Τρίτη 17 Ιουλίου 2018

ΟΙ ΜΑΤΩΜΕΝΕΣ ΜΕΡΕΣ

Ρεπορτάζ από τα γεγονότα
       της 15ης Ιουλίου 1974
          και αμέσως μετά
 
 
 
Γράφει ο δημοσιογράφος Γιώργος Ζαχαριάδης
  
 
 Το πρωινό της Δευτέρας  15 Ιουλίου 1974 με βρήκε νωρίς το πρωί στο γραφείο της «Ροδιακής». 
 
 
  Τον καφέ μόλις είχε φέρει ο Γιώργος Χαβιαράς-ένας γραφικός καφετζής που διατηρούσε μικρό καφενείο στα σκαλοπάτια της εισόδου των γραφείων της Νέας Αγοράς- φωνάζοντας πάντα «ζήτω ο Καραμανλής» και «ζήτω ο βασιλεύς Κωνσταντίνος», ενώ το ραδιόφωνο, ένα παλιό «Τελεφούνγκεν»,  μετέδιδε τραγούδια από το ραδιοσταθμό της Λευκωσίας, όπου πάντα ήταν «καρφωμένη» η βελόνα ,περιμένοντας «τα καλά νέα» και κανένα τραγούδι του Μίκη, που ήταν τότε απαγορευμένο στην Ελλάδα.   
 
 
  Ξαφνικά, γύρω στις 8.40 ο ραδιοσταθμός σταμάτησε να μεταδίδει. Υπέθεσα ότι επρόκειτο για κάποια βλάβη και άφησα το ραδιόφωνο να…βρυχάται. Δεν πέρασαν παρά μόνο λίγα λεπτά ,όταν ο ραδιοσταθμός της Λευκωσίας άρχισε να μεταδίδει στρατιωτικά εμβατήρια !..      Και βέβαια δεν χρειάστηκε να καταλάβει κανείς ότι κάτι σοβαρό συνέβαινε στην Κύπρο. Μια γυναικεία φωνή διάβασε το πρώτο στρατιωτικό ανακοινωθέν  που έλεγε ότι «οι Ένοπλες Δυνάμεις ανέλαβαν την διακυβέρνηση της Κύπρου» και ότι «ο Μακάριος είναι ήδη νεκρός».
 
 
  Έπεσε παγωνιά. Μετά το σοκ , η πρώτη μου δουλειά ήταν να επικοινωνήσω με την εφημερίδα «Τα Νέα» στην Αθήνα. Μέσω του κέντρου του ΟΤΕ(διότι τότε δεν υπήρχαν απευθείας τηλεφωνικές επικοινωνίες) μίλησα με δύο εξαίρετους συναδέλφους που ήταν βάρδια εκείνη την ώρα στην εφημερίδα.: Τον αείμνηστο Δημήτρη Μαθιόπουλο και τον Μανώλη Μαθιουδάκη, που τους ενημέρωσα για τα όσα συνέβαιναν στην Κύπρο.
 
 
  Κανένας δεν γνώριζε σχετικά με το πραξικόπημα, διότι οι πραξικοπηματίες είχαν φροντίσει να κόψουν τις τηλεφωνικές επικοινωνίες από την Κύπρο με τον «έξω κόσμο». Η γραμμή ήταν ανοιχτή και γινόταν ενημέρωση των δύο δημοσιογράφων στα «Νέα» για τα ανακοινωθέντα που έβγαζε η χούντα στην Κύπρο. Και αυτοί με τη σειρά τους ενημέρωναν τα ξένα πρακτορεία στην Αθήνα για τα όσα συνέβαιναν στη Μεγαλόνησο. Μέχρι αργά το μεσημέρι ο ραδιοσταθμός της Αθήνας δεν είπε λέξη για το πραξικόπημα στην Κύπρο και όταν «Τα Νέα» ετοίμασαν για να κυκλοφορήσουν έκτακτο παράρτημα ,δεν το επέτρεψε η λογοκρισία !..
 
  Το τηλέφωνο  της «Ροδιακής» κυριολεκτικά είχε πάρει φωτιά. Η Σούζυ Λαπάζ από το Γαλλικό Πρακτορείο, ο Νίκος Τζάλας από το Ρώυτερ, ο Τζον Ρήγος από το Γιουνάιτεντ, ο Διόπουλος ο Ασσοσιέιτεντ , ο Τσατσαρώνης από το Γερμανικό Πρακτορείο ,τηλεφωνούσαν και ζητούσαν πληροφορίες για τις εξελίξεις στην Κύπρο. Αργά το μεσημέρι  ήρθε ειδοποίηση από την Στρατιωτική Διοίκηση. «Να παρουσιαστείτε αμέσως» ήταν η διαταγή. «Ωχ, πήρανε χαμπάρι !.»
 
  Φρόντισα να ειδοποιήσω τους συναδέλφους στα «Νέα» και τους ξένους δημοσιογράφους. για την «πρόσκληση» στη Στρατιωτική Διοίκηση. Μόλις ανέβηκα στα γραφεία της με περίμενε ένας ταγματάρχης, που μου το έπαιζε…φίλος (και …αντιστασιακός μετά τη πτώση της χούντας).
 
- Ξέρεις ο Μακάριος είναι νεκρός, μου είπε με θριαμβευτικό τρόπο.
  Δεν ήθελα να πιστέψω ότι ο Μακάριος δεν ζούσε.
- Μπορεί να είναι πολιτικώς νεκρός, απάντησα.
 
 
  Στη Στρατιωτική Διοίκηση απλά μου είπαν ότι από το βράδυ θα έχουμε και πάλι λογοκρισία και έπρεπε να πάρουμε εκεί την εφημερίδα για έλεγχο πριν κυκλοφορήσει. Έφυγα, μάλλον χαρούμενος, γιατί γλίτωσα μια πιθανή νέα σύλληψη…
Μόλις επέστρεψα στα γραφεία της εφημερίδας με περίμενε μια έκπληξη. Ήρθε ο ξάδελφος μου Νίκος Μοστράτος(που δούλευε ως ρεσεψιονίστ σε ξενοδοχείο) και μου είπε ότι έπιασε ένα ραδιοσταθμό που μετέδιδε από την Κύπρο ότι «ο Μακάριος ζει» και σύντομα θα μετέδιδε διάγγελμα. Ενημερώθηκαν αμέσως οι συνάδελφοι στα «Νέα» και οι ξένοι ανταποκριτές.
 
 
 
 
  Στο μεταξύ γύρω στις 2.30 το μεσημέρι, ο ραδιοσταθμός της Λευκωσίας είχε ανακοινώσει τον διορισμό του Νίκου Σαμψών ως «Προέδρου της Κύπρου».Μετά την εξέλιξη αυτή ,δεν είχαμε πλέον κανένα λόγο να παρακολουθούμε τον ελεγχόμενο ραδιοσταθμό της Λευκωσίας. Με τον συνάδελφο Σπύρο Παγκά ψάξαμε και βρήκαμε στο «Τελεφούνγκεν» τον ελεύθερο σταθμό της Πάφου. Ήμασταν σε αναμονή του διαγγέλματος του Μακαρίου. Ένα παλιό μαγνητόφωνο «Κρούντικ» κατέγραφε στις πομπίνες όσα μετέδιδε η Πάφος. Η γραμμή με την Αθήνα ήταν ανοιχτή. Και ξαφνικά ακούμε τη «γνώριμη φωνή», όπως είπε. «Είμαι ο Μακάριος και ζω…»
 
  Κολλημένο το ακουστικό του τηλεφώνου στο ραδιόφωνο και ο Μαθιόπουλος με τον Μαθιουδάκη άκουγαν το διάγγελμα και το  μετέδιδαν στους άλλους δημοσιογράφους που ήταν συγκεντρωμένοι στο γραφείο των αστυνομικών συντακτών των «Νέων» . 
 
Η συγκίνηση ήταν φανερή αλλά και ο ενθουσιασμός μεγάλος γιατί οι πραξικοπηματίες δεν μπόρεσαν να σκοτώσουν τον Μακάριο. Τα ξένα πρακτορεία ζητούσαν να τους στείλουμε το διάγγελμα. Δυστυχώς, η ηχογράφηση δεν ήταν καλή, γιατί είχαμε πολλά παράσιτα.
 
  Μαζί με τον Σπύρο Παγκά μείναμε όλη τη νύχτα στο γραφείο. Όσα μαθαίναμε τα μεταφέραμε στην Αθήνα. Αργά τη νύχτα μας είπαν ότι «επαφή» με τη Λευκωσία έπιασε και η Βηρυτός, απ΄όπου τα ξένα πρακτορεία έστελναν ειδήσεις κι΄από εκεί σε ολόκληρο τον κόσμο.. Το πρωινό μας βρήκε εκεί. Τα πράγματα άρχισαν να ξεκαθαρίζουν στην Κύπρο. Οι πραξικοπηματίες είχαν επικρατήσει. Όλοι ήμασταν απογοητευμένοι από την εξέλιξη.
  Πέντε μέρες αργότερα ολοκληρώθηκε η κυπριακή τραγωδία με την βάρβαρη στρατιωτική εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο!.
 
Τι ακολούθησε
 
  Οι επόμενες μέρες πέρασαν μέσα σ' ένα κλίμα έντονης ανησυχίας και σύγχυσης γιατί κανένας δεν μπορούσε να προβλέψει την εξέλιξη των πραγμάτων. Πάντως διάχυτη ήταν η εντύπωση ότι οι Τούρκοι δεν θα έμεναν με σταυρωμένα τα χέρια στην Κύπρο.
  Στη Ρόδο άρχισαν να φτάνουν πληροφορίες από τις απέναντι ακτές για ετοιμασίες των Τούρκων. Την Παρασκευή 19 Ιουλίου από στρατιωτική πηγή είχα την πληροφορία ότι το πρωί οι Τούρκοι θα έκαναν απόβαση στην Κύπρο. Εσπευσα να ενημερώσω την Αθήνα, αλλά η απάντηση που πήρα ήταν ότι «οι Αμερικανοί ανέλαβαν πρωτοβουλία και ο υφυπουργός Εξωτερικών Τζότζεφ Σίσκο θα πήγαινε από την Αγκυρα στην Αθήνα την επομένη για διαβουλεύσεις». Αλλά όταν έφτασε ο Σίσκο στην ελληνική πρωτεύουσα, οι Τούρκοι είχαν ήδη εισβάλει στην Κύπρο!..
 
  Η επιστράτευση
 
  Κι ενώ οι μάχες μαίνονταν στην Κύπρο, στην Ελλάδα διατάχθηκε γενική επιστράτευση. Καμιά οργάνωση, κανένας σχεδιασμός. Οι περισσότεροι επιστρατευμένοι δεν είχαν ούτε ένα ντουφέκι, ενώ ένας σημαντικός αριθμός εφέδρων δεν ήξεραν πού να πάνε. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση εκατοντάδων εφέδρων από τη Ρόδο, οι οποίοι διατάχθηκαν να επιβιβαστούν στο ημερόπλοιο «Ραντιόζα» και να ταξιδέψουν προς τον Πειραιά. Στο μικρό σκάφος κυριολεκτικά φορτώθηκαν πάνω από χίλιοι επιστρατευμένοι, κάτω από τραγικές συνθήκες το «Ραντιόζα» ακολούθησε δρομολόγιο ανοιχτά από τα τουρκικά παράλια και όταν έφτασε στον Πειραιά οι επιβαίνοντες προωθήθηκαν στον… Δομοκό για να υπηρετήσουν εκεί!
 
  Βέβαια, η κατάσταση στη Ρόδο από πλευράς οργάνωσης ήταν γελοία... Στο παραλιακό ξενοδοχείο Των Ρόδων (που δεν λειτουργούσε εκείνη την εποχή), στα παράθυρα που έβλεπαν προς τη θάλασσα είχαν τοποθετηθεί τσουβάλια με άμμο και στήθηκαν πολυβόλα για ν' αντιμετωπιστεί πιθανή τουρκική επίθεση στην πόλη της Ρόδου.
 
  Αλλά η κατάσταση δεν ήταν καλύτερη στα σημεία άμυνας του νησιού. Χωρίς οπλισμό οι περισσότεροι έφεδροι διέθεταν τυφέκια τύπου Enfield («στάσου Τούρκο να γεμίσω», όπως τα έλεγαν) από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο με ελάχιστα πυρομαχικά. 
 
 Προσωπικά (καίτοι προερχόμουν από την Αεροπορία) με κατέταξαν σε μια διμοιρία ολμιστών στην περιοχή Τρεις της Ρόδου. Είχαμε τέσσερις-πέντε όλμους, αλλά σχεδόν κανένας δεν ήξερε να τους χειριστεί, εκτός από έναν: τον Τζίμυ τον Κορεάτη, όπως τον λέγαμε, επειδή είχε υπηρετήσει στην Κορέα πριν από 25 χρόνια μαζί με το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα!
---
* (Από ρεπορτάζ που είχε δημοσιευθεί στην εφημερίδα «Τα Νέα» στις 15 Ιουλίου 2014)

Δεν υπάρχουν σχόλια: