Κυριακή 2 Ιουνίου 2019

AL JAZEERA :


Ο πραγματικός λόγος της Αμερικανικής εισβολής στο Ιράκ δεν ήταν το πετρέλαιο ή τα ανύπαρκτα πυρηνικά και χημικά του Σαντάμ, αλλά η επίδειξη μιας παγκόσμιας ισχύος; 




Και για καταλάβω ρε συνάδελφοι επειδή το θέμα το γνωρίζω όπως τη μάπα μου στον καθρέφτη. Οι πετρελαϊκές κολλεγιές που έκανε στη συνέχεια ληστεύοντας τον ορυκτό πλούτο του Ιράκ ο αντιπρόεδρος Ντικ Τσέινι επίδειξη ισχύος τις καλούν σήμερα, ή μήπως παράπλευρα κέρδη; Το σωστό θα ήταν να γράφατε πως ήταν πρωτίστως αυτό...




Εκθεση του αμερικανικού Πενταγώνου, η οποία δημοσιεύτηκε πρόσφατα, παραδέχεται τη γεωστρατηγική ήττα των ΗΠΑ στην εισβολή στο Ιράκ επί προεδρίας Τζορτζ Μπους υιού, αφού διαπιστώνει ότι το Ιράν απέκτησε ερείσματα παντού στη Μέση Ανατολή, ενώ μετά τον Σαντάμ Χουσεΐν, το Ιράκ απλώς διαλύθηκε.

Οι ΗΠΑ ηττήθηκαν λοιπόν και επίσημα. Όμως το βασικό ερώτημα παραμένει αναπάντητο, τουλάχιστον για πολλούς. Γιατί ο Μπους πήγε σε πόλεμο στο Ιράκ;Όχι, δεν ήταν εξαιτίας των όπλων μαζικής καταστροφής, της δημοκρατίας ή του ιρακινού πετρελαίου.

Ο πραγματικός λόγος είναι πολύ πιο απειλητικός από αυτά, απαντά το άρθρο του Al Jazeera.

Δεκαέξι χρόνια μετά την εισβολή των Ηνωμένων Πολιτειών στο Ιράκ και την αποξένωση και το χάος που προκάλεσε στη χώρα και την ευρύτερη περιοχή, μια πτυχή του πολέμου παραμένει εγκληματικά υποτιμημένη: γιατί αγωνίστηκαν οι Αμερικανοί στην πρώτη γραμμή; Τι έλπιζε η κυβέρνηση Μπους να κερδίσει από τον πόλεμο;

Η επίσημη και ευρέως αποδεκτή ιστορία παραμένει ότι η Ουάσιγκτον παρακινήθηκε από το πρόγραμμα όπλων μαζικής καταστροφής του Σαντάμ Χουσεΐν, ο οποίος φερόταν χωρίς αποδείξεις να έχει σχέσεις με την Αλ Κάιντα και κάποιο ρόλο στην 11η Σεπτεμβρίου 2001. Ειδικά οι πυρηνικές του δυνατότητες θεωρήθηκαν αρκετά ανησυχητικές για να υποκινήσουν τον πόλεμο. «Τι άλλη απόδειξη θέλετε;» είχε πει η Αμερικανίδα υπουργός Εξωτερικών Κοντολίζα Ράις. «Ένα σύννεφο μανιταριού πάνω από μία Αμερικανική πόλη;». Στη βιογραφία του με τίτλο «Decision Points», ο Τζορτζ Μπους υπερασπίζεται την απόφασή

 του για εισβολή στο Ιράκ, λέγοντας ότι οι Ιρακινοί πολίτες είναι σε καλύτερη κατάσταση χωρίς τον Σαντάμ Χουσεΐν, τον οποίο αποκαλεί «δολοφόνο δικτάτορα». Τονίζει ότι και οι ΗΠΑ είναι σε καλύτερη κατάσταση χωρίς τον Σ. Χουσεΐν να επιδιώκει βιολογικά ή χημικά όπλα. Παραδέχεται, ωστόσο, ότι υπέστη σοκ όταν ανακάλυψε ότι δεν βρέθηκαν όπλα μαζικής καταστροφής στο Ιράκ. «Κανένας δεν υπέστη μεγαλύτερο σοκ και δεν θύμωσε περισσότερο από μένα όταν δεν βρήκαμε τα όπλα. Με αρρώσταινε αυτή η σκέψη. Ακόμα με αρρωσταίνει»γράφει.

Το Ιράκ ταίριαζε στο σχέδιο Σύμφωνα με τον Ahsan Butt, καθηγητή στην Σχολή Πολιτικής και Διακυβέρνησης Schar στο Πανεπιστήμιο George Mason, και μετά από ενδελεχή έρευνα για τις αιτίες αυτού του πολέμου, όπως υποστηρίζει, δεν έχει να κάνει με το φόβο των όπλων μαζικής καταστροφής, ούτε βέβαια με την επιθυμία να «εξαπλωθεί η δημοκρατία», αλλά ούτε και με το να ικανοποιηθούν τα πετρελαϊκά ή ισραηλινά λόμπι. Αντίθετα, η κυβέρνηση Μπους εισέβαλε στο Ιράκ για την επίδειξή της.

 Μια γρήγορη και αποφασιστική νίκη στην καρδιά του αραβικού κόσμου θα έστελνε ένα μήνυμα σε όλες τις χώρες της περιοχής, ειδικά σε ανυπότακτα καθεστώτα όπως η Συρία, η Λιβύη, το Ιράν ότι η αμερικανική ηγεμονία είναι εδώ και εδώ θα μείνει. Με απλά λόγια, ο πόλεμος στο Ιράκ είχε ως κίνητρο την επανακαθιέρωση της Αμερικής ως αδιαμφισβήτητη ηγετική δύναμη στον κόσμο.

Πράγματι, ακόμη και πριν από την 11η Σεπτεμβρίου 2001, ο τότε υπουργός Άμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ έβλεπε το Ιράκ μέσα από το πρίσμα της αμερικανικής φήμης και ηγεμονίας, επιχειρηματολογώντας διαφωτιστικά τον Φεβρουάριο και τον Ιούλιο του 2001 ότι η ανατροπή του Σαντάμ θα «ενισχύσει την αμερικανική αξιοπιστία και επιρροή σε ολόκληρη την περιοχή». Αυτά τα υποθετικά σενάρια λύθηκαν στην πραγματικότητα στις 11 Σεπτεμβρίου, όταν επιτέθηκαν στα σύμβολα της αμερικανικής στρατιωτικής και οικονομικής κυριαρχίας.

Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζορτζ Μπους είχε μόλις συμπληρώσει οκτώ μήνες στην εξουσία των ΗΠΑ όταν η Αμερική δέχθηκε τη χειρότερη επίθεση στην ιστορία της. Και μετά την ταπείνωση αυτή, η κυβέρνηση Μπους θεώρησε ότι οι ΗΠΑ έπρεπε να επιβεβαιώσουν τη θέση τους ως ένας αδιαμφισβήτητος ηγεμόνας.

Ο μόνος τρόπος για να στείλουν αυτό το εξ ορισμού απειλητικό μήνυμα ήταν μια επιβλητική νίκη σε πόλεμο. Στις αρχές Οκτωβρίου 2001, ο Μπους διέταξε την εισβολή των Αμερικανών και των συμμάχων τους στο Αφγανιστάν για να ανατρέψουν τους Ταλιμπάν που στήριζαν την Αλ Κάιντα, και να εξολοθρεύσουν τον αρχηγό της, Οσάμα μπιν Λάντεν.

Το Αφγανιστάν όμως δεν ήταν αρκετό: ήταν απλά ένα πάρα πολύ αδύναμο κράτος. Και όπως γνωρίζουν και οι συμμορίες, μια φήμη που τρομάζει δεν αποκτάται από μια νικηφόρα επίθεση σε αδύναμους. Ή, όπως δήλωσε ο Ράμσφελντ το βράδυ της 11ης Σεπτεμβρίου: «Πρέπει να βομβαρδίσουμε κάτι άλλο για να αποδείξουμε ότι είμαστε, ξέρετε, μεγάλοι και ισχυροί και ότι δεν πρόκειται να φοβηθούμε από τέτοιου είδους επιθέσεις».

Επιπλέον, το Αφγανιστάν φαινόταν ένας «δίκαιος» πόλεμος, λόγω Ταλιμπάν και Αλ Κάιντα, ωστόσο ήξεραν ότι η αποστολή ενός μηνύματος αχαλίνωτης ηγεμονίας συνεπαγόταν μια δυσανάλογη απάντηση στην 11η Σεπτεμβρίου, μία απάντηση που έπρεπε να επεκταθεί πέρα ​​από το Αφγανιστάν. Ενάμιση χρόνο αργότερα, ο Μπους εισέβαλε στο Ιράκ για να ανατρέψει το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν που υποτίθεται ότι διέθετε όπλα μαζικής καταστροφής, επικίνδυνα για τις ΗΠΑ, τα οποία δεν βρέθηκαν ποτέ.

 Το Ιράκ ταίριαζε στο σχέδιο τόσο επειδή ήταν πιο ισχυρό από το Αφγανιστάν, όσο και επειδή ήταν ένα καθεστώς που παρέμενε προκλητικό παρά τη στρατιωτική ήττα που υπέστη από τον πατέρα Μπους με την «Καταιγίδα της Ερήμου» το 1991. Γι αυτό το το Ιράκ δεν ήταν μόνο το Ιράκ, ήταν και το Ιράν, η Συρία και η Βόρεια Κορέα. Σε ένα σημείωμα που εκδόθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2001, ο Ράμσφελντ ενημέρωσε τον Μπους ότι «η αμερικανική κυβέρνηση θα πρέπει να ορίσει ένα στόχο σύμφωνα με αυτές τις κατευθύνσεις: το Αφγανιστάν και ένα άλλο βασικό κράτος [ή δύο] με τέτοια καθεστώτα που υποστηρίζουν την τρομοκρατία».

Όσο για τον τότε αντιπρόεδρο Ντικ Τσένι, ένας στενός σύμβουλος αποκάλυψε ότι η σκέψη του πίσω από τον πόλεμο ήταν να δείξει: «Είμαστε ικανοί και πρόθυμοι να χτυπήσουμε κάποιον ισχυρό, αυτό στέλνει ένα πολύ ισχυρό μήνυμα». Για αρκετούς Αμερικανούς ακούγεται σαν θεωρία συνωμοσίας ότι η κυβέρνηση Μπους ξόδεψε αίμα και χρήμα για έναν πόλεμο «κύρους», που τελικά κόστισε τρισεκατομμύρια δολάρια, σκότωσε εκατοντάδες χιλιάδες Ιρακινούς, αποσταθεροποίησε την περιοχή και βοήθησε στη δημιουργία του Ισλαμικού Κράτους του Ιράκ και του Λίβανου (ISIL).

Ακόμα πιο συνωμοσιολογικό μάλλον τους φαίνεται ότι η κυβέρνηση Μπους χρησιμοποίησε τα όπλα μαζικής καταστροφής ως κάλυμμα για να πετύχει το επιθυμητό πολιτικό αποτέλεσμα. Kαι αναλυτές θεωρούν ότι η θεωρία που λέει ότι η κυβέρνηση Μπους σκόπιμα παραπλάνησε τη χώρα και τον πλανήτη σε πόλεμο στο Ιράκ είναι μια «θεωρία συνωμοσίας», αντίστοιχη με αυτές που εμφανίζουν πως ο Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα γεννήθηκε εκτός ΗΠΑ και είναι μουσουλμάνος ή ότι το Ολοκαύτωμα δεν έχει συμβεί.

Το γεγονός ωστόσο ότι η κυβέρνηση χρησιμοποίησε το φόβο των όπλων μαζικής καταστροφής και της τρομοκρατίας για να κάνει έναν πόλεμο για ηγεμονία θα πρέπει να αναγνωριστεί από ένα αμερικανικό πολιτικό ίδρυμα που είναι πρόθυμο να αποκαταστήσει τον Τζορτζ Μπους μέσα από την πολιτική και την επιδίωξη του Ντόναλντ Τράμπ, αφού ως φαίνεται κι αυτός χρησιμοποιεί παρόμοιες μεθόδους με παρόμοιους σκοπούς στο Ιράν.
tvxs.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: