Η Αθήνα της ασφυξίας και της ντροπής
Της Γεωργίας Βορύλλα
Από τον καπνικό φόρο του Βυζαντίου έως τον φόρο στο πετρέλαιο θέρμανσης στη σύγχρονη Ελλάδα, το… ντουμάνι από τις καμινάδες αποτελεί ενός είδους φορολογικό τεκμήριο για τα νοικοκυριά! Βρισκόμαστε στο 802, επί αυτοκρατορίας του Νικηφόρου Α’, οπότε και εισάγεται το «καπνικόν»:
Από τον καπνικό φόρο του Βυζαντίου έως τον φόρο στο πετρέλαιο θέρμανσης στη σύγχρονη Ελλάδα, το… ντουμάνι από τις καμινάδες αποτελεί ενός είδους φορολογικό τεκμήριο για τα νοικοκυριά! Βρισκόμαστε στο 802, επί αυτοκρατορίας του Νικηφόρου Α’, οπότε και εισάγεται το «καπνικόν»:
ένας
φόρος άμεσος, τακτικός και σημαντικότατος για τα οικονομικά της
αυτοκρατορίας αφού τον πλήρωνε κάθε νοικοκυριό με καμινάδα που κάπνιζε.
Ως «κάκωση» είδαν οι χρονικογράφοι της εποχής τη γενικότερη φορολογική
πολιτική του Νικηφόρου Α’.
Αιώνες μετά, ερχόμαστε στην Αθήνα που
ετοιμάζεται να υποδεχθεί το 2013. Ενός άλλου είδους έμμεσο χαράτσι, η
εξίσωση των φόρων στο πετρέλαιο θέρμανσης και κίνησης, γυρίζει την
πρωτεύουσα χρόνια πίσω, στις εποχές της αιθαλομίχλης. Τόσο πίσω που αν
το οικονομικό επιτελείο είχε «χιούμορ», θα επενέφερε τον φόρο που
επινόησε ο Νικηφόρος Α’, φορολογώντας όλες τις καμινάδες!
Τετάρτη 26 Δεκεμβρίου, λίγο μετά τις 9 το βράδυ. Η κάπνα από τα τζάκια της κρίσης και η αυξημένη υγρασία δημιουργούν ένα εκρηκτικό νέφος πάνω από το λεκανοπέδιο Αττικής. Τόσο εκρηκτικό που αποτυπώνεται ακόμα και από τον φωτογραφικό φακό.
«Η Αθήνα της ντροπής» είναι ο τίτλος που δίνει στη λήψη του, ο φωτογράφος και δρ Ηλεκτρολόγος Μηχανικός και Μηχανικός Υπολογιστών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Γιάννης Λάριος. «Η λήψη έγινε από ταράτσα πολυκατοικίας στη Πεντέλη, στις 21.35. Αυτό που (δεν) βλέπετε είναι μια πανοραμική άποψη των περιοχών από το Χαλάνδρι και την Αγία Παρασκευή έως τον Υμηττό, του Ζωγράφου και τον Βύρωνα καθώς και πιο κεντρικά σημεία, όπως το Ψυχικό» εξηγεί στις «6μέρες» ο κ. Λάριος.
Για το βράδυ της Τετάρτης, το Δελτίο Ατμοσφαιρικής Ρύπανσης του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής έδειξε ότι η συγκέντρωση των αιωρούμενων σωματιδίων (PM10) στον σταθμό της Λυκόβρυσης ήταν 118 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο και στον σταθμό του Αμαρουσίου 110 μικρογραμμάρια, με όριο τα 50. «Νομίζω ότι ακόμα δεν έχουμε δει τα χειρότερα. Η θερμοκρασία δεν έχει πέσει αισθητά, δεν έχουμε χιόνια ή άπνοια και γι’ αυτό οι μετρήσεις είναι ακόμα σε “καλά” επίπεδα» τονίζει ο Μιχάλης Πετράκης, διευθυντής του Ινστιτούτου Περιβάλλοντος στο Αστεροσκοπείο Αθηνών.
Το πρόβλημα της ποιότητας του αέρα εξαιτίας της καύσης ξύλων δεν είναι καινούργιο. Αρκετοί επιστήμονες το είχαν επισημάνει ήδη από πέρσι καθώς όσο μεγαλώνει το κόστος των καυσίμων τόσο οι πολίτες αναζητούν εναλλακτικές πηγές θέρμανσης προκειμένου να κάνουν οικονομία στο πετρέλαιο και στο φυσικό αέριο. Στην Ελλάδα, σε περιοχές που μέχρι πριν από 2 χρόνια δεν υπήρχε καν αύξηση των αιωρούμενων σωματιδίων, ως προϊόντα καύσης, τώρα παρατηρείται κατακόρυφη άνοδος. Οπως επισημαίνεται, είναι τελείως διαφορετικό το να χρησιμοποιεί κανείς το τζάκι ή τη σόμπα ως επικουρικό μέσο θέρμανσης και τελείως διαφορετικό το να προσπαθήσει να ζεστάνει ένα ολόκληρο διαμέρισμα με αυτόν τον τρόπο. «Κανείς δεν δείχνει να ενδιαφέρεται για τις επιβαρύνσεις που προκαλούνται στην υγεία ατόμων που ανήκουν στις λεγόμενες ευπαθείς ομάδες. Σε πόλεις της Ευρώπης, οι σόμπες και τα τζάκια ως κύριο μέσο θέρμανσης απαγορεύονται διά ροπάλου. Είναι χαρακτηριστικό το ότι οι εκπομπές από μια σόμπα σε ένα διαμέρισμα είναι ίσες με τις εκπομπές ρύπων μιας ολόκληρης πολυκατοικίας που καίει πετρέλαιο» υπογραμμίζει ο Νίκος Μουσιόπουλος, διευθυντής στο Εργαστήριο Μετάδοσης Θερμότητας και Περιβαλλοντικής Μηχανικής της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ.
Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη στη Σουηδία, η οικιακή καύση ξύλου συνεισφέρει κατά 44-57% στις εκπομπές σωματιδίων με διάμετρο 25-606 nm, κατά 36-82% στις εκπομπές PM10 και κατά 31-83% στις εκπομπές PM1 κατά τη χειμερινή περίοδο. Στο Λονδίνο πάλι, που έχουν ζήσει την εποχή που η αιθαλομίχλη κόστιζε ανθρώπινες ζωές, υπάρχουν ορισμένες περιοχές (Smoke Control Areas), όπου απαγορεύεται η καύση οποιουδήποτε καυσίμου που κατά την καύση του παράγει καπνό. Επιτρέπεται η καύση ορισμένων καυσίμων, τα λεγόμενα smokeless fuels, σε συγκεκριμένου τύπου εστίες. Επίσης υπάρχουν σόμπες που πληρούν συγκεκριμένες προδιαγραφές και στις οποίες μπορεί κανείς να καίει ξύλο.
«Είναι εμφανές ότι υπάρχει πρόβλημα ποιότητας αέρα και εν δυνάμει σημαντική επιβάρυνση στη δημόσια υγεία, κυρίως από επικινδύνους ρύπους όπως το βενζοπυρένιο (ΒaP). Από την καύση ξύλων σε σύγκριση με το πετρέλαιο εκλύονται 30 φορές περισσότερα μικροσωματίδια» τονίζει ο Χρίστος Βλαχοκώστας, δρ. μηχανολόγος-μηχανικός με ειδίκευση σε θέματα αέριας ρύπανσης στην Πολυτεχνική Σχολή Θεσσαλονίκης.
Εκτός από την εκτεταμένη καύση ξύλου, άλλη μια παράμετρος είναι και η καύση κακής ποιότητας πέλετ, καθώς θα μπορούσαμε να έχουμε ακόμα και έκλυση διοξινών στην ατμόσφαιρα. «Αριστη πηγή» διοξινών θεωρούνται και τα βιομηχανικά ξύλα: ναι μεν γίνεται οικονομία στο πετρέλαιο αλλά και τα καυσόξυλα δεν είναι φτηνά, σκέφτονται πολλοί και ρίχνουν στο τζάκι ό,τι βρουν μπροστά τους. Από παλέτες και παλιά πατζούρια έως στύλους της ΔΕΗ και φράκτες. Τα βιομηχανικά, εμποτισμένα με χημικά, ξύλα είναι τα χειρότερα, επισημαίνουν οι ειδικοί.
Το πραγματικό πρόβλημα είναι μέσα στα σπίτια
«Εμένα θα με ενδιέφερε περισσότερο να μετρήσουμε το τι γίνεται μέσα στα σπίτια, εκεί είναι το πραγματικό ζήτημα. Το τι συμβαίνει στην ατμόσφαιρα είναι απλώς διαπίστωση του προβλήματος» λέει από τη μεριά του ο Ματθαίος Σανταμούρης, διευθυντής του Εργαστηρίου Φυσικής Κτιριακού Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό που δεν γνωρίζουν οι επιστήμονες είναι το τι γίνεται μέσα στα σπίτια με τις ξυλόσομπες, όπου οι συγκεντρώσεις μπορεί να φτάνουν τα 500 με 600 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο. «Για να το θέσουμε διαφορετικά, όταν χρησιμοποιείται μια ξυλόσομπα παλιάς τεχνολογίας οι συγκεντρώσεις μέσα στο σπίτι είναι 3-4 φορές μεγαλύτερες σε σχέση με την ατμόσφαιρα έξω. Αυτό είναι μια οικιακή βόμβα» καταλήγει ο κ. Σανταμούρης.
Οπως επισημαίνει ο Νίκος Μουσιόπουλος, το υπουργείο Περιβάλλοντος θα έπρεπε να ενδιαφερθεί αρκετά και να ενημερώσει τους καταναλωτές ώστε εκτός από τις επιπτώσεις στην τσέπη τους από την άνοδο του πετρελαίου, να γνωρίζουν τις επιπτώσεις στην υγεία τους από την ανεξέλεγκτη καύση. «Ενώ τα πέλετ καίγονται σε σύγχρονες εστίες με πιστοποίηση, οι σόμπες δεν έχουν καμία απολύτως πιστοποίηση και κανένα φίλτρο» καταλήγει ο κ. Μουσιόπουλος.
Για τον Ματθαίο Σανταμούρη η εγκατάσταση όλων των οικιακών συσκευών καύσης θα πρέπει να πραγματοποιείται με μεγάλη προσοχή και από εξειδικευμένους τεχνίτες προκειμένου να διασφαλιστεί ότι έστω και ένα μικρό μέρος των καπναερίων δεν εισέρχεται στον εσωτερικό αέρα και δεν αυξάνει τη σχετική συγκέντρωση των ρύπων στο εσωτερικό περιβάλλον.
Σε ανακοίνωσή τους οι Οικολόγοι Πράσινοι προτείνουν να υπάρξει ένα εκτεταμένο πρόγραμμα ενεργειακής θωράκισης των κτισμάτων, με τη χρήση κονδυλίων και του ΕΣΠΑ. «Είμαι μια δράση που θα μειώσει το ενεργειακό κόστος και θα οδηγήσει σε σημαντικότατη μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης» καταλήγει η ανακοίνωση.
Αναδημοσίευση από www.6meres.gr
Τετάρτη 26 Δεκεμβρίου, λίγο μετά τις 9 το βράδυ. Η κάπνα από τα τζάκια της κρίσης και η αυξημένη υγρασία δημιουργούν ένα εκρηκτικό νέφος πάνω από το λεκανοπέδιο Αττικής. Τόσο εκρηκτικό που αποτυπώνεται ακόμα και από τον φωτογραφικό φακό.
«Η Αθήνα της ντροπής» είναι ο τίτλος που δίνει στη λήψη του, ο φωτογράφος και δρ Ηλεκτρολόγος Μηχανικός και Μηχανικός Υπολογιστών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Γιάννης Λάριος. «Η λήψη έγινε από ταράτσα πολυκατοικίας στη Πεντέλη, στις 21.35. Αυτό που (δεν) βλέπετε είναι μια πανοραμική άποψη των περιοχών από το Χαλάνδρι και την Αγία Παρασκευή έως τον Υμηττό, του Ζωγράφου και τον Βύρωνα καθώς και πιο κεντρικά σημεία, όπως το Ψυχικό» εξηγεί στις «6μέρες» ο κ. Λάριος.
Για το βράδυ της Τετάρτης, το Δελτίο Ατμοσφαιρικής Ρύπανσης του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής έδειξε ότι η συγκέντρωση των αιωρούμενων σωματιδίων (PM10) στον σταθμό της Λυκόβρυσης ήταν 118 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο και στον σταθμό του Αμαρουσίου 110 μικρογραμμάρια, με όριο τα 50. «Νομίζω ότι ακόμα δεν έχουμε δει τα χειρότερα. Η θερμοκρασία δεν έχει πέσει αισθητά, δεν έχουμε χιόνια ή άπνοια και γι’ αυτό οι μετρήσεις είναι ακόμα σε “καλά” επίπεδα» τονίζει ο Μιχάλης Πετράκης, διευθυντής του Ινστιτούτου Περιβάλλοντος στο Αστεροσκοπείο Αθηνών.
Το πρόβλημα της ποιότητας του αέρα εξαιτίας της καύσης ξύλων δεν είναι καινούργιο. Αρκετοί επιστήμονες το είχαν επισημάνει ήδη από πέρσι καθώς όσο μεγαλώνει το κόστος των καυσίμων τόσο οι πολίτες αναζητούν εναλλακτικές πηγές θέρμανσης προκειμένου να κάνουν οικονομία στο πετρέλαιο και στο φυσικό αέριο. Στην Ελλάδα, σε περιοχές που μέχρι πριν από 2 χρόνια δεν υπήρχε καν αύξηση των αιωρούμενων σωματιδίων, ως προϊόντα καύσης, τώρα παρατηρείται κατακόρυφη άνοδος. Οπως επισημαίνεται, είναι τελείως διαφορετικό το να χρησιμοποιεί κανείς το τζάκι ή τη σόμπα ως επικουρικό μέσο θέρμανσης και τελείως διαφορετικό το να προσπαθήσει να ζεστάνει ένα ολόκληρο διαμέρισμα με αυτόν τον τρόπο. «Κανείς δεν δείχνει να ενδιαφέρεται για τις επιβαρύνσεις που προκαλούνται στην υγεία ατόμων που ανήκουν στις λεγόμενες ευπαθείς ομάδες. Σε πόλεις της Ευρώπης, οι σόμπες και τα τζάκια ως κύριο μέσο θέρμανσης απαγορεύονται διά ροπάλου. Είναι χαρακτηριστικό το ότι οι εκπομπές από μια σόμπα σε ένα διαμέρισμα είναι ίσες με τις εκπομπές ρύπων μιας ολόκληρης πολυκατοικίας που καίει πετρέλαιο» υπογραμμίζει ο Νίκος Μουσιόπουλος, διευθυντής στο Εργαστήριο Μετάδοσης Θερμότητας και Περιβαλλοντικής Μηχανικής της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ.
Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη στη Σουηδία, η οικιακή καύση ξύλου συνεισφέρει κατά 44-57% στις εκπομπές σωματιδίων με διάμετρο 25-606 nm, κατά 36-82% στις εκπομπές PM10 και κατά 31-83% στις εκπομπές PM1 κατά τη χειμερινή περίοδο. Στο Λονδίνο πάλι, που έχουν ζήσει την εποχή που η αιθαλομίχλη κόστιζε ανθρώπινες ζωές, υπάρχουν ορισμένες περιοχές (Smoke Control Areas), όπου απαγορεύεται η καύση οποιουδήποτε καυσίμου που κατά την καύση του παράγει καπνό. Επιτρέπεται η καύση ορισμένων καυσίμων, τα λεγόμενα smokeless fuels, σε συγκεκριμένου τύπου εστίες. Επίσης υπάρχουν σόμπες που πληρούν συγκεκριμένες προδιαγραφές και στις οποίες μπορεί κανείς να καίει ξύλο.
«Είναι εμφανές ότι υπάρχει πρόβλημα ποιότητας αέρα και εν δυνάμει σημαντική επιβάρυνση στη δημόσια υγεία, κυρίως από επικινδύνους ρύπους όπως το βενζοπυρένιο (ΒaP). Από την καύση ξύλων σε σύγκριση με το πετρέλαιο εκλύονται 30 φορές περισσότερα μικροσωματίδια» τονίζει ο Χρίστος Βλαχοκώστας, δρ. μηχανολόγος-μηχανικός με ειδίκευση σε θέματα αέριας ρύπανσης στην Πολυτεχνική Σχολή Θεσσαλονίκης.
Εκτός από την εκτεταμένη καύση ξύλου, άλλη μια παράμετρος είναι και η καύση κακής ποιότητας πέλετ, καθώς θα μπορούσαμε να έχουμε ακόμα και έκλυση διοξινών στην ατμόσφαιρα. «Αριστη πηγή» διοξινών θεωρούνται και τα βιομηχανικά ξύλα: ναι μεν γίνεται οικονομία στο πετρέλαιο αλλά και τα καυσόξυλα δεν είναι φτηνά, σκέφτονται πολλοί και ρίχνουν στο τζάκι ό,τι βρουν μπροστά τους. Από παλέτες και παλιά πατζούρια έως στύλους της ΔΕΗ και φράκτες. Τα βιομηχανικά, εμποτισμένα με χημικά, ξύλα είναι τα χειρότερα, επισημαίνουν οι ειδικοί.
Το πραγματικό πρόβλημα είναι μέσα στα σπίτια
«Εμένα θα με ενδιέφερε περισσότερο να μετρήσουμε το τι γίνεται μέσα στα σπίτια, εκεί είναι το πραγματικό ζήτημα. Το τι συμβαίνει στην ατμόσφαιρα είναι απλώς διαπίστωση του προβλήματος» λέει από τη μεριά του ο Ματθαίος Σανταμούρης, διευθυντής του Εργαστηρίου Φυσικής Κτιριακού Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό που δεν γνωρίζουν οι επιστήμονες είναι το τι γίνεται μέσα στα σπίτια με τις ξυλόσομπες, όπου οι συγκεντρώσεις μπορεί να φτάνουν τα 500 με 600 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο. «Για να το θέσουμε διαφορετικά, όταν χρησιμοποιείται μια ξυλόσομπα παλιάς τεχνολογίας οι συγκεντρώσεις μέσα στο σπίτι είναι 3-4 φορές μεγαλύτερες σε σχέση με την ατμόσφαιρα έξω. Αυτό είναι μια οικιακή βόμβα» καταλήγει ο κ. Σανταμούρης.
Οπως επισημαίνει ο Νίκος Μουσιόπουλος, το υπουργείο Περιβάλλοντος θα έπρεπε να ενδιαφερθεί αρκετά και να ενημερώσει τους καταναλωτές ώστε εκτός από τις επιπτώσεις στην τσέπη τους από την άνοδο του πετρελαίου, να γνωρίζουν τις επιπτώσεις στην υγεία τους από την ανεξέλεγκτη καύση. «Ενώ τα πέλετ καίγονται σε σύγχρονες εστίες με πιστοποίηση, οι σόμπες δεν έχουν καμία απολύτως πιστοποίηση και κανένα φίλτρο» καταλήγει ο κ. Μουσιόπουλος.
Για τον Ματθαίο Σανταμούρη η εγκατάσταση όλων των οικιακών συσκευών καύσης θα πρέπει να πραγματοποιείται με μεγάλη προσοχή και από εξειδικευμένους τεχνίτες προκειμένου να διασφαλιστεί ότι έστω και ένα μικρό μέρος των καπναερίων δεν εισέρχεται στον εσωτερικό αέρα και δεν αυξάνει τη σχετική συγκέντρωση των ρύπων στο εσωτερικό περιβάλλον.
Σε ανακοίνωσή τους οι Οικολόγοι Πράσινοι προτείνουν να υπάρξει ένα εκτεταμένο πρόγραμμα ενεργειακής θωράκισης των κτισμάτων, με τη χρήση κονδυλίων και του ΕΣΠΑ. «Είμαι μια δράση που θα μειώσει το ενεργειακό κόστος και θα οδηγήσει σε σημαντικότατη μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης» καταλήγει η ανακοίνωση.
Αναδημοσίευση από www.6meres.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου