"Δεν την θέλω αυτή τη χώρα !!"
......................
Και πως να θέλεις τις γηγενείς ανθρωπίδες.. Τηλεσκουπίδια, ξέκωλα, βίζιτες, χλιμίτζουρες «επενδυτές» της κρατικής λεηλασίας, εμετικοί πανελίστες, δεξιά πολιτικά απόβλητα από τους κοινωνικούς απόπατους, νταβάδες της νύχτας υπό τον πολιτικό μανδύα του αγκυλωτού σταυρού, φιλελληνικές δουλάρες στις μισθοδοτούμενες πλουσιοπάροχα υπηρεσίες του Ευκωλοχανείου, φθηνιάρηδες κομπιναδόροι του μικροαστισμού, βαθύπλουτοι χουλιγκάνοι από το αίμα του λαού, και αυτοδημιούργητοι νεοταξίτες, συνθέτουν την εικόνα μιας κοινωνίας στον απόλυτο ξεπεσμό. Δυστυχώς Γιώργο προηγήθηκε ημών ο (λαπάς) κατά την δεξιά Γιώργος Σεφέρης.. Όπου και αν ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει..
..................
Μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη για τη ζωή και την καριέρα του έδωσε ο Γιώργος Νταλάρας μιλώντας στο “Mega Stories” και τη Δώρα Αναγνωστοπούλου.
Από την Κοκκινιά, την πρώτη του γειτονιά, ο Γιώργος Νταλάρας μίλησε για όλους και για όλα, κάνοντας τον δικό του απολογισμό, μετά και τον σάλο που προκάλεσαν οι δηλώσεις του για άλλους καλλιτέχνες αλλά και μερίδα του Τύπου και των ΜΜΕ.
Ο Γιώργος Νταλάρας θυμήθηκε τα χρόνια του στο μεροκάματο, στην οικοδομή και το μηχανουργείο, αλλά και την ευκαιρία που του έδωσε στα τέλη των 60’s ο Μάκης Μάτσας για την πρώτη του ηχογράφηση, εκείνη που έγινε τελικά το εισιτήριο για μια σπουδαία καριέρα η οποία αποτιμάται σήμερα σε 89 άλμπουμ και 18 εκατομμύρια πωλήσεων.Αναφέρθηκε επίσης και στις συνεργασίες και μουσικές συναντήσεις με τους μεγαλύτερους Έλληνες δημιουργούς, μεταξύ αυτών τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Μάνο Λοΐζο, τον Απόστολο Καλδάρα και πολλούς άλλους.
“Ο Θεοδωράκης με μάγεψε γιατί τα τραγούδια του είχαν κάτι από τον Τσιτσάνη. Ο Θεοδωράκης είχε πτυχία μουσικής, ο Τσιτσάνης δεν είχε και όμως εξύψωσε, ύμνησε τους άλλους και τιμήθηκε και εκείνος”, είπε αρχικά ο Γιώργος Νταλάρας, τονίζοντας πως δεν αισθάνεται διάσημος.“Μισώ τη διασημότητα, δεν τη θέλω. Γιατί ο διάσημος των καιρών μας, τη μετά τηλεόραση εποχή, είναι ένας διάσημος άνθρωπος, ο οποίος θεοποιείται ή ειδωλοποιείται με έναν τρόπο και ο κουτός το δέχεται αυτό λόγω της θεοποίησης. Αυτός έχασε την οντότητά του, δεν είναι πια ο ίδιος. Αν θέλει να κρατήσει την οντότητά του υγιή, πρέπει να είναι γνωστός και με το όνομά του. Εμένα αν με ρωτήσεις ποιος θα ήθελα να είμαι, θα σου έλεγα ο Γιώργος, ο Νταλάρας μού είναι αδιάφορος“, δήλωσε.
“Εγώ είμαι λαϊκός, λέω πολλά λαϊκά τραγούδια, δεν είμαι αποκλεισμένος”, είπε ο Γιώργος Νταλάρας μιλώντας για τον “αγώνα” που έκανε να φύγει από τα νυχτερινά κέντρα.
“Μικρό παιδί γεννήθηκα εκεί μέσα και πήγα σε μία κατηγορία που ήταν ό,τι χειρότερο. Ερχόντουσαν λεφτάδες και ματσωμένοι από τα Μέγαρα και την Ελευσίνα, μεγάλοι έμποροι, είχαν και τα πιστόλια τους μαζί, έριχναν και καμία στο τσακίρ κέφι. Το καθεστώς σε αυτά τα μαγαζιά ήταν ότι έπαιρναν μουσικούς, τραγουδιστές και 10-15 κορίτσια που κάνουν κονσομασιόν για να έχει παρέα ο πεινασμένος σεξουαλικά θαμώνας που ερχόταν για να ρίξει και μια παραγγελιά. Αυτό δεν μπορεί να αρέσει σε ένα παιδί 16 χρονών“.
Στη συνέχεια εξήγησε γιατί ένας καλλιτέχνης οφείλει να παίρνει θέση απέναντι στα κοινωνικά αιτήματα και δεν έκρυψε τη συγκίνησή του όταν μίλησε για το πώς είναι η Ελλάδα σήμερα.
“Πριν από 6-7 χρόνια, δεν θυμάμαι, είμαι στον δρόμο, γίνεται πανζουρλισμός. Ψάχνω να βρω γιατί φωνάζουν και πλησιάζω στον δρόμο και βλέπω ένα νεαρό παιδί, 20 χρονών και παίρνει ένα σκυλάκι μέσα από τη λεωφόρο που αν περνούσε από την άλλη πλευρά θα το σκότωναν. Το πήρε στην αγκαλιά του και το χάιδευε… λυπήθηκα που δεν ήμουν εγώ αυτός, λυπήθηκα πάρα πολύ. Και οι άλλοι οι κάφροι του φώναζαν: ‘φύγε, ρε μ@@@α από τη μέση'”, περιέγραψε φανερά συγκινημένος.
“Αυτή δεν είναι ζωή, Δώρα. Αυτοί δεν είναι άνθρωποι και είμαστε γεμάτοι από τέτοιους”, πρόσθεσε ο Γιώργος Νταλάρας στη συνέχεια και σε αντιδιαστολή έφερε ως παράδειγμα δύο πρόσωπα που για εκείνον αποτελούν τους ήρωές του. Τον Κωνσταντίνο Βαρουχάκη και τον Γιάννη Μπεχράκη.
“Αυτή την Ελλάδα ονειρεύτηκα, όχι την άλλη. Είναι άλλη Ελλάδα, με άλλους Έλληνες. Δεν τη θέλω αυτή την Ελλάδα, δεν μου αρέσει. Δεν είναι χώρα αυτή έτσι όπως πάμε. Πρέπει να κοιταχτούμε στον καθρέφτη για να τα ξανακάνουμε από την αρχή. Αισθάνομαι σαν ένα παιδί εργατικής τάξης, μιας οικογένειας βιοπαλαιστών που γεννήθηκε σε μια παράγκα στην Κοκκινιά, και είναι σαν να εκπροσωπώ αυτή την τάξη. Δεν σταμάτησα ποτέ να αισθάνομαι εργάτης. Όταν έχω ζήσει όλα αυτά, δεν μπορώ να αφήσω τα πράγματα στην τύχη τους”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου