Τρίτη 23 Μαΐου 2017

ΠΑΚΕΤΟ ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΧΡΕΟΣ

«Πακέτο» χρέος, αξιολόγηση και δόση για τις 15 Ιουνίου - Media
Στο επόμενο Γιούρογκρουπ παραπέμπουν οι οχιές της Ευρωενωσιακής φιδοφωλιάς το υποψήφιο θύμα τους. Τον Ελληνικό λαό.. 



 
Το σκληρό παζάρι (για το ποιος θα χάσει τα λιγότερα) μεταξύ ΔΝΤ και Βερολίνου για το ελληνικό χρέος αναμένεται ότι θα συνεχιστεί  και θα κορυφωθεί τις επόμενες τρεις εβδομάδες, καθώς η συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης δεν κατέληξε σε συνολική συμφωνία χθες, όπως ήταν αναμενόμενο, και το ζήτημα παραπέμπεται στο Eurogroup της 15ης Ιουνίου, χωρίς ενδιάμεσο έκτακτο Eurogroup. Πεπεισμένος ότι θα βρεθεί συμβιβασμός για το χρέος τις επόμενες τρεις εβδομάδες εμφανίστηκε ο Έλληνας ΥΠΟΙΚ Ευκλείδης Τσακαλώτος.

Δεν ήταν και τόσο αναμενόμενη η παράταση της… «αγωνίας» σχετικά με το κλείσιμο της αξιολόγησης. Παρά τις προειδοποιήσεις ευρωπαίων αξιωματούχων την περασμένη εβδομάδα, ότι για να αποφασιστεί η εκταμίευση της δόσης πρέπει να προηγηθεί η απόφαση του ΔΝΤ για συμμετοχή του στο πρόγραμμα, οι κυβερνητικές προσδοκίες έδειχναν σε τυπικό κλείσιμο της αξιολόγησης και δρομολόγηση της εκταμίευσης της δόσης κάτι που τελικά δε συνέβη χθες. «Είμαστε πολύ κοντά στο να κλείσουμε επίσημα τη δεύτερη αξιολόγηση με θετικό αποτέλεσμα» ήταν τα λόγια του Γερούν Ντάισελμπλουμ.

Στις δηλώσεις τους μετά την ολοκλήρωση της συνεδρίασης (λίγο μετά τα μεσάνυχτα) οι Ντάισελμπλουμ και Μοσκοβισί επέμειναν σε θετικές αναφορές περί τεράστιας προόδου που έχει σημειώσει η Ελλάδα στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και την εκπλήρωση των προαπαιτούμενων. «Οι ελληνικές αρχές έχουν αναλάβει πλήρως τις ευθύνες τους», είπε ο ευρωπαίος Επίτροπος. Ωστόσο κρίθηκε ότι η χώρα απέχει ένα βήμα από την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και την εκταμίευση της δόσης – παραπέμπονται μαζί με το χρέος στο επόμενο Eurogroup – καθώς, όπως είπε ο Επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί από τα 140 προαπαιτούμενα που υιοθετήθηκαν έχουν εκπληρωθεί τα 114.
Αναφορικά με τη δόση, ο Γερούν Ντάισελμπλουμ έστειλε το μήνυμα ότι χρειάζεται λίγη δουλειά ακόμη ως προς τα προαπαιτούμενα ώστε η δόση να εκταμιευθεί «πριν το καλοκαίρι». Από την πλευρά του ESM  ο Κλάους Ρέγκλινγκ επισήμανε ότι υπάρχει ακόμη λίγος χρόνος για το θέμα της δόσης, αλλά όχι πολύς γιατί έρχονται οι λήξεις ομολόγων τον Ιούλιο.
Στην πραγματικότητα, όπως προκύπτει και από τις προαναφερθείσες αναφορές ευρωπαίων αξιωματούχων, εμπόδιο δεν φαίνεται να είναι τα προαπαιτούμενα, καθώς το μεγαλύτερο κομμάτι των συζητήσεων και των διμερών διαβουλεύσεων χθες επικεντρώθηκε στο χρέος.

Οι δανειστές (ουσιαστικά το Βερολίνο) φαίνεται «να πακετάρουν» χρέος – αξιολόγηση - εκταμίευση, και δείχνουν πως σκοπεύουν να αξιοποιήσουν όλο το χρονικό περιθώριο που έχουν στη διάθεσή τους, στο παζάρι για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα του χρέους. Τα τελευταία, σύμφωνα με το Βερολίνο και βάσει των ευρωπαϊκών προβλέψεων για την ανάπτυξη δεν χρειάζονται περαιτέρω ενίσχυση των όσων συμφωνήθηκαν τον Μάιο του 2016 προκειμένου να καταστεί το χρέος βιώσιμο, ενώ το αντίθετο υποστηρίζει το ΔΝΤ, βάσει των δικών του εκτιμήσεων για την ανάπτυξη.
Ειδικότερα, τα δύο βασικά σενάρια που κατά πληροφορίες «συγκρούονται» στη συζήτηση και επί των οποίων αναζητείται συμβιβασμός έχουν ως εξής:

--Η Γερμανία προβλέπει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας μακροπρόθεσμα. Σε αυτό το δεδομένο συνυπολογίζει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να τηρεί τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας ως το 2060 που σημαίνει ότι θα είναι υποχρεωμένη να μειώνει το χρέος της και να διατηρεί σχετικά υψηλά πλεονάσματα (από 2 μέχρι 2,6% του ΑΕΠ κατά το σενάριο του γερμανικού ΥΠΟΙΚ). Με βάση αυτό το σενάριο τα μεσοπρόθεσμα μέτρα που συμφωνήθηκαν τον Μάιο του 2016 είναι αρκετά για να καταστεί το χρέος βιώσιμο.

--Το ΔΝΤ εκτιμά ότι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας μακροπρόθεσμα δε θα ξεπερνά το 1%, οπότε και το πρωτογενές πλεόνασμα από το 2023 και μετά θα πρέπει να πέσει στο 1,5% και ως εκ τούτου θα χρειαστούν περισσότερα μεσοπρόθεσμα μέτρα ώστε το χρέος να καταστεί βιώσιμο.
Πάντως για τα πρωτογενή πλεονάσματα αποφασίστηκε ότι αυτά θα διατηρηθούν σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα τεσσάρων χρόνων μετά τη λήξη του προγράμματος (ως το 2022, δηλαδή συνολικά για πέντε έτη, μαζί με το τελευταίο έτος του μνημονίου το 2018) στο ύψος του 3,5%.

Δεν υπάρχουν σχόλια: