Στις καλένδες τα σχισίματα των μνημονίων ο έλεγχος του χρέους και η διαγραφή του
Πίσω
από τις πρώτες τοποθετήσεις της κυβέρνησης Τσίπρα και των τοκογλύφων,
που δείχνουν ότι οι δύο πλευρές παραμένουν μετεκλογικά στην ίδια
απόσταση που βρίσκονταν και προεκλογικά, αρχίζει να φαίνεται η...
συνταγή του συμβιβασμού, με εκατέρωθεν σημαντικές υποχωρήσεις.
Το μήνυμα από την πλευρά των Ευρωπαίων,
αυτές τις πρώτες ημέρες μετά τις εκλογές, είναι σαφές: πολλά μπορούν να
συζητηθούν με την Ελλάδα, αρκεί να μην επιμείνει η Αθήνα στην απαίτηση
για «κούρεμα» του χρέους.
Και για να γίνει σαφής η διάθεση για
διαπραγμάτευση με ανοικτή ατζέντα, το Eurogroup στέλνει για πρώτη φορά
σε μια πρωτεύουσα χώρας της ευρωζώνης τον πρόεδρό του, Γερούν
Ντέισελμπλουμ, αποδεχόμενη εμμέσως πλην σαφώς την απαίτηση Τσίπρα να μη
συνεχίσει διάλογο με την τρόικα.
Παράλληλα, στην Αθήνα φθάνει και ο
πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου, ο Γερμανός Μάρτιν Σουλτς, ως άτυπος
απεσταλμένος της καγκελαρίου Μέρκελ, για να ανιχνεύσει τις προθέσεις
Τσίπρα.
Ο υπουργός Οικονομικών της Μάλτας,
Έντουαρντ Σικλιούνα, έστειλε ένα άλλο κατευναστικό μήνυμα, μετά τη
συνεδρίαση του Eurogroup, επιβεβαιώνοντας ότι η τρόικα είναι έτοιμη να
χαλαρώσει τις απαιτήσεις της για μέτρα λιτότητας από την ελληνική
κυβέρνηση.
Στην ίδια γραμμή, η Κριστίν Λαγκάρντ,
γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, τονίζει ότι η
Ελλάδα δεν χρειάζεται να πάρει άλλα μέτρα λιτότητας, αλλά μόνο να
προχωρήσει σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, όπως η αναμόρφωση του
φοροεισπρακτικού μηχανισμού και ο περιορισμός των καθυστερήσεων στην
απονομή της δικαιοσύνης.
Στον αντίποδα, τα διαπραγματευτικά όρια
της κυβέρνησης Τσίπρα έχει οριοθετήσει με αρκετή σαφήνεια ο νέος
υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Βαρουφάκης, μιλώντας στο BBC λίγο πριν
αναλάβει τα καθήκοντά του. Όπως άφησε σαφώς να εννοηθεί, το αίτημα για
διαγραφή χρέους είναι ένα διαπραγματευτικό χαρτί, το οποίο δημιούργησε ο
ΣΥΡΙΖΑ για να το ανταλλάξει στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης,
προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία.
Με άλλα λόγια, η νέα κυβέρνηση θα ήταν
έτοιμη, υπό προϋποθέσεις, να εγκαταλείψει την απαίτηση για διαγραφή
χρέους, αν η άλλη πλευρά συμφωνούσε να σταματήσει το... μαρτύριο της
λιτότητας, του δημοσιονομικού εικονικού πνιγμού (“fiscalwaterboarding”),
όπως έχει χαρακτηρίσει το ελληνικό πρόγραμμα ο κ. Βαρουφάκης,
παραλληλίζοντάς το με το γνωστό, απάνθρωπο βασανιστήριο, που
χρησιμοποίησε κατά κόρον η CIA.
Η συνταγή συμβιβασμού, λοιπόν, όπως τη
βλέπει η ελληνική πλευρά έχει ως εξής: το πρώτο που θα πρέπει να
συμφωνηθεί είναι η χαλάρωση της λιτότητας, μέσω της μείωσης των
υπερβολικών στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα από το 2015 και μετά. Το
συνολικό πρωτογενές πλεόνασμα της τετραετίας 2015-2018 έχει
προσδιορισθεί σε 33 δισ. ευρώ στο μνημόνιο και αν εξαλειφθεί ή μειωθεί
σε σημαντικό βαθμό θα ανοίξουν μεγάλα περιθώρια για την άσκηση της
πολιτικής που έχει εξαγγείλει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Μειώνοντας τους στόχους για τα
πλεονάσματα, αναπόφευκτα αλλάζει το (μη ρεαλιστικό) πλάνο βιωσιμότητας
του χρέους, που έχει προσδιοριστεί με το μνημόνιο, καθώς η μείωσή του
κάτω από το 110% του ΑΕΠ θα πρέπει να μετατεθεί προς το τέλος της
επόμενης δεκαετίας και όχι στις αρχές της.
Αναπόφευκτα, λοιπόν, τίθεται θέμα
αναδιάρθρωσης του χρέους. Απαιτείται ένα «κούρεμα», το οποίο θα ξεσήκωνε
θύελλα αντιδράσεων στις χώρες του Βορρά της ευρωζώνης; «Όχι», απαντάει ο
κ. Βαρουφάκης. Υπάρχει και ο δρόμος της αλλαγής του πλάνου αποπληρωμής
(επιμήκυνση, αυξημένη περίοδος χάριτος), αλλά και της σύνδεσης των
πληρωμών για το χρέος με την εξέλιξη του ελληνικού ΑΕΠ (οι πληρωμές θα
αυξάνονται ανάλογα με την επιτάχυνση του ρυθμού ανάπτυξης).
«Κόψτε στο μισό το χρέος»!
Είναι αυτές οι απόψεις ακραίες; «Όχι»,
είναι η σύντομη απάντηση. Τις υιοθετεί, σε άρθρο του στους
“FinancialTimes” ο Ρέτσα Μόγκανταμ, πρώην τομεάρχης Ευρώπης του Διεθνούς
Νομισματικού Ταμείου και προϊστάμενος του Πόουλ Τόμσεν την περίοδο
2010-2014, όταν εφαρμόσθηκε το μνημόνιο.
Ο Μόγκανταμ προτείνει μάλιστα ακόμη πιο
δραστικά μέτρα από μια απλή αναδιάρθρωση: προτείνει να κοπεί στο μισό το
ελληνικό χρέος, εφόσον η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεσμευθεί να προχωρήσει
σε τολμηρές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Ο ίδιος αναγνωρίζει ότι το
ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο, αφού βασίζεται στην υπόθεση ότι η χώρα
θα παρουσιάζει από το 2016 και μετά πρωτογενή πλεονάσματα ίσα με το
4,5% του ΑΕΠ.
Αυτός ο στόχος, γράφει το πρώην στέλεχος
του ΔΝΤ, «θα απειλούσε την κοινωνική συνοχή και θα διέλυε κάθε
προοπτική οικονομικής ανάκαμψης. Από πολιτική άποψη, είναι αδύνατο να
επιτευχθεί. Στο μεταξύ, το μεγάλο βάρος του χρέους εμποδίζει τις
επενδύσεις και υπονομεύει την εμπιστοσύνη στην οικονομία».
Ο κ. Μόγκανταμ αναγνωρίζει ότι η τρόικα
βασίσθηκε σε υπερβολικά αισιόδοξες εκτιμήσεις για την οικονομία και τα
δημοσιονομικά, για να κρίνει ότι το χρέος είναι βιώσιμο και αναλαμβάνει
τις ευθύνες που του αναλογούν για αυτό το σφάλμα, επειδή ως στέλεχος του
ΔΝΤ συμμετείχε σχεδόν για πέντε χρόνια στην τρόικα.
Η πρόταση του Μόγκανταμ προς τις
ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είναι να δεχθούν τη διαγραφή του μισού ελληνικού
χρέους, ώστε να μειωθούν στο μισό και οι στόχοι για τα πλεονάσματα και
να απελευθερωθούν πόροι, που η νέα κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα κατευθύνει
στην κοινωνική πολιτική.
Τονίζει, όμως, ότι για να γίνει αυτό θα
πρέπει και η νέα κυβέρνηση της Ελλάδας να αναλάβει τη δέσμευση για
τολμηρές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Όπως εκτιμά, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖ
Α «μπορεί να είναι πιο πρόθυμη από τις προηγούμενες κυβερνήσεις να
προωθήσει μεταρρυθμίσεις», επειδή βρίσκεται έξω από την κυβερνώσα ελίτ
της Ελλάδας.
«Η Ευρώπη πρέπει να ξεπεράσει το ταμπού
της στο θέμα της ελάφρυνσης χρέους και ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να ξεπεράσει το
ταμπού του στις μεταρρυθμίσεις», τονίζεται στο άρθρο.
με πληροφοριες απο το: Money times
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου