Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2011

The Guardian: Οι εργαζόμενοι που απεργούν πρέπει να ενωθούν ανά την Ευρώπη

Του Όουεν Τζόουνς


Η Μαρία είναι μια δασκάλα με ήρεμο τόνο στη φωνή της, αλλά είναι εμφανώς έξαλλη. Σε ό,τι την αφορά, τη ληστεύει η πολιτική και η οικονομική ελίτ. 
"Νομίζω πως μας κλέβουν" μου λέει. 
"Πρόκειται περί κλοπής". 
Η Μαρία Χουάν μου μίλησε στο κέντρο της Λισσαβώνας, ενώ χιλιάδες απεργών -πολλοί πιο οργισμένοι από εκείνη- περικύκλωσαν το κτήριο της Βουλής.


Η Μαρία βρίσκεται σε άλλη χώρα, αλλά μπορεί εύκολα να τη καταλάβει ένας Βρετανός. Αυτή είναι η αγανάκτηση κάποιου που έχει αφιερώσει τη ζωή του στις δημόσιες υπηρεσίες και που γρονθοκοπείται από μια κρίση στην πρόκληση της οποίας δεν είχε καμία συμμετοχή. 


Την περασμένη Πέμπτη εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένων, από οδηγούς τρένων μέχρι νοσηλευτικό προσωπικό, συμμετείχαν στη δεύτερη γενική απεργία, μέσα σ' έναν χρόνο, ενάντια στη λιτότητα. Σήμερα, Τετάρτη, οι Βρετανοί ομόλογοί τους θα πραγματοποιήσουν παρόμοια πορεία και η λέξη "Κλοπή" θα ακούγεται και από τα δικά τους στόματα.


Όποιος είχε λάβει μέρος στις διαδηλώσεις κατά των περικοπών τον περασμένο χρόνο θα ένιωθε σαν το σπίτι του έξω από το Κοινοβούλιο. Πολλά από τα συνθήματα ήταν ίδια: κάποια, όπως το "Εργάτες ενωμένοι ποτέ νικημένοι", τα άκουσα σε διαδηλώσεις από το Λονδίνο ώς το Μίτσιγκαν. Αλλά -όπως και στη Βρετανία- οι εργαζόμενοι απέχουν πολύ από την ενότητα. Καθώς μιλάω με δύο απεργούς οδηγούς λεωφορείων που κρατούν περήφανα τη σημαία του σωματείου τους, μια γυναίκα με δύο παιδιά αρχίζει να τους επιτίθεται. 

Είναι γνωστό το παράπονο: δουλεύει πολλές ώρες για ολοένα μικρότερο μισθό, αλλά, όπως η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα, δεν είναι έξω στους δρόμους να απεργεί. Πρόκειται για μια ιεραρχία παραπόνων που επιτρέπει την αυξανόμενη οργή αναφορικά με τις πλέον υποβαθμισμένες συνθήκες ζωής να κατευθύνονται προς άλλους εργαζόμενους αντί για εκείνους που είναι υπεύθυνοι για την οικονομική κατάρρευση της Ευρώπης.


Κοινή παντού ήταν και η δυσαρέσκεια απέναντι στην αστυνομία που σχημάτιζε γραμμές ώστε να εμποδίσει τον κόσμο να εισβάλλει στο κοινοβούλιο (που σύμφωνα με τη Μάρτα, μια νεαρή, ελαστικά εργαζόμενη, αυτό ακριβώς έπρεπε να γίνει). Μερικά μπουκάλια εκσφενδονίστηκαν και οι διαδηλωτές φώναζαν προς το μέρος των αστυνομικών θυμωμένα: "Θα έπρεπε να διαδηλώνατε μαζί μας, όχι να υπερασπίζεστε τους κακούς!".


Βέβαια, η βρετανική απεργία, η μεγαλύτερη από την εποχή της γενικής απεργίας του 1926, δεν θα είναι ακριβώς απομίμηση. Στο επίκεντρο αυτή τη φορά βρίσκονται οι συντάξεις -ή, πιο σωστά, ένας φόρος που επιβάλλεται στους δημοσίους υπαλλήλους για να αποπληρωθεί το έλλειμμα. Το περιορισμένο αυτό επίκεντρο είναι σε έναν βαθμό η συνέπεια των εξαιρετικά, αν όχι μοναδικά, αυστηρών νόμων κατά των σωματείων που υπάρχουν στη Βρετανία.


Στην Πορτογαλία, η οργή κατευθύνεται ενάντια στους όρους του πακέτου διάσωσης των 78 δισ. που επέβαλλε το ΔΝΤ και η Ε.Ε. και το οποίο εφαρμόζει με ενθουσιασμό ο Πορτογάλος πρωθυπουργός Πέντρο Πάσος Κοέλιο. Το Δώρο των Χριστουγέννων για τους δημόσιους υπαλλήλους ήταν η τελευταία απώλεια. Από μόνη της αυτή η περικοπή του Δώρου κατακερματίζει τους εργαζόμενους σε μια χώρα στην οποία ο κατώτατος μισθός είναι μόλις 450 ευρώ τον μήνα και όπου οι εκπαιδευτικοί, όπως η Μαρία, έχουν μηνιαίο εισόδημα της τάξης των 1.000 ευρώ.


Τόσο οι Πορτογάλοι όσο και οι Άγγλοι είναι μέρος μίας αυξανόμενης ευρωπαϊκής αντίδρασης στη λιτότητα που κάνει την εμφάνισή της στους δρόμους από τη Μαδρίτη ώς την Αθήνα. Όπως και στη Βρετανία, η γενικευμένη συνδικαλιστική δράση δεν είναι κάτι σύνηθες στην Πορτογαλία. Από την Επανάσταση των Γαρυφάλλων, που οδήγησε στην ανατροπή του απολυταρχικού καθεστώτος του Αντόνιο Σάλαζαρ, έχουν γίνει μόλις δύο γενικές απεργίες εκ των οποίων η μία ένα χρόνο πριν.


Η απεργία δεν αποτελεί απάντηση στην οικονομική κρίση, αλλά μια αντίσταση στην προσπάθεια να χρησιμοποιηθεί η κρίση ώστε να επαναδιαμορφωθούν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες. Οι δεξιοί πολιτικοί ίσως να είχαν προσπαθήσει να "ελαχιστοποιήσουν το κράτος" πριν από το ξέσπασμα της κρίσης, αλλά οι ριζοσπαστικές πολιτικές που χρειάζονταν ώστε να το επιτύχουν δεν ήταν πολιτικά δυνατές. 

Αλλά η ιδιωτικοποίηση, οι περικοπές, η καταπάτηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και η μείωση των μισθών μπορούν πλέον να βαφτιστούν "αναπόφευκτες αποφάσεις". Αν η αντίσταση στις προσπάθειες αυτές δεν είναι επιτυχής, η Ευρώπη θα είναι για πολύ καιρό μετά την όποια βιώσιμη ανάπτυξη φτωχότερη, σκληρότερη και πολύ πιο ανασφαλής.

Δεν υπάρχουν σχόλια: