
Στη μέγγενή του η εργασία
Για την επίτευξη αυτού του στόχου εξαπολύθηκε η ανελέητη επίθεση στους μισθούς και τα δικαιώματα των εργαζομένων στα χρόνια της κρίσης, όπως παραδέχεται η ίδια η κυβέρνηση στο κείμενό της: «Κατά τη διάρκεια των ετών ύφεσης, το κύριο μέσο για την τόνωση της ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης ήταν η εσωτερική υποτίμηση, με βάση τη συγκράτηση του κόστους εργασίας. Ως αποτέλεσμα, οι πραγματικοί ετήσιοι μισθοί μειώθηκαν κατά 18% και η μερική απασχόληση αυξήθηκε κατά 28%».
Με κριτήριο την εξυπηρέτηση του ίδιου αντεργατικού στόχου, της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου, με υλοποίηση της μνημονιακής νομοθεσίας που συσσώρευσαν οι κυβερνήσεις ΝΔ - ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, θα γίνονται και οι όποιες παρεμβάσεις στα Εργασιακά στη φάση της ανάκαμψης.
Κατώτατος μισθός: Με μνημονιακό νόμο και κριτήριο τα κέρδη των μονοπωλίων
Με δυο λόγια:
-- Ο κατώτατος μισθός θα ορίζεται με βάση το νόμο Βρούτση (ν. 4172/2013), με απόφαση του αστικού κράτους και με καθοριστικό κριτήριο την ανταγωνιστικότητα και την παραγωγικότητα, τη διασφάλιση δηλαδή της μέγιστης δυνατής κερδοφορίας στο μεγάλο κεφάλαιο, προϋπόθεση για την οποία είναι η ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων.
-- Η κυβέρνηση δεν δεσμεύεται για αύξηση του κατώτατου μισθού (αναφέρει γενικώς ότι... «φαίνεται επίκαιρη» η «προσεκτική εξέταση» του θέματος...), πόσο μάλλον για επαναφορά του στα 751 ευρώ.
-- Πουθενά δεν αναφέρει ότι θα καταργήσει το αίσχος του «υποκατώτατου» μισθού για τους νέους εργαζομένους. Υπενθυμίζουμε ότι μόλις πριν από λίγες μέρες, στην έκθεσή του που παρέδωσε με πανηγύρια στην κυβέρνηση, ο ΟΟΣΑ προτείνει επέκταση της εφαρμογής του «υποκατώτατου» μισθού, όχι μόνο για εργαζόμενους κάτω των 25 ετών αλλά συνολικά για εργαζόμενους οποιαδήποτε ηλικίας, που λόγω της εργασιακής περιπλάνησης αναζητούν δουλειά και σε κλάδους στους οποίους δεν έχουν καμιά προηγούμενη εμπειρία.
Σε κάθε περίπτωση, αποτελεί καθαρό εμπαιγμό να μιλά η κυβέρνηση για κάποιες αόριστες αυξήσεις στον κατώτατο μισθό, όταν έχει ήδη ψηφίσει τα επόμενα μέτρα που θα χτυπήσουν κι άλλο τα ήδη πετσοκομμένα εργατικά - λαϊκά εισοδήματα, με τη νέα μείωση του αφορολόγητου ορίου το 2020, την κατάργηση του μειωμένου ΦΠΑ στα νησιά κ.ο.κ.
«Συλλογικές διαπραγματεύσεις»... για τον «υγιή ανταγωνισμό»
Στην πραγματικότητα, βέβαια, η κυβέρνηση έχει φροντίσει ήδη να προωθήσει την επιβολή νέων μέτρων για τη μονιμοποίηση των αντεργατικών χτυπημάτων στις ΣΣΕ, όπως κάνει και στο πλαίσιο της 4ης «αξιολόγησης», με την προσθήκη της προϋπόθεσης της λεγόμενης «αντιπροσωπευτικότητας» για την επέκταση κλαδικών συμβάσεων και με καθιέρωση «μηχανισμού μέτρησης», που θα ελέγχει αν οι εργοδότες που υπογράφουν κλαδική ΣΣΕ απασχολούν το 51% των εργαζομένων στο σύνολο του κλάδου. Στην προηγούμενη «αξιολόγηση», άλλωστε, η κυβέρνηση επέβαλε πρόσθετα εμπόδια στην κήρυξη απεργιών από κλαδικά συνδικάτα, επιτιθέμενη στο βασικό όπλο των σωματείων στην πάλη τους για την υπογραφή ΣΣΕ... Στο τραπέζι άλλωστε, με αλλεπάλληλες εκθέσεις από όλους τους «εταίρους» της κυβέρνησης (ΟΟΣΑ, ΕΚΤ, Κομισιόν), βρίσκονται τα σενάρια για θεσμοθέτηση μόνιμων εξαιρέσεων επιχειρήσεων από τις κλαδικές ΣΣΕ, με κριτήριο τις «ιδιαίτερες ανάγκες» τους και τη διασφάλιση της «ευελιξίας» τους...
Το κυβερνητικό κείμενο κάνει ακόμα αναλυτική αναφορά στην «καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας», υπογραμμίζοντας εξαρχής ότι «η αδήλωτη εργασία συνδέεται με θέσεις εργασίας χαμηλότερης ποιότητας και με τη στρέβλωση του ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων, καθιστώντας την, τελικά, επιζήμια και για την ανάπτυξη». Και πάλι δηλαδή το κριτήριο δεν είναι οι ανάγκες των εργαζομένων - γι' αυτό και η κυβέρνηση απορρίπτει συστηματικά καίριες προτάσεις νόμου και τροπολογίες που καταθέτει το ΚΚΕ για την προστασία των εργαζομένων - αλλά η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου.
Τέλος, η κυβέρνηση μιλά για ενίσχυση των περιβόητων «ενεργών πολιτικών απασχόλησης», επιχειρώντας να παρουσιάσει ως βασικό εργαλείο αντιμετώπισης της ανεργίας τις πολιτικές που προσφέρουν ακόμα πιο φθηνά εργατικά χέρια στην εργοδοσία, ανακυκλώνουν την ανεργία, συμβάλλουν στην επέκταση της «ευελιξίας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου