Βγήκα στον αφρό με σωσίβιο τους φίλους μου γιατί αν συνέχιζα σκυφτός στον υπολογιστή, χωρίς έστω και μερικές ώρες διακοπή θα είχα πνιγεί στ’ απόβλητα του καθεστώτος. «Μπούκαραν» στο σπίτι αξημέρωτα υπό την εξής ημερήσια διαταγή. "Μαγιό, γυαλιά ,ηλίου, αντηλιακό, τζόκερ, σορτσάκι, σπορτέξ κι ακολούθα".
Αρχηγών παρόντων πάσα αρχή παυσάτω για να βρεθώ μετά μιάμισης ώρας ταξίδι κάνοντας ύπτιο σε μια θάλασσα, που ο ήλιος άφηνε τα ίχνη του πάνω της σαν λαμπιρίζοντα διαμάντια. Κι εκεί που αρχικά έκανα τον δύσκολο, αρνιόμουν πεισματικά να βγω.
«Βγες μας περιμένουν παϊδάκια» γρύλισε ο πρώτος τη τάξη στη παρέα. «Όχι ρε ούφο, δεν βγαίνω… Ξέρεις να είμαι από αυτούς που μετά από μια εξόρμηση στο ύπαιθρο απαντούν στο ερώτημα πως πέρασες με το ρήμα ..έφαγα;;;» «Ρε έλα κι άσε τις τσιριμόνιες οι μπύρες περιμένουν και έχουμε όλοι στεγνώσει από το αλάτιιιιι..» «Και αφυδάτωση να πάθετε εγώ δεν βγαίνω.. Θα χαθώ στην απόλυτη αγκαλιά του νερού..»
Το γαλάζιο νίκησε. Τα παϊδάκια έχασαν. Προς ώρας. Γιατί μετά μου υποσχέθηκαν πως θα μου χαρισουν δύο ζωές. Τη μία σε σανίδα με παϊδάκια ναυαγός κάπου στο Αιγαίο και την άλλη πνιγμένος σε μια λαοθάλασσα ανατροπής..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου