για αλλαγή ασφαλιστικής κατηγορίας.
Ο χρόνος ασφάλισης στον Κλάδο Πρόσθετης Ασφάλισης δεν συνυπολογίζεται
για την κατάταξη των ασφαλισμένων στις ασφαλιστικές κατηγορίες του
Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών.
Κατά την πρώτη εφαρμογή της παρούσας, η μετάταξη των ασφαλισμένων
γίνεται, επιφυλασσομένων των οριζομένων στο πρώτο εδάφιο της παρούσας
παραγράφου, στην αμέσως επόμενη ασφαλιστική κατηγορία, μη
υπολογιζομένων τυχόν πλεοναζόντων ετών ασφάλισης σε κάθε ασφαλιστική
κατηγορία».
γ) Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του ν. 2458/1997, όπως αντικαταστάθηκε
με την προηγούμενη υποπαράγραφο ισχύει 01-01-2012.
65
5. Στους ασφαλισμένους του Τομέα Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων του ΤΠΔΥ
και του Κλάδου Ασφάλισης Προσωπικού ΔΕΗ του ΤΑΥΤΕΚΩ, που εξήλθαν ή
θα εξέλθουν της Υπηρεσίας, από 1-1-2010 και μετά, το ποσό του εφάπαξ
βοηθήματος που χορηγούν τα Ταμεία αυτά, σύμφωνα με τις καταστατικές
τους διατάξεις, μειώνεται κατά ποσοστό 10% και 15% αντίστοιχα σε όσους
δεν έχει εκδοθεί η σχετική απόφαση χορήγησης του εφάπαξ βοηθήματος.
6. Η παράγραφος 1 του άρθρου 51 του ν. 2084/92 (ΦΕΚ Α΄ 165), τροποποιείται
ως εξής:
«1. Προκειμένου για μισθωτούς, το ποσό της μηνιαίας σύνταξης λόγω
γήρατος ή αναπηρίας για χρόνο ασφάλισης 35 ετών ή 10.500 ημερών δεν
μπορεί να υπερβαίνει, συμπεριλαμβανομένων των οικογενειακών
επιδομάτων, το 80% των κατά τις οικείες διατάξεις των φορέων και τις
διατάξεις του άρθρου 50 του παρόντος μηνιαίων συντάξιμων αποδοχών, ούτε
το τετραπλάσιο του κατά το έτος 1991 μέσου μηνιαίου κατά κεφαλήν Α.Ε.Π.
αναπροσαρμοσμένου με το εκάστοτε ποσοστό αυξήσεως των συντάξεων των
δημοσίων υπαλλήλων».
7. Η παράγραφος 2 του άρθρου 51 του ν. 2084/92 (ΦΕΚ Α΄ 165), όπως
τροποποιήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 25 του ν. 3863/2010, τροποποιείται
ως εξής:
«2. Το ποσό της σύνταξης για όσους παραμένουν στην υπηρεσία μετά τη
συμπλήρωση 35ετούς συντάξιμου χρόνου αυξάνεται κατά 2,5% για κάθε
πλήρες έτος ασφάλισης ή 300 ημέρες υπηρεσίας πέραν του 35ου έτους έως
και του 37ου και κατά 3,5% για κάθε πλήρες έτος ασφάλισης ή 300 ημέρες
υπηρεσίας και πέραν του 37ου έτους μέχρι και του 40ου. Η προσαύξηση αυτή
χορηγείται και πέραν του 80% των συντάξιμων αποδοχών της προηγούμενης
παραγράφου, το ποσό όμως της σύνταξης δεν μπορεί να υπερβαίνει το
τετραπλάσιο του κατά το έτος 1991 μέσου μηνιαίου κατά κεφαλήν Α.Ε.Π.
αναπροσαρμοσμένου με το εκάστοτε ποσοστό αυξήσεως των συντάξεων των
δημοσίων υπαλλήλων. Από τις διατάξεις της παραγράφου αυτής εξαιρείται το
ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, για το οποίο έχουν εφαρμογή διατάξεις της νομοθεσίας του.»
8. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 29 του ν. 2084/1992, όπως ισχύει
μετά την τροποποίησή του από το τρίτο εδάφιο της παρ. 2α του άρθρου 3 του
ν. 3029/2002 (ΦΕΚ Α 160) αντικαθίσταται ως εξής:
«Το κατά τα προηγούμενα εδάφια υπολογιζόμενο ποσό της μηνιαίας
σύνταξης δεν μπορεί να υπερβαίνει, συμπεριλαμβανομένων των
προσαυξήσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 30 του νόμου αυτού, το
τετραπλάσιο του κατά το έτος 1991 μέσου μηνιαίου κατά κεφαλήν Α.Ε.Π.
αναπροσαρμοσμένου με το εκάστοτε ποσοστό αυξήσεως των συντάξεων των
δημοσίων υπαλλήλων».
9. Οι προβλεπόμενες από τις διατάξεις του άρθρου 32 παρ. 1 εδάφ. α΄ του ν.δ.
2961/1954 (Α΄ 197), όπως διαμορφώθηκαν με τις διατάξεις της παρ. 6 του
άρθρου 44 του ν.2084/1992 (Α΄ 165), εισφορές εργοδότη και εργαζόμενου
αυξάνονται κατά 0,50% αντιστοίχως και υπολογίζονται επί των αναφερόμενων
στις διατάξεις αυτές αποδοχών των μισθωτών, ανεξαρτήτως χρόνου
υπαγωγής τους στην ασφάλιση. Η ισχύς της διάταξης αυτής αρχίζει την 1-8-
2011.
66
10. Από 1.8.2011, τα ποσοστά των περιπτώσεων (β) έως και (η) της
παραγράφου 2 του άρθρου 38 του ν.3863/2010 (115 Α΄), καθώς και του
άρθρου 11 του ν.3865/2010 (120 Α΄) αναπροσαρμόζονται σε 6%, 7%, 9%,
10%, 12%, 13% και 14% αντίστοιχα.
11. α) Από 1.8.2011, στους συνταξιούχους του Δημοσίου, του ΝΑΤ και των
Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (Φ.Κ.Α.) αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας
και Κοινωνικής Ασφάλισης που δεν έχουν συμπληρώσει το 60ο έτος ηλικίας,
παρακρατείται επιπλέον μηνιαία εισφορά ως εξής:
i. Για συντάξεις από 1.700,01 € έως 2.300,00 €, ποσοστό 6%,
ii. Για συντάξεις από 2.300,01 € έως 2.900,00 €, ποσοστό 8% και
iii. Για συντάξεις από 2.900,01 € και άνω, ποσοστό 10%.
β) Οι παρακρατήσεις υπολογίζονται στο συνολικό ποσό της σύνταξης, όπως
διαμορφώνεται μετά την παρακράτηση της Εισφοράς Αλληλεγγύης
Συνταξιούχων της προηγούμενης παραγράφου.
γ) Εξαιρούνται της ανωτέρω εισφοράς όσοι έχουν συνταξιοδοτηθεί λόγω
αυτοδίκαιης λύσης της εργασιακής σχέσης ή αποστρατεύθηκαν με
πρωτοβουλία της Υπηρεσίας και οι συνταξιούχοι λόγω αναπηρίας ή γήρατος
που λαμβάνουν το Εξωιδρυματικό Επίδομα ή το Επίδομα Απολύτου
Αναπηρίας του άρθρου 42 του ν. 1140/1981 (ΦΕΚ 68 Α΄), όπως ισχύει ή το
επίδομα ανικανότητας του άρθρου 54 του π.δ.169/2007 (210 Α΄).
δ) Η παραπάνω παρακράτηση διακόπτεται το επόμενο μήνα από τη
συμπλήρωση του 60ου έτους ηλικίας.
ε) Για την πρώτη κατηγορία το ποσό της σύνταξης μετά την παρακράτηση της
επί πλέον εισφοράς δεν μπορεί να υπολείπεται των χιλίων επτακοσίων ευρώ
(1700 €).
στ) Κατά τα λοιπά, ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 38 του ν.3863/2010 και
του άρθρου 11 του ν.3865/2010.
12. Από 1.8.2011, οι διατάξεις των παραγράφων 9 και 10 εφαρμόζονται και
στους συνταξιούχους του ΕΤΑΤ που λαμβάνουν σύνταξη σε υποκατάσταση
κύριας. Κατά τα λοιπά, ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 38 του ν.3863/2010.
13. α) Από 1.9.2011 θεσπίζεται Ειδική Εισφορά Συνταξιούχων Επικουρικής
Ασφάλισης, η οποία τηρείται σε λογαριασμό με οικονομική και λογιστική
αυτοτέλεια, στο Ασφαλιστικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης Γενεών (ΑΚΑΓΕ), το
οποίο συστάθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 149 του ν.3655/2008 (ΦΕΚ 58
Α΄).
Σκοπός του Λογαριασμού είναι η κάλυψη ελλειμμάτων φορέων και κλάδων
επικουρικής σύνταξης.
67
β) Η Ειδική Εισφορά Συνταξιούχων Επικουρικής Ασφάλισης παρακρατείται
μηνιαία κατά την καταβολή της σύνταξης των συνταξιούχων των φορέων
επικουρικής ασφάλισης, αρμοδιότητας όλων των Υπουργείων, καθώς και των
νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου (νπιδ), τα οποία χορηγούν επικουρικές
συντάξεις, δυνάμει ασφάλισης η οποία έχει χωρήσει σε υποκατάσταση
υποχρεωτικής ασφάλισης σε ΦΚΑ. Η εισφορά υπολογίζεται στο συνολικό
ποσό της σύνταξης και καθορίζεται ως εξής:
i.Για συντάξεις από 300,01 € έως 350,00 €, ποσοστό 3%
ii.Για συντάξεις από 350,01 € έως 400,00 €, ποσοστό 4%
iii.Για συντάξεις από 400,01 € έως 450,00 €, ποσοστό 5%
iv.Για συντάξεις από 450,01 € έως 500,00 €, ποσοστό 6%
v.Για συντάξεις από 500,01 € έως 550,00 €, ποσοστό 7%
vi.Για συντάξεις από 550,01 € έως 600,00 €, ποσοστό 8%
vii.Για συντάξεις από 600,01 € έως 650,00 €, ποσοστό 9%
viii.Για συντάξεις από 650,01 € και άνω, ποσοστό 10%
γ) Για την πρώτη κατηγορία το ποσό της σύνταξης μετά την παρακράτηση της
εισφοράς δεν μπορεί να υπολείπεται των τριακοσίων ευρώ (300 €).
δ) Εξαιρούνται της παρακράτησης της Ειδικής Εισφοράς οι συνταξιούχοι λόγω
αναπηρίας ή γήρατος που λαμβάνουν το Εξωιδρυματικό Επίδομα ή το
Επίδομα Απολύτου Αναπηρίας του άρθρου 42 του ν. 1140/1981 (ΦΕΚ 68 Α΄),
όπως ισχύει.
ε) Στις περιπτώσεις που στη σύνταξη συντρέχουν περισσότεροι του ενός
δικαιούχοι, για τον προσδιορισμό των ποσών σύνταξης της παραγράφου (β)
λαμβάνεται υπόψη το συνολικό ποσό της σύνταξης που έχει μεταβιβασθεί και
το παρακρατηθέν ποσό επιμερίζεται ανάλογα.
στ) Τα ποσά που παρακρατούνται με ευθύνη των φορέων αποδίδονται σε
Λογαριασμό του ΑΚΑΓΕ το αργότερο μέχρι το τέλος του επομένου, από την
παρακράτηση, μήνα.
ζ) Η οικονομική και λογιστική λειτουργία του Λογαριασμού της Ειδικής
Εισφοράς Συνταξιούχων είναι η ίδια με αυτή που ισχύει για το Α.Κ.Α.Γ.Ε.. Τα
κεφάλαια του Λογαριασμού επενδύονται στο Κοινό Κεφάλαιο Τραπέζης
Ελλάδος.
η) Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικής
Ασφάλισης και του κατά περίπτωση αρμοδίου Υπουργού καθορίζεται το ύψος
68
του ποσού που απαιτείται κάθε φορά για κάλυψη του ελλείμματος του κλάδου
επικουρικής σύνταξης.
θ) Μετά την 1.1.2015 τα ποσά της Ειδικής Εισφοράς Συνταξιούχων
μεταφέρονται στο Α.Κ.Α.Γ.Ε. και αποτελούν έσοδο του Ασφαλιστικού
Κεφαλαίου Αλληλεγγύης Γενεών.
14. α) Οι ασφαλισμένοι στον κλάδο κύριας ασφάλισης του Ενιαίου Ταμείου
Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (Ε.Τ.Α.Α.) – Τομέας Μηχανικών και
Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε.), Τομέας Σύνταξης και
Ασφάλισης Υγειονομικών (Τ.Σ.Α.Υ.), Τομέας Ασφάλισης Νομικών (Τ.Α.Ν.) –
που έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης ή
το Δημόσιο μέχρι 31/12/1992, και ασφαλίζονται στους ανωτέρω Τομείς ως
ελεύθεροι επαγγελματίες, πέραν της προβλεπόμενης από γενικές ή
καταστατικές διατάξεις εισφοράς ασφαλισμένου, καταβάλλουν πρόσθετη
μηνιαία εισφορά ύψους δύο τοις εκατό (2%) επί του ποσού της 1ης
ασφαλιστικής κατηγορίας των π.δ. 124/1993 (Α΄ 54), π.δ. 126/1993 (Α΄ 54)
και π.δ. 125/1993 (Α΄ 54), όπως ισχύει.
β) Στους κλάδους επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και ασθένειας του
Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (Ε.Τ.Α.Α.) τα ανωτέρω
πρόσωπα καταβάλλουν πρόσθετη εισφορά ύψους 0,6%, 4% και 0,65%
αντίστοιχα στους Τομείς, επί του ποσού της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας των
π.δ. 124/1993 (Α΄ 54), π.δ. 126/1993 (Α΄ 54) και π.δ. 125/1993 (Α΄ 54), όπως
ισχύει.
γ) Στην Ειδική Προσαύξηση του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., όπως αυτή διαμορφώνεται
σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν.3518/2006 (Α΄ 272),
καταβάλλεται πρόσθετη εισφορά ύψους δύο τοις εκατό (2%) επί του ποσού
της 1ης ασφαλιστικής κατηγορίας του π.δ. 124/1993 (Α΄ 54), όπως ισχύει.
δ) Στον Κλάδο Μονοσυνταξιούχων του Τ.Σ.Α.Υ. καταβάλλεται πρόσθετη
εισφορά ύψους ένα τοις εκατό (1%) επί του ποσού της 1ης ασφαλιστικής
κατηγορίας του π.δ. 126/1993 (Α΄ 54), όπως ισχύει.
15. α) Οι ασφαλισμένοι στον κλάδο κύριας ασφάλισης του Ενιαίου Ταμείου
Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (Ε.Τ.Α.Α.) – Τομέας Μηχανικών και
Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε.), Τομέας Σύνταξης και
Ασφάλισης Υγειονομικών (Τ.Σ.Α.Υ.), Τομέας Ασφάλισης Νομικών (Τ.Α.Ν.) –
που έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης ή
το Δημόσιο από 1/1/1993 και εφεξής, και ασφαλίζονται στους ανωτέρω Τομείς
ως ελεύθεροι επαγγελματίες, κατά την πρώτη υπαγωγή τους στην ασφάλιση
των Τομέων κατατάσσονται στην πρώτη ασφαλιστική κατηγορία, όπως αυτή
προβλέπεται από το π.δ. 124/1993 (Α΄ 54) και την υποπερίπτωση αα της
περίπτωσης β της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν.3518/2006 (Α΄ 272), το π.δ.
126/1993 (Α΄ 54) και το π.δ. 125/1993 (Α΄ 54), και μετατάσσονται στις
επόμενες κατηγορίες ανά τριετία, και πάντα την 1η του έτους του επομένου
εκείνου στο οποίο συμπληρώθηκε η τριετία.
β) Για τα πρόσωπα της περίπτωσης α της παραγράφου αυτής που
συμπληρώνουν μέχρι 31/12/2011 τουλάχιστον τρία έτη ασφάλισης στους
Τομείς του κλάδου κύριας ασφάλισης του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα
69
Απασχολούμενων (Ε.Τ.Α.Α.), έχουν εφαρμογή τα προβλεπόμενα στην
περίπτωση α της παραγράφου αυτής.
γ) Τα προβλεπόμενα από την περίπτωση α και β της παραγράφου αυτής,
εφαρμόζονται και στους λοιπούς Τομείς των κλάδων επικουρικής ασφάλισης,
πρόνοιας και ασθένειας του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων
(Ε.Τ.Α.Α.), καθώς και στην Ειδική Προσαύξηση του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., και στον
Κλάδο Μονοσυνταξιούχων του Τ.Σ.Α.Υ.
16. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά
γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου και γνώμη του Σ.Κ.Α., ρυθμίζεται κάθε
αναγκαία ρύθμιση για την υλοποίηση των παραγράφων 14 και 15 .
Άρθρο 45
Θέσπιση ετήσιου τέλους
για τη λειτουργία χώρων καπνιζόντων εντός των καζίνο και των
κέντρων διασκέδασης, με μουσική, άνω των 300 τ.μ.
Τα δύο τελευταία εδάφια του άρθρου 3 του ν. 3730/2008 (Α΄ 262), όπως
τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με τα άρθρα 17 παρ. 6 και 32 περ. 6 του
ν. 3868 (Α΄ 129) και ισχύει, αντικαθίστανται ως εξής:
«Κατ’ εξαίρεση των ανωτέρω διατάξεων, στα καζίνο και στα κέντρα
διασκέδασης με ζωντανή μουσική εμβαδού άνω των 300 τμ. μπορούν να
δημιουργούνται χώροι καπνιζόντων, οι οποίοι δεν επιτρέπεται να
υπερβαίνουν το ένα δεύτερο (1/2) του συνολικού εμβαδού του καταστήματος.
Για την δημιουργία τέτοιων χώρων καταβάλλεται ετήσιο τέλος ποσού
διακοσίων (200) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Με κοινή απόφαση των
Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζονται
οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις λειτουργίας των χώρων καπνιζόντων, ο
χρόνος καταβολής και η διαδικασία είσπραξης του ετήσιου τέλους και κάθε
άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων.»
Άρθρο 46
Αναστολή Πλειστηριασμών
1. Αναστέλλονται από την 1η Ιουλίου 2011 έως την 31η Δεκεμβρίου 2011 οι
πλειστηριασμοί, οι οποίοι επισπεύδονται για την ικανοποίηση χρηματικών
απαιτήσεων που δεν υπερβαίνουν το ποσόν των διακοσίων χιλιάδων
(200.000) ευρώ από πιστωτικά ιδρύματα, εταιρείες παροχής πιστώσεων και
από τους εκδοχείς των απαιτήσεων αυτών.
2. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 19 του ν. 3869/2010, όπως ισχύει, η φράση
«μέχρι την 30ή Ιουνίου 2011» αντικαθίσταται από τη φράση «μέχρι την 31η
Δεκεμβρίου 2011» και στο τέλος της παραγράφου προστίθεται το ακόλουθο
εδάφιο: «Η διάταξη εφαρμόζεται για κάθε φυσικό πρόσωπο ανεξαρτήτως αν
στερείται πτωχευτικής ικανότητας.»
70
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Z΄
Λοιπές Διατάξεις
Άρθρο 47
Οργανισμός Διεξαγωγής Ιπποδρομιών Ελλάδος (Ο.Δ.Ι.Ε.)
1. Η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 5 του α.ν. 598/1968 (Α’ 256) αντικαθίσταται
ως εξής:
«1. Οι ακαθάριστες εισπράξεις από κάθε είδους αμοιβαία στοιχήματα με
εξαίρεση το πρόσθετο αμοιβαίο στοίχημα (sweepstake) της παραγράφου 3
του άρθρου 4 διανέμονται ως εξής:
α) σε αυτούς που κερδίζουν, ποσοστό επί των ακαθαρίστων εισπράξεων το
οποίο ορίζεται ανά είδος στοιχήματος με απόφαση του Διοικητικού
Συμβουλίου της «Ο.Δ.Ι.Ε. Α.Ε.».
Ακολούθως, και επί του ποσού που απομένει μετά τη διανομή των υπό στοιχ.
(α) κερδών του στοιχήματος :
β) ποσοστό 25 % για έπαθλα ιπποδρομιών, και με ανώτατο όριο που θα
ορίζεται κατά ποσοστό επί του συνόλου των ακαθαρίστων εισπράξεων με
κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού και Τουρισμού
κατόπιν εισηγήσεως της Ε.Ε.Ε.Π. Επί στοιχήματος που αφορά αλλοδαπές
ιπποδρομίες ή ιπποδρομίες που διενεργούνται με ηλεκτρονικά μέσα, και εν
γένει επί κάθε στοιχήματος ή παιγνίου πλην αυτών των ημεδαπών
ιπποδρομιών, το ποσοστό αυτό αποδίδεται απευθείας στο λογαριασμό
επάθλων της Φιλίππου Ενώσεως Ελλάδος.
γ) ποσοστό 0,625 % στη Φίλιππο Ένωση.
δ) ποσοστό 2,5 % στα ακόλουθα ασφαλιστικά ταμεία, που κατανέμεται
αντίστοιχα ως εξής: προς τον Ο.Α.Ε.Ε. ποσοστό 1,05 %, προς το Ε.Τ.Ε.Α.Μ.
ποσοστό 0,825 % και προς το ΤΑ.Π.Ι.Τ. ποσοστό 0,625 %.»
2. Η παρ. 2 του άρθρου 5 του α.ν. 598/1968 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Ομοίως ο Ο.Δ.Ι.Ε. για τη βελτίωση των συνθηκών διεξαγωγής του
αμοιβαίου Ιπποδρομιακού Στοιχήματος και τη διασφάλιση των Φιλίππων,
μπορεί, με αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού του Συμβουλίου και
ύστερα από έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού, να επιχορηγεί
τους ιδιοκτήτες δρομώνων ίππων κατά συνολικό ποσοστό μέχρι ένα τοις
εκατό (1%) επί των ακαθάριστων εισπράξεων των αμοιβαίων στοιχημάτων
που διεξάγονται από τον Οργανισμό, εκτός από το πρόσθετο αμοιβαίο
στοίχημα (SWEEPSTAKE), για την αντιμετώπιση έκτακτων δαπανών
συντήρησης των ίππων αυτών. Η επιχορήγηση αυτή θα είναι δυνατή, εφόσον
η προηγούμενη εταιρική χρήση υπήρξε κερδοφόρα και δεν μπορεί να
υπερβαίνει κατά ποσοστό το δέκα τοις εκατό (10%) των κερδών αυτής. Η
επιχορήγηση θα διανέμεται μέσα στην επόμενη από την κερδοφόρα χρήση
και το μισό ποσό αυτής θα διανέμεται υποχρεωτικά στους προπονητές,
αναβάτες και σταβλίτες, με βάση συντελεστές που θα ορίζονται εκάστοτε με
αποφάσεις του Δ.Σ. της Ο.Δ.Ι.Ε ΑΕ.»
3. Η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 2 του α.ν. 598/1968, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Σκοπός του Οργανισμού είναι η άσκηση των ακόλουθων
δραστηριοτήτων :
71
α) Η οργάνωση και διεξαγωγή κατ’ αποκλειστικότητα ιπποδρομιών στη χώρα
καθώς και η διοργάνωση για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου αμοιβαίων
σε σχέση με τις Ιπποδρομίες στοιχημάτων, λαχειοφόρων ή μη, εντός και εκτός
του χώρου των Ιπποδρομιών.
β) Η ανάληψη δραστηριοτήτων συναφών προς τις ιπποδρομίες και τα
ιπποδρομιακά στοιχήματα σε εθνικό και διεθνές επίπεδο,
συμπεριλαμβανομένης της διοργάνωσης, διεξαγωγής και εκμετάλλευσης
αμοιβαίων στοιχημάτων για αλλοδαπές ιπποδρομίες ή της συμμετοχής στη
διοργάνωση, διεξαγωγή και εκμετάλλευση αλλοδαπών αμοιβαίων
στοιχημάτων επί ιπποδρομιών.
γ) Η με κάθε νόμιμο τρόπο εκμετάλλευση και εμπορική αξιοποίηση της
ακίνητης περιουσίας και των εγκαταστάσεών του.
δ) Η εγκατάσταση και εκμετάλλευση τεχνικών – ψυχαγωγικών ή τυχερών
παιγνίων με παιγνιομηχανήματα στις εγκαταστάσεις του και μέσω του δικτύου
του, καθώς και η διεξαγωγή αμοιβαίων στοιχημάτων επί ιπποδρομιών που
διενεργούνται με ηλεκτρονικά μέσα, εφόσον επιτρέπεται και σύμφωνα με τις
διατάξεις που διέπουν τη λειτουργία τους.»
4. Το στοιχείο (ε) της παρ. 2 του άρθρου 2 του α.ν. 598/1968, αντικαθίσταται ως
εξής:
«(ε) ιδρύει στην ελληνική επικράτεια πρακτορεία διενέργειας των αμοιβαίων
στοιχημάτων και παιγνίων του.»
5. Η διάταξη του άρθρου 13 του α.ν. 598/1968, αντικαθίσταται ως εξής:
«Με κανονισμούς που καταρτίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο του
Οργανισμού και εγκρίνονται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, που
δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορούν να ρυθμίζονται: α)
Η οργάνωση και λειτουργία των αμοιβαίων στοιχημάτων της Ο.Δ.Ι.Ε. Α.Ε. και
β) Η σύσταση πρακτορείων στοιχημάτων και παιγνίων της Ο.Δ.Ι.Ε. Α.Ε. και τα
της λειτουργίας αυτών.»
Άρθρο 48
Ειδικές Διατάξεις Γενικής Γραμματείας Επικοινωνίας-Γενικής
Γραμματείας Ενημέρωσης
1. α) Το άρθρο 20 παρ. 1 του ν. 2644/1998 (Α΄ 233), όπως τροποποιήθηκε από
το άρθρο 49 του ν. 3801/2009 (Α΄ 163) και ισχύει, και το άρθρο 10 παρ. 1 του
ν. 3021/2002 (Α΄ 143), όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 15 παρ. 8 του ν.
3444/2006 (Α΄ 46) και ισχύει καταργούνται.
β) Οι δικαιούχοι της επιχορήγησης, σύμφωνα με τις καταργούμενες με την
προηγούμενη υποπαράγραφο διατάξεις, οφείλουν εντός αποκλειστικής
προθεσμίας δύο μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος να προσκομίσουν
στη Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας – Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης όλα τα
απαραίτητα από το νόμο δικαιολογητικά για την καταβολή του ποσού της
δημόσιας επιχορήγησης. Η υποχρέωση αυτή αφορά σε αεροπορική μεταφορά
που πραγματοποιήθηκε μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
72
2. Η παράγραφος 15 του άρθρου 13 του ν. 2328/1995 αντικαθίσταται ως εξής:
«15. Στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 4 του άρθρου 68 του ν.
2065/1992, όπως ισχύει, εμπίπτουν:
α) οι ημερήσιες εφημερίδες, οι οποίες περιλαμβάνονται στην Υπουργική
απόφαση που προβλέπεται από την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του ν.
3548/2007,
β) οι εβδομαδιαίες εφημερίδες, οι οποίες περιλαμβάνονται στην Υπουργική
απόφαση που προβλέπεται από την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του ν.
3548/2007,
γ) άλλες εφημερίδες και περιοδικά, οι ιδιοκτήτες των οποίων είναι μέλη της
Ένωσης Δημοσιογράφων Ιδιοκτητών Περιοδικού Τύπου, ή δύνανται να γίνουν
μέλη της.
2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγεται η
Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας – Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και του
Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται το ειδικό τιμολόγιο διακίνησης του
ημερήσιου και περιοδικού τύπου των εκδοτών για καθεμία από τις παραπάνω
κατηγορίες, κατ' ανάλογη εφαρμογή της παραγράφου 4 του άρθρου 68 του ν.
2065/1992, όπως αυτή ισχύει. Με την ίδια απόφαση, καθορίζεται ο ανώτατος
αριθμός των φύλλων κάθε έκδοσης που δύνανται να διακινούνται
ταχυδρομικά με το μειωμένο αυτό τιμολόγιο.
3. Με απόφαση του Υπουργού στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγεται η
Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας – Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης
καθορίζονται τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την υπαγωγή των εκδοτών
στο ειδικό τιμολόγιο, καθώς και κάθε περαιτέρω αναγκαία λεπτομέρεια
εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
4. Η ισχύς των διατάξεων της παρούσας παραγράφου αρχίζει την 1η
Αυγούστου 2011.»
3. α) Από τη δημοσίευση του παρόντος ο Ν. 583/1977 περί «Τηλεπικοινωνιακών
απαλλαγών Τύπου», όπως ισχύει, καταργείται.
β) Για τηλεφωνικούς λογαριασμούς, οι οποίοι αφορούν σε περίοδο έως τη
δημοσίευση του παρόντος νόμου, ισχύουν οι εκπτώσεις που προβλέπονται
από τα άρθρα 1, 2 και 3 του καταργούμενου νόμου, εφόσον προσκομιστούν
στη Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας – Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης τα
απαιτούμενα δικαιολογητικά εντός τριάντα (30) ημερών από την έκδοση των
λογαριασμών.
73
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου