Tι θ' απογίνουν οι ιδιωτικές
υπηρεσίες ασφαλειας αλλά και οι ΗΠΑ δίχως βαρβάρους;
Οι
διαπραγματευτές των Ταλιμπάν και Αμερικανοί αξιωματούχοι που
συναντώνται στο Κατάρ βρίσκονται στο τελευταίο στάδιο της συμφωνίας που
θα σημάνει τη λήξη του 17χρονου πολέμου στο Αφγανιστάν, σύμφωνα με
αποκαλύψεις που έκαναν το Σάββατο πηγές των Αφγανών ανταρτών.
Με βάση τις πληροφορίες που διοχετεύθηκαν από πηγές των Ταλιμπάν και οι
οποίες αναμεταδόθηκαν από το Reuters, «έγιναν προφανείς παραχωρήσεις
και από τα δύο μέρη, με τις ξένες δυνάμεις να πρέπει να αποσυρθούν από
το Αφγανιστάν σε διάστημα 18 μηνών μετά την υπογραφή της συμφωνίας».
Δεν είναι ακόμη
ξεκάθαρο αν θα εκδοθεί κοινό ανακοινωθέν, αλλά ούτε και ποια σημεία της
συμφωνίας έχουν γίνει πλήρως αποδεκτά από τις ΗΠΑ. Ωστόσο, όπως έγραψε
στο Twitter την Κυριακή ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο,
«οι ΗΠΑ επιθυμούν με σοβαρότητα να προωθήσουν την ειρήνη στο
Αφγανιστάν, αποτρέποντας τη χώρα να καταστεί χώρος διεθνούς
τρομοκρατίας, και να επιστρέψουν τα αμερικανικά στρατεύματα στην
πατρίδα».
Ο ειδικός ειρηνευτικός απεσταλμένος Zalmay Khalilzad μεταβαίνει στην πρωτεύουσα Καμπούλ για να ενημερώσει τον πρόεδρο του Αφγανιστάν Ashraf Ghani για τον τερματισμό των εξαήμερων συνομιλιών, σύμφωνα με όσα ανέφεραν διπλωματικές πηγές.
Οι ίδιες
πληροφορίες σημειώνουν πως οι Ταλιμπάν έδωσαν διαβεβαιώσεις ότι δεν θα
επιτρέψουν το Αφγανιστάν να χρησιμοποιηθεί από την αλ Κάιντα και
εξτρεμιστές του αυτοαποκαλούμενου Ισλαμικού Χαλιφάτου (ISIS ή Daesh) για
επιθέσεις εναντίον των ΗΠΑ και των συμμάχων τους – απαίτηση-«κλειδί»
από την Ουάσινγκτον.
Παράλληλα, οι
Ταλιμπάν υποστηρίζουν πως θα οριστικοποιήσουν το χρονοδιάγραμμα για
κατάπαυση του πυρός στο Αφγανιστάν, αλλά θα αρχίσουν επίσημες συνομιλίες
με Αφγανούς αξιωματούχους μετά τον οριστικό τερματισμό των
εχθροπραξιών.
Άλλα σημεία της
συμφωνίας αναφέρουν την απελευθέρωση και ανταλλαγή κρατουμένων από τα
αντιμαχόμενα μέρη, την άρση της απαγόρευσης για ταξίδια στο εξωτερικό
για ορισμένα ηγετικά στελέχη των Ταλιμπάν και την προοπτική δημιουργίας
προσωρινής αφγανικής κυβέρνησης, μετά την εφαρμογή της κατάπαυσης του
πυρός.
Οι «εσωτερικές
συνομιλίες» ΗΠΑ-Ταλιμπάν είχε αποφασισθεί να πραγματοποιηθούν στις αρχές
της προηγούμενης εβδομάδας για να επιδιωχθεί πολιτική συμφωνία, παρόλο
που οι αντάρτες δεν δέχονται οποιαδήποτε επαφή με την παρούσα αφγανική
διακυβέρνηση στην Καμπούλ.
Οι ίδιες
πληροφορίες ανέφεραν πως «υπάρχουν ακόμη ζητήματα που θα πρέπει να
επιλυθούν και ότι αυτά θα εξετασθούν σε νέες συνομιλίες που θα
επαναληφθούν σύντομα. Δεν θα υπάρξει οποιαδήποτε τελική συμφωνία, ώσπου
να επιλυθούν όλα τα εκκρεμή θέματα, προκειμένου στη συνέχεια να υπάρξει
εσωτερικός αφγανικός διάλογος και οριστικοποίηση της κατάπαυσης του
πυρός».
Η αμερικανική πρεσβεία στην Καμπούλ δεν έχει ακόμη επιβεβαιώσει τις πληροφορίες ότι «η συμφωνία βρίσκεται κοντά».
Στις 25
Ιανουαρίου η εφημερίδα «The New York Times» είχε αποκαλύψει πως «νέος
γύρος συνομιλιών ΗΠΑ-Ταλιμπάν είχε αρχίσει από την (περασμένη) Δευτέρα
στην πρωτεύουσα του Κατάρ Ντόχα, όπου οι Ταλιμπάν διαθέτουν πολιτικό
γραφείο».
Οι συνομιλίες
ΗΠΑ-Ταλιμπάν στην Ντόχα έγιναν κεκλεισμένων των θυρών και χωρίς την
παρουσία εκπροσώπου της αφγανικής κυβέρνησης, την οποία δεν αναγνωρίζουν
οι αντάρτες.
Σύμφωνα με άλλες πληροφορίες που έχουν διαρρεύσει από τα επίμαχα σημεία
που θα πρέπει να συμφωνηθούν, ακόμη παραμένει το αδιέξοδο για την
παραμονή ή όχι αμερικανικών βάσεων «ως εγγύηση» στο Αφγανιστάν, όπως
επισημαίνει η εφημερίδα «Express Tribune» του Πακιστάν.
Οι Ταλιμπάν,
όμως, επιμένουν στην οριστική απομάκρυνση των αμερικανικών δυνάμεων.
Πάντως, η αντιπροσωπεία των Ταλιμπάν παρέμεινε στις διαπραγματεύσεις
και δεν τις διέκοψε, όπως αρχικά είχε απειλήσει.
Οι διαβουλεύσεις
στη Ντόχα, πραγματοποιήθηκαν μετά από μεσολάβηση του Πακιστάν, μετά από
παράκληση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ ο οποίος είχε ζητήσει από τον
πρωθυπουργό του Πακιστάν να μεσολαβήσει για να τερματισθεί η πολεμική
κρίση που μαίνεται στην περιοχή κοντά δύο δεκαετίες.
Εν
αναμονή κάποιας αμερικανικής επιβεβαίωσης αναμένεται να διευκρινισθεί
και το μέλλον της σημερινής κυβέρνησης στην Καμπούλ, την οποία δεν
αναγνωρίζουν οι Ταλιμπάν, και δεν είναι ξεκάθαρο το μέλλον της, αν οι
ΗΠΑ συμφωνήσουν να αποχωρήσουν από το Αφγανιστάν, είπε o Mάικλ Μαλούφ, πρώην αξιωματούχος του Πενταγώνου στο RT.
Ιδιωτική υπόθεση ο πόλεμος στο Αφγανιστάν;
Οι ιδιωτικές εταιρείες παροχής υπηρεσιών ασφαλείας έχουν επίσης εισβάλει στην χώρα.
Η πρόσφατη επίθεση
των Ταλιμπάν στην έδρα ιδιωτικής βρετανικής εταιρείας ασφάλειας στην
Καμπούλ τέλος του 2018, φέρνει στην επιφάνεια και πάλι ένα πρόβλημα που
είχε καταγραφεί και στο Ιράκ μετά την εισβολή των Αμερικανών στη χώρα:
Την παρουσία και το μέλλον των ιδιωτικών εταιρειών παροχής υπηρεσιών
ασφάλειας και το καθεστώς τους στο Αφγανιστάν.
Βρετανικές και
αμερικανικές εταιρείες με ένοπλους υπαλλήλους τους είναι πανταχού
παρόντες στην Καμπούλ και όχι μόνον στην πρωτεύουσα.
Ασαφείς αρμοδιότητες, άγνωστος ο αριθμός τους
Προστατεύουν
πρεσβείες και διεθνείς οργανισμούς, προσφέρουν συμβουλευτικές υπηρεσίες
και ένοπλη προστασία στους συνεργάτες ΜΚΟ και ξένους δημοσιογράφους.
Παράλληλα ενεργοποιούνται ως σύμβουλοι και εκπαιδευτές των αφγανικών
μονάδων ασφαλείας και της αστυνομίας.
Ο αριθμός τους
υπερβαίνει αυτόν των στρατιωτών που συγκροτούν την αμερικανική και
ΝΑΤΟϊκή παρουσία στη χώρα, αν και σήμερα είναι εμφανώς λιγότεροι από ότι
το 2010, όταν ήταν περισσότεροι από 100.000 οι «εργολήπτες», όπως
αποκαλούνται.
Σύμφωνα με το
αμερικανικό υπουργείο Άμυνας το τελευταίο τρίμηνο του 2018 ήσαν
καταγεγραμμένοι 25.000, μεταξύ αυτών οι 11.000 Αμερικανοί υπήκοοι και
άλλοι τόσοι υπήκοοι άλλων χωρών.
Από τότε που ο
πρόεδρος Τραμπ εξήγγειλε την πρόθεσή του να αποσύρει μερικώς τις
αμερικανικές δυνάμεις από τη χώρα, αυξάνεται η ανησυχία, ότι έτσι
ανοίγει διάπλατα η πόρτα για περισσότερους ιδιώτες άνδρες ασφαλείας και
ένοπλους μαχητές.
Πόσοι ακριβώς είναι
τώρα στη χώρα, ουδείς γνωρίζει, αλλά ούτε δίνονται στοιχεία με το
επιχείρημα της εθνικής ασφάλειας της χώρας.
Ακόμη και το πλαίσιο αρμοδιοτήτων των ιδιωτικών εταιρειών παροχής υπηρεσιών ασφάλειας περιγράφεται με ασάφεια.
«Έλλειψη συνέχειας»
Ιδιωτικές εταιρίες εξασκούν και συμβουλεύουν τις αφγανικές δυνάμεις ασφαλείας
Εδώ και καιρό ο
Έρικ Πρινς, πάλαι ποτέ επικεφαλής της αμερικανικής εταιρείας Blackwater,
προσπαθεί να πείσει ότι η ανεπιθύμητη παρουσία των αμερικανικών
δυνάμεων στο Αφγανιστάν θα μπορούσε να αντικατασταθεί από μονάδες
έμμισθων ανδρών.
«Έτσι θα μπορούσε να τελειώσει ο πόλεμος και να επιστρέψουν οι κανονικοί στρατιώτες στα σπίτια τους» υποστηρίζει.
«Θα
εξοικονομούνταν χρήματα και θα περιορίζονταν ανθρώπινες απώλειες από τον
στρατό. Ως πρότυπο θα μπορούσε να είναι η πρώην εταιρεία East India,
της οποίας το προσωπικό της αποτελούσαν ντόπιοι στρατιώτες και
ξένοιυποστηρικτές, που θα έμεναν όμως για μεγάλο διάστημα στη χώρα.
Διότι το μεγαλύτερο πρόβλημα σήμερα είναι η έλλειψη συνέχειας. Θα
ενεργοποιούσαμε αμερικανούς βετεράνους, που γνωρίζουν την περιοχή. Θα
τους πληρώναμε για να παραμείνουν συνεχώς σε συγκεκριμένο τόπο για 90
ημέρες και μετά άλλες 30 στο σπίτι τους και πάλι πίσω. Έτσι
εξασφαλίζεται η συνέχεια».
Σύμφωνα με τα
σχέδια του Έρικ Πρινς θα αρκούσαν 6.000 ιδιώτες άνδρες ασφαλείας, μεταξύ
αυτών και 2.000 άνδρες ειδικών αποστολών. Όλοι αυτοί θα ήσαν
εντεταγμένοι στις αφγανικές μονάδες ασφαλείας υπό τις οδηγίες της
ανώτατης στρατιωτικής διοίκησης στην Καμπούλ.
στυξ.gr
«Το μεγαλύτερο
πρόβλημα των αφγανικών δυνάμεων είναι ο μεγάλος αριθμός λιποτακτών,
επειδή λόγω του μεγάλου προβλήματος διαφθοράς, οι στρατιώτες δεν
πληρώνονται και δεν εξοπλίζονται» σημειώνει ο Έρκ Πρινς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου