Την αναβολή της εκταμίευσης προς τον ελληνικό
κρατικό προϋπολογισμό της επιστροφής κερδών των ευρωπαϊκών κεντρικών
τραπεζών από τα - ακούρευτα - ελληνικά ομόλογα επικύρωσε η προχτεσινή
συνεδρίαση του συμβουλίου Γιούρογκρουπ, εν αναμονή της
ολοκλήρωσης των προαπαιτούμενων αντιλαϊκών μέτρων που προβλέπονται για
την τρέχουσα «μεταμνημονιακή» «αξιολόγηση», με επίκεντρο τη διάλυση της
όποιας παρεχόμενης προστασίας για τα «κόκκινα» στεγαστικά δάνεια.
Ο επικεφαλής του Γιούρογκρουπ, Μ. Σεντένο, παρέπεμψε τις αποφάσεις στην επόμενη συνεδρίαση (5 Απρίλη), με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα έχει ολοκληρωθεί η εφαρμογή του συνόλου των συμφωνηθέντων. Για την ώρα, σύμφωνα με τον ίδιο, έχει συντελεσθεί «πολύ σημαντική πρόοδος» σε ό,τι αφορά τον κρατικό προϋπολογισμό του 2019, στη μεταρρύθμιση του συστήματος Υγείας και στο πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων. Ως νέο «ορόσημο» ανέφερε τη συνεδρίαση της «Ομάδας Εργασίας του Γιούρογκρουπ», που προγραμματίζεται για τις 25 Μάρτη.
Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλ. Ρέγκλινγκ, καλωσόρισε επίσης την «πρόοδο» και πρόσθεσε ότι απαιτείται μεγαλύτερη «σαφήνεια» για ορισμένα σημεία, η οποία είναι εφικτό να επιτευχθεί μέσα στις επόμενες βδομάδες, ενώ διευκρίνισε ότι τα ποσά της επιστροφής κερδών διαμορφώνονται σε 644 εκατ. ευρώ, ενώ ακόμη 330 εκατ. προβλέπονται από την αναστολή της προσαύξησης του επιτοκίου στα δάνεια του 2ου μνημονίου.
Από τη Σκύλλα στη Χάρυβδη
Την ίδια ώρα, η πρώτη έκθεση «μεταπρογραμματικής αξιολόγησης», που δημοσιοποίησε χτες η πλευρά του ΔΝΤ, έρχεται να «κουμπώσει» με την «έκθεση ενισχυμένης εποπτείας» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δείχνοντας προς την επιτάχυνση του αντιλαϊκού έργου.
Μάλιστα, σε ειδική ενότητα της έκθεσης, το ΔΝΤ αναφέρεται και στο «αρνητικό σενάριο», με βάση το οποίο η ελληνική οικονομία θα δυσκολευτεί να καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της από το 2021 και θα χρειαστεί δραστικά δημοσιονομικά μέτρα, αναδιάρθρωση χρέους ή ακόμη και νέα χρηματοδοτική στήριξη, δηλαδή ουσιαστικά και νέο μνημόνιο με τη μορφή «δανειακής σύμβασης».
Σε αυτό το έδαφος, και στην «καλύτερη περίπτωση», κατά το σενάριο βάσης του ΔΝΤ προβλέπεται εξασθένιση της ανάκαμψης από 2,4% το 2019, στο 2,2% το 2020, 1,6% το 2021 και 1,2% για καθένα από τα επόμενα χρόνια μέχρι το 2024.
Επιπλέον στην έκθεση του ΔΝΤ:
- «Ενα το κρατούμενο» είναι η εφαρμογή του προνομοθετημένου μέτρου για την κατακρεούργηση του αφορολόγητου ορίου (από το 2020), προκειμένου, όπως λένε, να δημιουργηθεί χώρος για μειώσεις φορολογικών συντελεστών στο εισόδημα και τα κέρδη των επιχειρήσεων.
- Προτείνονται μεγαλύτερη «ευελιξία» στην αγορά εργασίας, μεταρρυθμίσεις για περαιτέρω άνοιγμα των αγορών προϊόντων και ενίσχυση του επιχειρηματικού και επενδυτικού κλίματος. «Η περιορισμένη ευελιξία στην αγορά εργασίας και οι αυξήσεις στους μισθούς απειλούν να ανατρέψουν τα κέρδη στην ανταγωνιστικότητα και να αποδυναμώσουν τις προοπτικές ανάπτυξης», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
- Υπολογίζεται το πιθανό δημοσιονομικό κόστος των δικαστικών αποφάσεων σε 9,4 δισ. ευρώ (4,9% του ΑΕΠ). Ειδικότερα: 6,4 δισ. ευρώ υπολογίζουν το «δημοσιονομικό κόστος» που θα προκύψει εάν κριθεί αντισυνταγματική η «συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση» του 2012, ακόμη 2,6 δισ. αφορούν τα αναδρομικά από την κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού στο Δημόσιο κ.ά. Επιπλέον, δείχνοντας στην κατεύθυνση διατήρησης των μέτρων της μνημονιακής περιόδου, ρητά αναφέρουν ότι στις παραπάνω «απώλειες» δεν συνυπολογίζεται το κόστος δικαστικών διεκδικήσεων, για την ακύρωση του νόμου Κατρούγκαλου, που με τη σειρά του θα μπορούσε να ανέλθει περίπου σε 4-8 δισ. ευρώ ετησίως (2% - 4% του ΑΕΠ). Το ΔΝΤ υπογραμμίζει ακόμη ότι δεν έχει υπολογίσει στο βασικό σενάριό του τυχόν μείωση του ΕΝΦΙΑ και του ΦΠΑ, που θα μπορούσε να περιορίσει το «πρωτογενές πλεόνασμα» κατά 0,5% του ΑΕΠ από το 2021.
- Σημειώνεται ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα παραμένει «εξαιρετικά ευάλωτο», καθώς το ποσοστό των «κόκκινων» δανείων είναι υψηλό. Διαπιστώνουν ακόμη πως η «ποιότητα» των εξυπηρετούμενων δανείων είναι «αβέβαιη», δηλαδή βλέπουν κινδύνους από τη διαμόρφωση και νέας «φουρνιάς» «κόκκινων» δανείων.
Μεταξύ άλλων, οι «συστάσεις» του ΔΝΤ για το τραπεζικό σύστημα αφορούν στην ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης και των εργαλείων για την απομείωση των «κόκκινων» δανείων. Βέβαια, καλούν τις ελληνικές αρχές να προχωρήσουν άμεσα στο νέο πλαίσιο για την πρώτη κατοικία, να μειώσουν τον όγκο των υποθέσεων που εκκρεμούν στα δικαστήρια, να ξεπεραστούν τα «εμπόδια» στους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς κ.ά.
Σε αυτό το φόντο, το ΔΝΤ «ζεσταίνοντας» τις πλάτες της κυβέρνησης εντοπίζει 5 άξονες με πιθανούς «κινδύνους» και συγκεκριμένα:
-- Από «πισωγυρίσματα» έναντι προηγούμενων μεταρρυθμίσεων: Οπως λένε, η «μεταρρυθμιστική κόπωση» μπορεί να επιβραδύνει την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ή να οδηγήσει σε πισωγυρίσματα, ιδίως λόγω πολιτικών πιέσεων ενόψει των επικείμενων εκλογών.
-- Από «επιδείνωση της εμπιστοσύνης προς τις τράπεζες». Καθυστερήσεις στην εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών μπορεί να επιδεινώσουν δραστικά το επενδυτικό κλίμα και τις εισροές καταθέσεων.
-- Από τη χαμηλότερη ανάκαμψη της εγχώριας ζήτησης. Λόγος γίνεται για μεγαλύτερες των προβλεπομένων αρνητικές επιδράσεις των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων στην «ανάπτυξη» και για καθυστερήσεις στις επενδύσεις λόγω πολιτικής αβεβαιότητας.
Επιπλέον, στους παράγοντες αυτούς προστίθενται και τυχόν καθοδικές εξελίξεις από τη διεθνή οικονομία και συγκεκριμένα από τυχόν ραγδαία επιδείνωση των παγκόσμιων οικονομικών συνθηκών και από την ενίσχυση του προστατευτισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου