Απογοήτευση
από την πιο βρώμικη
προεκλογική εκστρατεία
Όπως
κάθε τέσσερα χρόνια, η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί με ιδιαίτερο
ενδιαφέρον, ποιος θα αναδειχθεί ο νέος ένοικος στο Λευκό Οίκο. Θα
γνωρίζουμε σε λιγότερες από 24 ώρες την δραματική ολοκλήρωση της πιο
αρνητικής προεκλογικής εκστρατείας στην πρόσφατη πολιτική ιστορία των
ΗΠΑ.
΄ Πολλοί είναι
εκείνοι οι τηλεθεατές που περιμένουν την διαδικασία μετά το κλείσιμο της
τελευταίας κάλπης στις ΗΠΑ για να παρακολουθήσουν έναν αγώνα, όπως
παρακολουθούν έναν τελικό στο Παγκόσμιο Κύπελλο.
Ολόκληρη η
προεκλογική εκστρατεία ανέσυρε πληθώρα βρωμιάς και από τις δύο πλευρές
προκαλώντας αυξανόμενη ανησυχία τόσο από πολιτικούς παρατηρητές όσο και
από τα Μέσα ότι έχει προκαλέσει ανεπανόρθωτο κακό στην αξιοπιστία των
ΗΠΑ, τόσο στο εσωτερικό αλλά και το διεθνές επίπεδο.
Η διεθνής
διάσταση αντικατοπτρίζεται στο εξώφυλλο του γερμανικού περιοδικού Der
Spiegel, όπου εμφανίζονταν οι δύο υποψήφιοι για την αμερικανική προεδρία
καλυμμένη με λάσπη.
Τόσο οι New York Times όσο και η Washington Post , την
Κυριακή, σε πρωτοσέλιδά τους περιγράφουν τις δυσμενείς επιπτώσεις που
προκάλεσε σε διεθνές επίπεδο, η προεκλογική εκστρατεία στις ΗΠΑ.
Η ατμόσφαιρα αυτή
στο εσωτερικό πιστεύεται πως θα έχει επίπτωση στους ψηφοφόρους που θα
προτιμήσουν να μην πάνε στις κάλπες. Σ΄αυτούς άλλωστε απευθύνθηκαν και
οι δύο υποψήφιοι στις τελευταίες προεκλογικές ομιλίες τους προσπαθώντας
να τους πείσουν όχι μόνο να τους προτιμήσουν , αλλά να πάνε να ψηφίσουν.
Στις προεδρικές
εκλογές του 2012, πήγαν στις κάλπες 129,1 εκατομμύριο ψηφοφόροι –δηλαδή
το 53,6% του ενεργού πληθυσμού (που υπολογίζεται στα 241 εκατομμύρια).
Μια ημέρα πριν ανοίξουν οι κάλπες - αν και περισσότεροι από 40 εκατομμύρια Αμερικάνοι έχουν ήδη ψηφίσει –ακόμη και ο πρόεδρος Ομπάμα μέσω της διαδικασίας της «ψηφοφορίας νωρίτερα» (early voting) - η διάφορα παραμένει οριακή. Κυμαίνεται από μια έως πέντε ποσοστιαίες μονάδες, υπέρ της υποψήφιας του Δημοκρατικού Κόμματος, Χίλαρι Κλίντον.
Ωστόσο, η
ανακίνηση της υπόθεσης με τα email της κατά τη διάρκεια της θητείας της
ως υπουργού Εξωτερικών, έχει συρρικνώσει τη διαφορά. Η βεβαιότητα της
νίκης έχει μετατραπεί σε άγχος για μια απρόσμενη ανατροπή.
Πάντως, χθες υπήρξαν καλά νέα για την Χίλαρι Κλίντον. Ο διευθυντής του FBI, Τζέιμς Κόμεϊ,
πληροφόρησε το Κογκρέσο ότι η πρόσφατη έρευνα για τα νέα emails της
πρώην υπουργού Εξωτερικών δεν μετέβαλε το συμπέρασμα στο οποίο είχε
καταλήξει η υπηρεσία τον περασμένο Ιούλιο, ότι δεν τίθεται δηλαδή θέμα
δίωξής της.
Πολύ φασαρία για
το τίποτε; Δεν είναι το μόνο παράδοξο σε μια πολύπλοκη προεκλογική αλλά
και εκλογική διαδικασία που συμβαίνει κάθε τέσσερα χρόνια προκειμένου να
αναδειχθεί ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ που θεωρείται και ο ισχυρότερος
άνθρωπος στον κόσμο.
Η εκλογική
αναμέτρηση διεξάγεται στη σκιά των σεξιστικών σχολίων και της διχαστικής
ρητορικής του Τραμπ εναντίον πολλών κοινωνικών ομάδων, από τη μία, και
των θολών διασυνδέσεων και της ιδιότυπης διαπλοκής που περιλαμβάνει τη
χρηματοδότηση του ιδρύματος Κλίντον από ξένους ηγέτες και πολυποίκιλα
συμφέροντα από την άλλη.
Έτσι, το τοπίο
είναι ρευστό. Τα τηλεοπτικά δίκτυα που μέχρι πριν λίγες ημέρες έδιναν
σαφές προβάδισμα στην Κλίντον σε όλες σχεδόν τις καθοριστικές πολιτείες,
τα τελευταία εικοσιτετράωρα άλλαξαν τις προβλέψεις τους και θεωρούν και
πάλι το αποτέλεσμα «αμφίρροπο».
Πολύπλοκη διαδικασία εκλογής
Νικητής στις
προεδρικές εκλογές αναδεικνύεται μέσω ενός πλειοψηφικού συστήματος,
όποιος (όποια) συγκεντρώσει περισσότερους εκλέκτορες.
Είναι δύσκολο από
τώρα να προβλέψουμε τι ώρα ακριβώς θα έχει καθορισθεί η εκλογή. Το πιο
συνηθισμένο είναι να μαθαίνουμε ποιος (ποια) θα είναι νέος ένοικος στο
Λευκό Οίκο γύρω στις 3-5 τα ξημερώματα.
Αυτό όμως θα
εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες και κυρίως δεν θα υπάρχει εμπλοκή όπως
στην περίπτωση της αναμέτρησης Τζορτζ W. Μπους και Αλ Γκορ, οπότε
χρειάσθηκε να καταμετρηθεί και η επιστολική ψήφος και να αποφανθεί το
Ανώτατο Δικαστήριο.
Ο πρόεδρος των
ΗΠΑ, δεν εκλέγεται απλώς από την λαϊκή ψήφο. Τα πράγματα είναι λίγο
μπερδεμένα. Τον πρόεδρο εκλέγει το «Κολλέγιο των Αντιπροσώπων» που
αναδεικνύεται από την κάθε μία πολιτεία που εκλέγει δικός της αριθμό
αντιπροσώπων.
Ο νέος πρόεδρος για να αναδειχθεί απαιτείται ο «μαγικός αριθμός» των 270 αντιπροσώπων.
Θυμίζουμε τότε πως ο Γκορ είχε πάρει την πλειοψηφία των ψήφων και ο Μπους των αντιπροσώπων, στις προεδρικέ εκλογές του 2000.
Οι πολιτείες «κλειδιά» είναι πρωτίστως η Φλόριντα με 29 εκλέκτορες, και η Βόρεια Καρολίνα με 15.
Αν δεν τις κερδίσει
ο Τραμπ, δύσκολα φθάνει στον «μαγικό» αριθμό των 270 εκλεκτόρων που του
εξασφαλίζει την προεδρία. Σημαντικές, και επίσης αμφίρροπες, είναι το
Οχάιο, η Γιούτα, το Νιου Χάμσιρ, και η Πενσυλβένια.
Για την Πολιτεία
του Οχάιο λέγεται μάλιστα ότι όποιος την κερδίσει αναδεικνύεται
πρόεδρος. Το Οχάιο, είχε δώσει την εκλογική νίκη στον Τζον Κένεντι το
1960.
Σε ένα κλίμα
πρωτόγνωρης απαξίωσης, η πλειοψηφία των πολιτών νιώθουν εγκλωβισμένοι.
Ούτε η Χίλαρι Κλίντον ούτε ο Ντόναλντ Τραμπ ενθουσιάζουν τους
ψηφοφόρους, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων θα επιθυμούσε να είχε
διαφορετικές επιλογές.
Πότε θα αναλάβει καθήκοντα ο νέος πρόεδρος ;
Η «20ή
Τροπολογία» του αμερικανικού Συντάγματος προβλέπει πως η θητεία του
προέδρου και του αντιπροέδρου λήγει το μεσημέρι της 20ής Ιανουαρίου.
Η ημερομηνία κείνη
αναφέρεται ως της «Αναγόρευσης του νέου προέδρου», οπότε ο εκλεγείς πριν
έναν και πλέον μήνα θα βάλει το χέρι στη Βίβλο και θα ορκιστεί.
Από την 20ή Ιανουαρίου 2017 η διακυβέρνηση περνά στο νέο πρόεδρο των ΗΠΑ.
Νέο Κογκρέσο
Εφέτος, στις
εκλογές αποφασίζονται και οι 435 θέσεις (όλες) του Κογκρέσου. Ενώ την
ίδια ώρα θα γίνουν εκλογές για μόνο τις 34 από τις 100 έδρες της
Γερουσίας.
Την Γερουσία αυτή
τη στιγμή ελέγχουν οι Ρεπουμπλικάνοι κι οι Δημοκρατικοί απαιτείται να
εκλέξουν 4 ή 5 περισσότερες έδρες για να αποκτήσουν την πλειοψηφία. Όλα
φυσικά θα εξαρτηθούν από το σύνολο των ψήφων που θα λάβουν οι δύο
υποψήφιοι.
Ο νέος πρόεδρος για να λειτουργήσει θα πρέπει να έχει ένα φιλικό Κογκρέσο.
Η αυριανή ημέρα
όμως, έχει και μία ακόμη σημαντική σημασία. Επειδή ο νέος πρόεδρος θα
αποφασίσει για την πλήρωση της μίας κενής θέσης στο Ανώτατο Δικαστήριο.
Ενώ στη διάρκεια της νέας προεδρικής θητείας ίσως απαιτηθεί να πληρωθούν
άλλες δύο θέσεις. Και όπως καταλαβαίνετε, την επικύρωση της θέσης στο
Ανώτατο Δικαστήριο θα πρέπει να εγκρίνει η Γερουσία.
Οι δημοσκοπήσεις και τα ΜΜΕ προτιμούσαν Κλίντον
Η υποψήφια των Δημοκρατικών για την προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών, η Χίλαρι Κλίντον,
απολαμβάνει σημαντικής υποστήριξης σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες,
σύμφωνα με δημοσκόπηση που διενεργήθηκε αποκλειστικά για το ρωσικό
πρακτορείο ειδήσεων Sputnik.
Άλλη δημοσκόπηση που διενεργήθηκε από το γαλλικό ινστιτούτο δημοσκοπήσεων Ifop,
το 56% των Γάλλων, το 55% των Ισπανών, το 53% των Ιταλών, το 50% των
Γερμανών, το 47% των Πολωνών και το 36% των Βρετανών θα προτιμούσαν η
Χίλαρι Κλίντον να είναι η επόμενη πρόεδρος των ΗΠΑ.
Αυτοί οι αριθμοί
ωστόσο μπορεί να είναι αποτέλεσμα της υποστήριξης που παρέχουν τα ΜΜΕ
στην Κλίντον, σύμφωνα με ειδικούς και το Sputnik.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Rasmussen Reports
που δημοσιοποιήθηκε στις 18 Οκτωβρίου, το 56% των ψηφοφόρων που είναι
πιθανόν να ψηφίσουν στις αμερικανικές εκλογές συμφωνούν πως τα
κατεστημένα ΜΜΕ προσπαθούν να επηρεάσουν την κοινή γνώμη υπέρ της
Κλίντον.
Η δημοσκόπηση του Suffolk University/USA Today που δημοσιεύθηκε στις 26 Οκτωβρίου έδειξε πως το 82% των υποστηρικτών του Ντόναλντ Τραμπ και το 74% εκείνων της Κλίντον είναι βέβαιοι πως τα μεγάλα ΜΜΕ ευνοούν την Κλίντον.
Η δημοσκόπηση για το AFP/Gfk
που δημοσιοποιήθηκε στις 27 Οκτωβρίου δείχνει παρόμοια αποτελέσματα, με
το 51% των πιθανών ψηφοφόρων της Κλίντον να πιστεύουν πως τα ΜΜΕ είναι
προκατειλημμένα υπέρ της.
Ορισμένοι ειδικοί
συμφωνούν πως τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων επηρεάζονται από την
εκστρατεία των ΜΜΕ υπέρ ή εναντίον ενός υποψηφίου.
“Η Κλίντον είναι η υποψήφια του κατεστημένου και τα δυτικά μέσα υποστηρίζουν το κατεστημένο”, δήλωσε ο Ξαβιέ Μορό, αρχισυντάκτης της γεωπολιτικής ιστοσελίδας Stratpol, στο Sputnik.
Τα γαλλικά ΜΜΕ
επικεντρώθηκαν στα λάθη του Τραμπ, κάτι που είχε ως αναπόφευκτο
αποτέλεσμα οι αναγνώστες να σχηματίσουν μια αρνητική γνώμη για τον
μεγιστάνα των ακινήτων, δήλωσε ο Φρανσουά-Μπερνάρ Ουίγκ, ειδικός στην επικοινωνία των γαλλικών ΜΜΕ.
“Πρόκειται μάλλον για αντι-τραμπισμό παρά για προστασία της Χίλαρι, λαμβανομένου υπόψη ότι τα γαλλικά ΜΜΕ μιλούν πάντα για τις γκάφες του Τραμπ, τον σεξισμό του Τραμπ, τη χυδαιότητα του Τραμπ, την επιθετικότητα του Τραμπ.
Βλέποντας τον Τραμπ από τη σκοπιά των ΜΜΕ, οι Γάλλοι ανέπτυξαν μια
ισχυρή αντιπάθεια γι΄αυτόν∙ το αν αυτό δικαιολογείται ή όχι είναι άλλο
θέμα”, σχολίασε ο Ουίγκ για τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου