Το ένα σκάνδαλο σκεπάζει το άλλο στην αιθαλομίχλη της Αθήνας
Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου
Πώς κυβερνάται η επισήμως υπό καθεστώς αυστηρού Ευρω-χρεοστασίου χώρα μας, με τις διαδοχικές πτωχεύσεις, οι οποίες εμφανίζονται ως σωτηρία, αν και κανείς δεν αναφέρεται σε αυτές με όρους χρεοκοπίας; Δια των σκανδάλων, είναι η απάντηση. Αυτή είναι η καλύτερη μέθοδος διασκέδασης των πραγματικών οικονομικών σχέσεων στην Ελλάδα και των κοινωνικών συνεπειών τους, που πλέον συσκοτίζονται κι αυτές στην «αιθαλομίχλη» της Αθήνας. Το ένα σκάνδαλο έρχεται για να σκεπάσει ένα άλλο (το προηγούμενο) και συνήθως ένα ελάσσων λαμβάνει διαστάσεις μείζονος για να καλύψει ένα πράγματι μείζον.
Το εμφανιζόμενο ως «σκάνδαλο Παπακωνσταντίνου» με την «αλλοίωση της λίστας Λαγκάρντ», έρχεται να καλύψει και να διασκεδάσει το σκάνδαλο της διαπιστωμένης ανοχής, αν όχι σύμπραξης οργάνων του κράτους, υπό την προστασία του πολιτικού συστήματος (κυρίως ΝΔ και ΠΑΣΟΚ), στην τεράστιας κλίμακας φοροδιαφυγή και στην εξαγωγή τεράστιας ποσότητας κεφαλαίων που αποδεσμεύονται με ληστρικό τρόπο από την οικονομία της χώρας που τα παράγει, για να αποθησαυριστούν ασφαλώς κάπου στο εξωτερικό. Η πρακτική αυτή, που δείχνει την πολιτική φύση της αστικής τάξης της χώρας μας, όχι μόνο δεν δέχθηκε ανάσχεση την τελευταία τετραετία της πιστωτικής κρίσης, αλλά ενισχύθηκε ποικιλοτρόπως, παρά την δυνατότητα που παρείχε το θεσμικό οπλοστάσιο της ΕΕ παράλληλα με το εθνικό δίκαιο, να περιοριστεί το κακό.
Οι 2000 οικογένειες που ελέγχουν και καρπούνται το 80% του παραγόμενου πλούτου της χώρας διαμορφώνοντας την χειρότερη σχέση ανισοκατανομής εισοδημάτων στην Ευρωζώνη [τον υψηλότερο δείκτη Gini (: όσο μεγαλύτερη η τιμή του συντελεστή τόσο μεγαλύτερη και η ανισοκατανομή εισοδήματος)], αποτελούν διαχρονικά τον ορισμό και τους βασικούς παράγοντες της ελληνικής κλεπτοκρατίας, που στηρίζει ένα κράτος παρασιτικού χαρακτήρα στο Δυτικό Σύστημα ηγεμονίας, ενώ αναπαράγονται μέσω μεγαλύτερων ή μικρότερων πολιτικοοικονομικών κρίσεων, μετά τον πόλεμο, με μηχανισμό είτε την εθνική οικονομία (κρατικοποιήσεις που διαδέχονται ιδιωτικοποιήσεις και πάλι κρατικοποίησεις τις οποίες θα ακολουθήσουν νέες ιδιωτικοποιήσεις, εντός ενός συστήματος ισχυρής παραοικονομίας, αδιαφάνειας, μαφιόζικου χρηματισμού και σκανδαλιστικών προνομιών γα μια ολιγαρχία), είτε με την πολιτική με πολιτικαντισμό και πελατειακή διάρθρωση του εκλογικού σώματος, κοινοβουλευτικά πραξικοπήματα, αντιδημοκρατικούς εκλογικούς νόμους και πρακτικές, στρατιωτικές χούντες και διαπλοκή για την νομιμοποίηση της ανομίας και της αλήτικης συμπεριφοράς στην αγορά και στην κοινωνία. Το σύνθημα των κλεπτοκρατών που κυβερνούν διαχρονικά την χώρα, ενώ σήμερα ανενδοίαστα ισχυρίζονται ότι την σώζουν από τα αποτελέσματα της δικής τους πολιτείας και πρακτικής, ήταν και είναι: «ό, τι μπορεί κανείς κάνει, αρκεί να υπάρχει επίφαση νομιμότητας, αλλά και αυτή να απουσιάζει δεν πειράζει, αρκεί ο σκοπός που πάντα εμφανίζεται ως ιερός (σωτηρία της πατρίδος, του κόμματος, της θέσης στην αλυσίδα της διαφθοράς) να αγιάζει τα εμφανώς ανήθικα και αντίθετα στο Κράτος Δικαίου μέσα, δια της κυρίαρχης και καθολικής προπαγάνδας».
Αυτό το ιδεολόγημα των κλεπτοκρατών, αποτέλεσε και αποτελεί τον ιδεολογικό και κοσμοαντιληπτικό κανόνα του σύγχρονου Έλληνα. Έτσι εξηγείται η αδράνεια του λαού ενώπιον της δραματικής φτωχοποίησής του και το ότι σήμερα συγκυβερνούν ετούτοι που λογικά θα έπρεπε να έχουν ήδη εξαφανιστεί μετά την παταγώδη αποτυχία του δικομματισμού που οδήγησε στην μετατροπή της Ελλάδας σε Ευρω-προτεκτοράτο υπό υπερεθνική επιτροπεία. Έτσι εξηγείται η ανοχή στην διαπλοκή και η αδυναμία του κινήματος των εργαζομένων και των ανέργων να προτάξει ανατρεπτική, δημοκρατική, συλλογική δράση με την μορφή ενός Δημοκρατικού Μετώπου, για απαλλαγή από την πάντα «θριαμβεύουσα» κλεπτοκρατία μέσα στα κοινωνικά ερείπια, παρά την διεθνή ήττα της και τον διασυρμό της! Έτσι εξηγείται πως το μέγα σκάνδαλο της πτώχευσης της χώρας και της μετατροπής της σε υποτελή πολιτεία, επιχειρείται - σε μεγάλο βαθμό επιτυχώς - να διασκεδαστεί από επιμέρους προσωποποιημένα «σκανδαλάκια» και μέσω της παραμορφωτικής αποκλειστικής εστίασης στο πρόβλημα «δημοσιοϋπαλληλία». Σαν αυτό το πρόβλημα να μην είναι παράγωγο της καθεστωτικής δομής των κλεπτοκρατών και των αλητήριων και ανερμάτιστων συνεργατών τους, στο επίπεδο του πολιτικού προσωπικού κυρίως του δικομματισμού και της γύρω από αυτόν περιοχής! Σαν η δομή του υδροκέφαλου, αντιπαραγωγικού και τρομερά υποκριτικού, με δημοκρατικούς όρους, ελληνικού κράτους να μην αποτελεί βασική συνθήκη νομιμοποίησης και αναπαραγωγής της κλεπτοκρατίας! Με υποκριτικές επιθέσεις στις συντεχνίες, που η ίδια έστησε ως μηχανισμό αναπαραγωγής της και με αναθεματισμούς εναντίον των δημοσίων υπαλλήλων, που πρωταρχικά η ίδια μετέτρεψε, είτε σε συντελεστές της κομματοκρατίας, είτε σε συνεργούς της στην ελαστικοποίηση της νομιμότητας, η κυρίαρχη κλεπτοκρατία πιστεύει πως θα ξεπεράσει αλώβητη την παρούσα κρίση ηγεμονίας της και με την βοήθεια των ξένων πατρώνων της χώρας θα αναγεννηθεί μέσω μιας νέας μεταπολίτευσης που ξεκίνησε ήδη να δομείται πολιτικά και ηθικά ως διαρκές πραξικόπημα. Η δημοκρατία στην Ελλάδα έχει καταλυθεί ύπουλα και χυδαία με πρόφαση την «εξαιρετική κατάσταση» και την συγκυριακή εξαίρεση της χώρας μας από τις γενικές αρχές νομιμότητας της ΕΕ και της ευρωζώνης.
Στο πλαίσιο αυτό συντάχθηκε η άθλια αναθεωρημένη Δανειακή Σύμβαση και το τελευταίο Μνημόνιο και στο πλαίσιο αυτό έγιναν οι αναδιαρθρώσεις του δημόσιου χρέους. Και όλα αυτά στο πνεύμα προσβολής της νομιμότητας, που από μόνο του συνιστά εθνικό και ευρωπαϊκό σκάνδαλο τεράστιου μεγέθους, με συνέπειες που δεν θα αργήσουμε να διαπιστώσουμε τόσο σε εσωτερικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Επιτέλους ας σταματήσει η προπαγάνδα των κλεπτοκρατών να παραπληροφορεί τον λαό: Καμία άλλη υπό πιστωτική κρίση χώρα της ευρωζώνης δεν έχει προβεί σε συντεταγμένη χρεοκοπία μετά από συνεργασία της τρόικας με το διεθνές χρηματοπιστωτικό λόμπι και καμία δεν έχει υπογράψει τον πλήρη κυριαρχικό της ευνουχισμό. Μόνον στην Ελλάδα έχει διαταραχθεί απολύτως η νομιμότητα με την δικαιολογία της κρίσης και άρα έχει δολοφονηθεί το όποιο Κράτος Δίκαιου. Μόνον εδώ και πουθενά αλλού οι κυβερνητικές αποφάσεις και η τήρηση των συνταγματικών και νομοθετικών κανόνων έχουν υπαχθεί σε ένα καθεστώς μόνιμης εξαίρεσης, που επιβάλλεται χωρίς νομική αιτιολόγηση και η οποία διαφεύγει του κοινοβουλευτικού ή δικαστικού έλεγχου, παρά την ομολογουμένως ειλικρινή προσπάθεια της αριστερής κυρίως αντιπολίτευσης, να περιοριστεί το κακό. Είναι λογικό λοιπόν, μέσα σε αυτό το καθεστώς διασκέδασης της νομιμότητας, τα πολιτικά σκάνδαλα να προσωποποιούνται παραπλανητικά για να αποκρυβεί ο πραγματικός πολιτικός χαρακτήρας τους και η απόλυτη συνάφειά τους με την μορφή πτώχευσης της χώρας, την φτωχοποίηση του ελληνικού λαού και την μετατροπή του ελληνικού κράτους σε Ευρωπροτεκτοράτο.
Η κρίση στην ευρωζώνη συνδέεται ασφαλώς άρρηκτα με την κρίση νομιμότητας στην Ελλάδα, ενώ ο τρόπος που το ένα σκάνδαλο καλύπτει και διασκεδάζει το προηγούμενο έχει ασφαλώς ως μηχανισμό νομιμοποίησης την ελαστικοποίηση της αρχής της νομιμότητας για την Ελλάδα, όπως αυτή εμφανίζεται να υπηρετείται κυρίως από τους θεσμούς της ευρωζώνης. Έτσι το «πάση θυσία στο ευρώ», που υποστήριξε η διαπλεκόμενη ολιγαρχία του χρήματος και της διαπλοκής στην Ελλάδα δια του πλέον, μάλιστα, ανακόλουθου «πρωθυπουργού της κρίσης» Αντώνη Σαμαρά, ήρθε να «ελαστικοποιήσει» την έννοια των σκανδάλων που οδήγησαν στην χρεοκοπία, στρέφοντας παράλληλα την προσοχή της κοινής γνώμης σε επιμέρους πολιτικές συμπεριφορές (μέρος της γενικότερης κουλτούρας που παράγει τα σκάνδαλα στην Ελλάδα), που προβάλλονται ως δήθεν εξαιρέσεις στη νομιμότητα. Ωστόσο αυτές οι συμπεριφορές δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο κανόνας που επιβεβαιώνει την ηθικοπολιτική αντίληψη περί «νομιμότητας» που διακρίνει το ολιγαρχικό σύστημα διακυβέρνησης στην Ελλάδα! Εντός αυτού του συστήματος ήταν αδύνατον η χώρα να διαπραγματευτεί το εθνικό συμφέρον με όρους κοινωνικούς και να υπερασπιστεί την εργασία και τα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα που συνδέονται με αυτήν, από την καταστροφή. Στο πλαίσιο αυτό ελάχιστοι αναγνώστες έδειξαν από την αρχή της κρίσης να κατανοούν την στρατηγική που υποστήριξα για την αντιμετώπιση του τεχνητού χρηματοπιστωτικού προβλήματος της Ελλάδας και των υπαρξιακών προβλημάτων για την ελληνική κοινωνία και αγορά, που συνδέθηκαν με αυτό:
Άλλοι επειδή είχαν διαφορετικούς στόχους, άλλοι επειδή διακρίνονταν από διαφορετική αντίληψη της σχέσης κεφαλαίου-εργασίας, άλλοι επειδή δεν καταλάβαιναν ή δεν ήθελαν για πολιτικούς λόγους να κατανοήσουν τι είναι ευρωζώνη και άλλοι επειδή απλώς μπέρδεψαν το Ευρώ με τον ευρωπαϊσμό και την ασφάλεια στην περιοχή μας, ενώ κάποιοι άλλοι επειδή προφανώς πίστεψαν ότι με το παραπλανητικό δίλημμα «ευρώ ή δραχμή» θα μπορούσαν να διασκεδάσουν το μεγαλύτερο σκάνδαλο της σύγχρονης ιστορίας της Ελλάδας, που είναι η ίδια η πτώχευση και η μεθοδολογία της, καταλήγοντας στο χυδαιότερο σύνθημα όλων των εποχών της νεώτερης και σύγχρονης ιστορίας μας: «πάση θυσία στο ευρώ»! Η παρεξηγημένη σε μεγάλο βαθμό, στρατηγική που πρότεινα, ξεκίναγε από την παραδοχή πως κακώς, και αντιοικονομικώς, εξυπηρετώντας ευρύτερες πολιτικές (γεωπολιτικές και γεωοικονομικές) σκοπιμότητες, καθώς και την ελληνική κλεπτοκρατία, ενταχθήκαμε στην ευρωζώνη και κατέληγε ότι τότε (στην αρχή της κρίσης) ο μόνος τρόπος για να παραμείνουμε στο ευρώ ήταν να δείξουμε (θεμελιώσουμε πολιτικοοικονομικά) ότι αδικούμαστε μέσα σε αυτό ως κράτος και κοινωνία και να απαιτήσουμε, αντί για «ατομικό μηχανισμό σωτηρίας», πανευρωπαϊκή ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού καθεστώτος με ανατροπή του Συμφώνου Σταθερότητας, ριζική αναθεώρηση της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και αλλαγή του ρόλου της ΕΚΤ, η οποία πλέον να δανειοδοτούσε απευθείας τα επιμέρους κράτη με μικρό επιτόκιο και δίχως την μεσολάβηση των ιδιωτικών τραπεζών.
Και όλα αυτά αφού πρώτα μέσα από μια νέα Συντακτική Συνθήκη καταλήγαμε σε ένα κοινό μοντέλο αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους της ευρωζώνης, με παράλληλη μεταβολή του διακυβερνητικού μοντέλου της ΕΕ σε ομοσπονδιακό/δημοκρατικό. Αυτό προφανώς ανέτρεπε τις σημερινές σχέσεις εντός της ΕΕ και το αντιπληθωριστικό (γερμανικό) μοντέλο, καθώς και την στρατηγική λιτότητας στην περιφέρεια, που εξυπηρετεί την σταθερότητα του κοινού νομίσματος με αντικοινωνικούς ωστόσο όρους και υπέρ της κεντροευρωπαϊκής ελίτ και των δορυφόρων της στο νότο και στην ανατολή. Οι δορυφόροι στην Ελλάδα δομούντο από την διαπλοκή και τις 2.000 οικογένειες που συνδέονται οργανικά με το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα της χώρας. Η στρατηγική που πρότεινα και η οποία σε μεγάλο βαθμό ευθυγραμμιζόταν με το αίτημα της σύγχρονης ευρωπαϊκής αριστεράς, κατέτεινε προδήλως στην διαμόρφωση κανόνων ισότητας στον ανταγωνισμό των ιδιαίτερων κρατικών οντοτήτων εντός της ΕΕ, ενώ εξυπηρετούσε την σύγκληση σε κοινωνικό επίπεδο μεταξύ των διαφορετικών κοινωνιών και κοινωνικών μοντέλων με ένα φυσικό και όχι αυταρχικό και επιδοτούμενο τρόπο, δίχως φυσικά να αμφισβητεί τον πυρήνα των καπιταλιστικών σχέσεων. Μέσω αυτής της στρατηγικής άνοιγε απλώς ένα δημοκρατικό παράθυρο ευκαιρίας, το οποίο θα μπορούσε να αξιοποιηθεί από το κίνημα των εργαζομένων σε δεύτερο στάδιο και σε συνάρτηση με την ωρίμανση των πολιτικών δυνάμεων που το εκφράζουν.
Η άλλη στρατηγική, που θα απαντούσε μάλιστα ριζοσπαστικά, με όρους εργασίας και σοσιαλισμού και όχι με όρους εκδημοκρατισμού και «διόρθωσης» του καπιταλισμού υπέρ της ισότητας των ιδιαίτερων κρατικών και κοινωνικών υποκειμένων σε πανευρωπαϊκή βάση, διατηρώντας όμως την αντίφαση του δημοκρατικού παραδόξου(: αγώνας για το ισορροπημένο πάντρεμα ελευθερίας –ισότητας), ήταν η σοσιαλιστική επανάσταση. Μια σοσιαλιστή επανάσταση που θα ξεκίναγε από το πανευρωπαϊκό κίνημα των ευρωπαίων εργαζομένων για αυτοδιάθεση και έλεγχο των μέσων παραγωγής και του μηχανισμού παραγωγής και κυκλοφορίας χρήματος και δόμησης κεφαλαίων. Τούτο θα προϋπέθετε ασφαλώς όρους ωρίμανσης του κινήματος που δεν υφίστανται σήμερα στην ΕΕ και ένα σχετικά ομοειδές επίπεδο ευημερίας και κουλτούρας, όπως και τεχνολογίας, που επίσης δεν υπάρχει. Αντίθετα, αντικειμενικά, ο μηχανισμός πόλωσης της συσσώρευσης κεφαλαίων στην ΕΕ, που συμπίπτει με την διάσταση της Νεοηγεμονίας στην περιοχή μας, διαμορφώνει ένα καθεστώς αντιθέσεων ( σημαντικών ανισοτήτων) μεταξύ των εργαζομένων στην ΕΕ. Έτσι, αν ξεφύγει κανείς από τον ιδεολογικό πυρήνα της σχέσης εργασίας –κεφαλαίου, θα διαπιστώσει πως αυτό που συμφέρει σήμερα τον Γερμανό εργαζόμενο βραχυπρόθεσμα δεν συμφέρει τον Έλληνα, για παράδειγμα, ενώ αυτό που θα συνέφερε και τους δύο είναι ένα σοσιαλιστικό μοντέλο, που όμως υπό της παρούσες συνθήκες – αύριο μπορεί να είναι διαφορετικά – δεν μπορεί παρά να επιβληθεί επαναστατικά στο πλαίσιο μιας έστω και αποκεντρωμένης και αμεσοδημοκρατικής παραλλαγής της δικτατορίας του προλεταριάτου.
Η πανευρωπαϊκή σοσιαλιστική επανάσταση θα μπορούσε να ξεκινήσει θεωρητικά ακόμη και από την Ελλάδα, ποτέ όμως δεν θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένα σοσιαλιστικό κράτος στα σύνορα που ορίζουν την σημερινή Ελλάδα και αυτό για σύνθετους πολιτικούς, κοινωνικούς και γεωπολιτικούς λόγους, που δεν θα μπορούσαν να αναλυθούν στο πλαίσιο αυτού του σημειώματος. Αν λοιπόν, δεν εστιάζαμε στην σοσιαλιστική επανάσταση, ως μέθοδο αντιμετώπισης της απομόνωσης και των πολεμικών στην κυριολεξία πολιτικών της ευρωπαϊκής ελίτ και των χρηματιστών εναντίον της ελληνικής κοινωνίας στην συγκυρία και αν θεωρούσαμε, σοφά, πως η δημοκρατική αναθεώρηση των Συνθηκών της ΕΕ και του χρηματοπιστωτικού και δημοσιονομικού μοντέλου της ευρωζώνης υπέρ των εργαζομένων και της περιφέρειας δεν θα μπορούσε ποτέ να προκύψει με πρωτοβουλία των κεντροευρωπαϊκών δυνάμεων και του χρηματοπιστωτικού λόμπυ, τότε δεν θα έμενε καμιά άλλη στρατηγική για την προστασία της ελληνικής κοινωνίας και του εθνικού συμφέροντος, εκτός από αυτή που θα στηριζόταν στην λογική: αν εμμείνετε στην πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης και στην δημιουργία καθεστώτος Υπερεθνικής Επιτροπείας με μοναδικούς στον κόσμο εκβιασμούς και χειραγωγήσεις του κοινοβουλίου, τότε ετοιμαστείτε να έρθετε αντιμέτωποι με την διαφυγή μας από το ευρώ. Στον βαθμό μάλιστα που η ένταξή μας στο ευρώ ενίσχυσε τον σκανδαλιστικό χαρακτήρα των ελληνικών πολιτικών και αποδεδειγμένα ενδυνάμωσε την διαπλεκόμενη ολιγαρχία της χώρας. Τούτο στην αρχή της κρίσης θα είχε σοβαρές επιπτώσεις για την ελληνική κοινωνία, όχι όμως καταστροφικές, αν αναλάμβανε την διαχείριση της κρίσης μια «κυβέρνηση δημοκρατικού μετώπου» ευρείας κοινωνικής νομιμοποίησης, με σοσιαλιστικό και όχι νεοφιλελεύθερο προσανατολισμό, η οποία θα προχωρούσε σε δημοκρατική θεσμική αναδιοργάνωση με κάθαρση και αποκλεισμό της ολιγαρχίας από το σύστημα διακυβέρνησης της χώρας.
Αντίθετα, αυτό θα αποτελούσε «φουρνέλο» στο οικοδόμημα της ευρωζώνης και παράγοντα άμεσης αποσύνθεσής της με άγνωστες προοπτικές. Σε κάθε περίπτωση μια τέτοια κίνηση από την Ελλάδα, θα συμπαρέσυρε τον ευρωπαϊκό νότο και θα προκαλούσε κρίση του γερμανικού μοντέλου ανάπτυξης, δηλαδή συσσώρευσης. Η λύση θα ήταν τότε είτε ευρωπαϊκή δημοκρατική ολοκλήρωση, είτε περισσότερα του ενός ευρώ στην ΕΕ, είτε απομόνωση της Γερμανίας και αποχώρησή της από το ευρώ μετά από έντονη εσωτερική κρίση, την οποία θα εκμεταλλεύονταν ασφαλώς άλλες αντίπαλες μεγάλες- δυνάμεις στην παγκόσμια ηγεμονική/κεφαλαιοκρατική σκακιέρα. Το πιθανότερο λοιπόν ήταν, σε μια τέτοια περίπτωση, η γερμανική κυβέρνηση να ακολουθούσε μια ήπια πολιτική που θα όριζε την συντεταγμένη χρεοκοπία της Ελλάδας εντός του ευρώ, αντί αυτής της σκληρής με την μορφή «σοκ και δέος» που υιοθέτησε και υπηρετείται από την κατάπτυστη Συγκυβέρνηση στην Χώρας μας.
Τη στρατηγική αυτή που πρότεινα έρχεται σήμερα να επιβεβαιώσει… κατόπιν ασφαλώς εορτής, ο καθηγητής του Cambridge, Xα Τζουν Τσανγκ, με συνέντευξή του στην «Αυγή της Κυριακής»: «Οι Έλληνες πρέπει να είστε έτοιμοι να φύγετε, για να μπορέσετε να διαπραγματευτείτε την παραμονή σας στο ευρώ», λέει ο αυτός ο διαπρεπής οικονομολόγος. Μόνον που αυτό δεν ισχύει πια. Τώρα ισχύει το «για να ξεφύγει η εσωτερική αγορά της Ελλάδας από το ευρώ, αρκεί η χώρα να συνεχίσει να ακολουθεί την στρατηγική ‘πάση θυσία στο ευρώ’». Το ιδεολόγημα δηλαδή της Συγκυβέρνησης όχι μόνον διασκεδάζει τα μείζονα σκάνδαλα που ορίζουν την σημερινή ταυτότητα του ελληνικού κράτους, αλλά οδηγεί μετά βεβαιότητος, μέσω της «δραχμοποίησης» της εσωτερικής αγοράς, στο να προστεθεί συγκαλυμμένη υποτίμηση στην ήδη διευρυμένη εσωτερική υποτίμηση για να παραμείνει η χώρα, πάντα υπό εξαίρεση, στην ευρωζώνη. Μόνον έτσι η μορφή της συντεταγμένης χρεοκοπίας που επιλέχθηκε για την Ελλάδα, θα μπορούσε να λειτουργήσει μεσοπρόθεσμα για να μην οδηγηθούμε αναγκαστικά σε πλήρη έξοδο από την ευρωζώνη, με απείρως τραγικότερες για την ελληνική κοινωνία συνέπειες και με ανυπολόγιστες πολιτικές συνέπειες για την ΕΕ σε σχέση με την εγκατάλειψη του ευρώ από την αρχή της πιστωτικής κρίσης. Εάν η χώρα δεν διακυβερνάτο από μία κλεπτοκρατική ολιγαρχία, απόλυτα εξαρτημένη από την σχέση ΗΠΑ – χρηματιστών – Γερμανίας, θα ήταν εύλογο ότι η στρατηγική που πρότεινα και που σήμερα προτείνει ο Xα Τζουν Τσανγκ, θα ήταν η πλέον αποτελεσματική για την υπεράσπιση του εθνικού συμφέροντος. Τούτη την στρατηγική άρθρωσε με τον τρόπο της, τόσο η ιταλική ελίτ, όσο και οι υπόλοιπες που υφίστανται το πρόβλημα της πόλωσης της συσσώρευσης στην Ευρώπη.
Αντίθετα, οι Έλληνες κλεπτοκράτες επέλεξαν την μετατροπή της χώρας σε υποτελή πολιτεία υπό υπερεθνική επιτροπεία, δίχως να διαπραγματευθούν τίποτε άλλο πέραν της συνέχισης της ηγεμονίας τους σε τοπικό επίπεδο, έτσι ώστε να συγκαλυφθούν τα σκάνδαλά τους και να διασκεδαστούν εντυπώσεις που θα δυσκόλευαν πολύ πλέον την ανάπτυξη του φαύλου ιστορικού τους κύκλου. Μόνον που η βιωσιμότητα αυτής της διαπλεκόμενης ολιγαρχίας αντιφάσκει πλέον εμφανώς με την βιωσιμότητα της ελληνικής κοινωνίας και την δυναμική της προοπτικής του ελληνικού κράτους. Το αδιέξοδο στην δημοκρατική εξέλιξη της χώρας το προκαλούν εμφανώς πλέον οι Έλληνες κλεπτοκράτες και το πολιτικό σύστημα που οι ίδιοι παρήγαγαν για την αυτοσυντήρησή τους. Δεν υπάρχει πλέον καμία απολύτως δημοκρατική προοπτική για την χώρα, εάν προηγουμένως αυτή δεν απαλλαγεί από το καθεστώς των διαπλεκομένων και την ηγεμονία μερικών χιλιάδων οικογενειών που νέμονται τον πλούτο της χώρας, υπονομεύουν τη νομιμότητα και παράγουν έναν κατάπτυστο χυδαίο πολιτισμό. Και όλα αυτά υπό την ομπρέλα του ευρώ, το οποίο λειτουργεί πλέον ως μηχανισμός παραγωγής χρόνιας ύφεσης στην αγορά.
Τα σκάνδαλα της κλεπτοκρατίας όσο και να προσωποποιηθούν αναζητώντας αποδιοπομπαίους τράγους, δεν μπορούν να κρύψουν το ουσιαστικό πολιτικοοικονομικό αδιέξοδο της χώρας εντός της ευρωζώνης. Η μορφή χρεοκοπίας της χώρας γίνεται δυστυχώς παράγοντας αποτελμάτωσης των πολιτικών διαφθοράς στο εσωτερικό και ενισχύει το αδιέξοδο. Και αυτό κλονίζει εμμέσως την ίδια την ΕΕ και το μοντέλο Νεοηγεμονίας στην ήπειρό μας. Αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί θετικό μόνον στον βαθμό που αποτελούσε συνείδηση του κινήματος των εργαζομένων και της αριστεράς σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Σε άλλη περίπτωση δεν θα ήταν τίποτε άλλο παρά μία μορφή σήψης που θα κατέληγε σε μια νέα ενδοευρωπαϊκή αναταραχή και διαίρεση με καταστροφικές συνέπειες για τους επιμέρους λαούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου