Πολύ εύστοχα η Αιμιλία Καραλή λούζει στα λασπόλουτρα τους θορυβοποιούς του διαδικτύου επ' ευκαιρία της συμπλήρωσης έντεκα χρόνων από τον θάνατο του Αγγελόπουλου. Δυο λιτές σημειώσεις από την αφεντιά μου. Κριτικές και κοινό αν δεν τον κατέκριναν, εκθείαζαν τη ποίηση των εικόνων του γλαφυρού σκηνοθέτη, γιατί απλώς δεν ήξεραν πως γι αυτές υπεύθυνος ήταν ο εν ονόματι Αρβανίτης εικονολήπτης Θαύματα εικαστικά αποτύπωνε στις οθόνες. Και ακόμη: Ο κινηματογράφος ανήκε στον Αγγελόπουλο επειδή χωρούσε τον μακρόσυρτο λόγο του. Τον παρενθετικό. (κάτι σαν τον πρώην πρόεδρο της δημοκρατίας τον Στεφανόπουλο.) Υπολειπόταν όμως της τηλεόρασης επειδή σε αυτή δυό αρνήσεις δεν κάνουν πάντα μια κατάφαση,. Ένα πέραν των έξη δεύτερων ακίνητο πλάνο τηλεοπτικό σε συνδυασμό με την ακινησία του καναπέ ήταν ο ορισμός της οικονομικής καταστροφής..Επενέβαιναν στον θεατή προβολές από καταγεγραμμένες εικόνες και τον αποσπούσαν. Εξαιρούνται η φωτιά και η θάλασσα. Γιατί έχουν κίνηση.. Δυστυχώς ο λαός μας εκπαιδεύτηκε στην αποχαύνωση του καναπέ..
Πέρασαν 11 χρόνια από τότε που πέθανε ο Θόδωρος Αγγελόπουλος. Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι άνθρωποι οι οποίοι απαξίωναν τον σκηνοθέτη, όταν ήταν εν ζωή, φέρνοντας –και καλά– παραδείγματα από ταινίες του, που απλώς αποδείκνυαν ότι δεν είχαν δει ποτέ τους καμία, εκφράζουν πλέον τον θαυμασμό τους για τον «ποιητή των εικόνων».
Πλήθος επαινετικές και νοσταλγικές αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (πολλές ανακριβείς), με αφορμή την επέτειο του θανάτου του, δημιούργησαν την αίσθηση ότι οι ταινίες του, όταν προβάλλονταν, «έσπαγαν τα ταμεία».
Και ξέρουμε καλά ότι αυτό δεν συνέβαινε στην Ελλάδα. Ας υποθέσουμε όμως ότι κάτι άλλαξε σε αυτόν τον τόπο και με κάποιο τρόπο πολύ περισσότεροι άνθρωποι γνώρισαν το έργο του! Δεν είναι η πρώτη φορά που, ιδιαίτερα στη χώρα μας, πρέπει να πεθάνει ένας καλλιτέχνης για να αναγνωριστεί η αξία του. Λίγοι είναι οι τυχεροί –και σχεδόν καμία τυχερή– που γνώρισαν την αναγνώριση κοινού και κριτικής όσο ζούσαν.
Είναι πάντως ενδιαφέρον το γεγονός ότι ελάχιστες ήταν οι αναρτήσεις που εστίασαν σε ένα σημαντικό χαρακτηριστικό του Αγγελόπουλου, τη σταθερή του προσήλωση στο καλλιτεχνικό του όραμα· την αφοσίωση και το πείσμα του στο να μην «επιβιβάζεται σε καράβια άλλων» και να επιμένει: «Δεν μπορώ να κάνω το ταξίδι σας».
Αρνιόταν να υποχωρήσει και να συμβιβαστεί προκειμένου να κερδίσει «τον έπαινο του δήμου και της αγοράς». Μοναδικός και πολύ συχνά μόνος –ο ξενήτης της «Αιωνιότητας»– απευθύνθηκε σε όλους και κυρίως τους «συνενόχους» του, όπως αποκαλούσε τους θεατές του.
Τους κάλεσε να στοχαστούν την ιστορία, την εξουσία, την ποίηση και την επανάσταση. Το βάθος της πολύμορφης παιδείας του και τα βιώματά του ήταν πάντα το υπόβαθρο για να αναπτυχθούν τα πλάνα του· πλάνα που ακόμη κι αν θεματικά αναφέρονταν στο παρελθόν, αφορούσαν το παρόν και το μέλλον. Γιατί πώς θα εξηγήσεις το παρόν και θα διαμορφώσεις το μέλλον, αν δεν δεις τις ρίζες τους;
«Το φρουτόδεντρο που φρούτα δεν κάνει / το ονομάζουνε στείρο./ Ποιος το χώμα εξετάζει;», έγραφε ο Μπρεχτ. Και ο Αγγελόπουλος ανέτεμνε αυτό το «χώμα». Αυτό αναπαριστούσε, απεικόνιζε, αποκάλυπτε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου