Κυριακή 27 Μαρτίου 2022

Απροστάτευτοι οι Έλληνες

...στην άνοδο των τιμών 

 

 Αφροδίτη Τζιαντζή

«Ηδη πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία ευρωπαϊκές χώρες συσσώρευαν αποθέματα σε βασικά προϊόντα λόγω της αύξησης των τιμών και της ενεργειακής κρίσης» λέει στην «Εφ.Συν.» ο ομότιμος καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Χαράλαμπος Κασίμης, ο οποίος θεωρεί αδιανόητο η χώρα να μη γνωρίζει τα αποθέματά της. 

 


Επρεπε να εμφανιστούν οι πρώτες ελλείψεις στη χονδρική και να μπει πλαφόν σε αλυσίδες σουπερμάρκετ στη λιανική, για να αποφασίσει εκ των υστέρων η κυβέρνηση να ξεκινήσει τη διαδικασία καταγραφής των αποθεμάτων της χώρας σε βασικά τρόφιμα και αγροτικές πρώτες ύλες. 

Η τροπολογία της τελευταίας στιγμής σε άσχετο νομοσχέδιο του υπουργείου Περιβάλλοντος για την «επισιτιστική ασφάλεια και την αποφυγή αθέμιτων εμπορικών πρακτικών» επιβεβαιώνει για άλλη μία φορά τα αντανακλαστικά Ραν 

Ταν Πλαν μιας κυβέρνησης που επί μήνες κώφευε επιδεικτικά στις εκκλήσεις φορέων και καταναλωτών να πάρει μέτρα για την ακρίβεια που καλπάζει. Φαίνεται πως έπρεπε να πάρει φωτιά ο σιτοβολώνας της Ευρώπης για να αποφασίσει το ελληνικό κράτος, με ατελή και σπασμωδικό τρόπο, να αρχίσει να κάνει το αυτονόητο: να ξέρει ποια και πόσα είναι τα εθνικά αποθέματα σε βασικά διατροφικά αγαθά και πρώτες ύλες και πόσο θωρακισμένοι είμαστε σε ελλείψεις και πληθωριστικές εκρήξεις. 

 «Είναι αδιανόητο μια χώρα να μη γνωρίζει ποια είναι τα αποθέματά της σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο, όταν ήδη πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία ευρωπαϊκές χώρες συσσώρευαν αποθέματα σε βασικά προϊόντα λόγω της αύξησης των τιμών και της ενεργειακής κρίσης» λέει στην «Εφ.Συν.» ο ομότιμος καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Χαράλαμπος Κασίμης, πρώην γενικός γραμματέας Αγροτικής Πολιτικής & Διαχείρισης Κοινοτικών Πόρων. 

Ο ίδιος φέρνει το παράδειγμα της Γαλλίας αλλά και της Ουγγαρίας που προέβησαν σε κινήσεις προστατευτισμού, καθώς «ανησυχούσαν τι θα συμβεί με την εκτίναξη των τιμών, που όντως τελικά εκτινάχτηκαν».

 Ο Χαράλαμπος Κασίμης είναι ομ. καθηγητής Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην γεν. γραμματέας Αγροτικής Πολιτικής & Διαχείρισης Κοινοτικών Πόρων, ΥΠΑΑΤ 

Μπορεί η Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ να χτυπάει το καμπανάκι του κινδύνου για νέες επισιτιστικές κρίσεις πρωτίστως σε χώρες της Αφρικής και της Ασίας, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα είναι θωρακισμένη. Κάθε άλλο. 

«Μετά τη Ρουμανία είμαστε η χώρα με το υψηλότερο ποσοστό δαπανών επί του οικογενειακού προϋπολογισμού για είδη διατροφής στην Ε.Ε.» συνεχίζει ο καθηγητής. Το 23,1% των μέσων μηνιαίων δαπανών των ελληνικών νοικοκυριών πηγαίνει σε τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 14,8% - με βάση τα στοιχεία του 2020. Αυτό σημαίνει ότι οι Ελληνες είναι πιο εκτεθειμένοι στην άνοδο των τιμών των τροφίμων από τους κατοίκους άλλων ευρωπαϊκών χωρών, ενώ ακόμα πιο ακριβά πληρώνουν τις ανατιμήσεις στο διατροφικό καλάθι τα φτωχότερα νοικοκυριά. 

Τα νοικοκυριά που ανήκουν στο 1ο και χαμηλότερο «πεντημόριο» ισοδύναμης δαπάνης, δηλαδή το φτωχότερο 20%, ξοδεύουν το 35,5% του μηνιαίου προϋπολογισμού για διατροφή, ενώ αντίθετα το πλουσιότερο 20% δαπανά μόλις το 13,4% των εξόδων του για να τραφεί. Οσον αφορά τις ελλείψεις, η Ελλάδα μπορεί να έχει βελτιώσει το συνολικό αγροτικό της ισοζύγιο, όμως εξακολουθούμε να είμαστε ελλειμματικοί σε ερυθρά κρέατα (ώς και 90% σε βόειο), σε γαλακτοκομικά προϊόντα όπως το αγελαδινό γάλα, αλλά και σε βασικά προϊόντα όπως το μαλακό σιτάρι το οποίο έχει έρθει στο προσκήνιο λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. 

«Ενώ σε σκληρά σιτηρά έχουμε πλεόνασμα και εξάγουμε κυρίως στην Ιταλία για ζυμαρικά, στο μαλακό σιτάρι καλύπτουμε μόνο το 10% των αναγκών μας, τα υπόλοιπα είναι εισαγόμενα» εξηγεί ο Χ. Κασίμης. 

Ως και το 1/3 των εισαγωγών σιτηρών καλύπτεται από τις Ρωσία και Ουκρανία, όμως αυτό είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Ενα πολύ σημαντικό στοιχείο είναι η εξάρτησή μας από εισαγόμενες γεωργικές εισροές, λιπάσματα και ζωοτροφές. 

«Η Ρωσία ελέγχει το 23% της παγκόσμιας αγοράς σε αμμωνία, το 17% σε κάλιο, το 10% σε φωσφορικά άλατα, ουσίες που περιέχονται στα λιπάσματα, ενώ επίσης "δυνατός" παίκτης στον χώρο είναι και η Λευκορωσία» προσθέτει ο καθηγητής, θυμίζοντας ότι η Ε.Ε. καλύπτει το 30% των εισαγωγών σε λιπάσματα από τη Ρωσία, ενώ από την Ουκρανία εισάγει ώς και το 25% των αναγκών σε ηλιέλαιο και ώς και το 50% του καλαμποκιού, που είναι και βασική ζωοτροφή.

Δεν υπάρχουν σχόλια: